Ο κούκλος στην είσοδο

1.1K 97 14
                                    


Την επόμενη μέρα, βγαίνουμε για μια σύντομη βόλτα μαζί με τις φίλες μου, την Σοφία και την Ιωάννα. Ο καιρός είναι πολύ καλός και σήμερα, αλλά αντί να καθίσουμε με την ησυχία μας στην παραλία, τα κορίτσια αποφάσισαν να πάμε στην καινούργια καφετέρια του χωριού. Φυσικά δεν μπόρεσα να φέρω αντίρρηση, γιατί είναι δύο και είμαι μία, οπότε αναγκάστηκα να υποκύψω.
«καλά ε, ο Χρήστος το έκανε τέλειο το μαγαζί»
Σχολιάζει με θαυμασμό η Ιωάννα μόλις καθόμαστε στους καναπέδες.
«όντως, αν και να πω την αλήθεια, δεν το περίμενα από τον συγκεκριμένο»
Αποκρίνεται η Σοφία, πετώντας το πικρόχολο σχόλιο της. Εντάξει, εδώ που τα λέμε, ο Χρήστος δεν είναι και το πιο σοβαρό άτομο του χωριού. Να θυμίσω το γεγονός ότι από το δημοτικό ήθελε να με παντρευτεί!
«βρε βρε, καλώς τις κοριτσάρες»
Αναφωνεί ο Χρήστος, μόλις φτάνει κοντά στο τραπέζι μας.
«γειά σου Χρήστο»
Τον χαιρετάει η Ιωάννα, συνοδευόμενο με ένα χαμόγελο.
«γειά»
Αποκρίνεται μέσα από τα δόντια της η Σοφία, δείχνοντας καθαρά την δυσαρέσκεια της.
«γειά σου Χρήστο»
Λέω, και αμέσως το βλέμμα του στρέφεται στο πρόσωπο μου.
«τι να σας φέρω;»
«δύο καπουτσίνο γλυκούς και μια κρύα σοκολάτα για την Κατερίνα»
Η Σοφία δίνει γρήγορα τις παραγγελίες μας, χωρίς περιττά λόγια.
«έρχονται αμέσως!»
Αναφωνεί ο Χρήστος, πριν φύγει από το τραπέζι μας.
«τον είδες πως σε κοίταζε;»
Με ρωτάει η Ιωάννα, σπρώχνοντας με μαλακά με τον αγκώνα της.
«ναι, τον είδα»
«αηδία σκέτη»
Πετάει η Σοφία, κάνοντας με να γελάσω.
«εσύ αρχικά σταμάτα να είσαι τόσο ξινή με τους ανθρώπους γύρω σου»
Της πετάει με αγανάκτηση η Ιωάννα. Ειλικρινά, λατρεύω τους ψευτοκαβγάδες τους. Θα μπορούσα να τις ακούω για ώρες και να γελάω.
«καλέ, ποιος κούκλος είναι αυτός;»
Λέει ξαφνικά η Σοφία, κοιτάζοντας μπροστά.
«ποιος; ποιος;»
Ρωτάει η Ιωάννα, ψάχνοντας τον με το βλέμμα της. Τώρα αρχίζω να γίνομαι και γω περίεργη. Ανασηκώνω ελαφρώς το σώμα μου, αντιγράφοντας τις κινήσεις της Ιωάννας.
«στην είσοδο ρε γκαβές!»
Αμέσως στρέφουμε την προσοχή μας στην είσοδο του μαγαζιού. Τότε είναι που νιώθω τα άκρα μου να μουδιάζουν από το σοκ.
«νομίζω ότι σε κοιτάζει Κατερίνα»
Ψιθυρίζει η Ιωάννα ενθουσιασμένα δίπλα μου, τραβώντας με μανία την μπλούζα μου. Υπό άλλες συνθήκες, ίσως να έλεγα ότι η κολλητή μου έχει άδικο, αλλά τώρα δεν μπορώ να διαφωνήσω μαζί της. Όντως, ο Αχιλλέας κοιτάζει εμένα, έντονα, πολύ έντονα.
«εμ, καρφώνεστε»
Λέει σιγανά η Σοφία, χτυπώντας με ελαφρώς με τον αγκώνα της στα πλευρά.
«άου»
Αναφωνώ, στρέφοντας το βλέμμα μου επάνω της.
«τι;»
«μας βλέπουνε κι άλλοι. Και ξέρεις ότι το χωριό μιλάει γρήγορα, ειδικά για ερωτικές ιστοριούλες»
Απαντάει, ανασηκώνοντας πονηρά το φρύδι της. Όντως, εδώ μέσα βρίσκεται το μισό χωριό, και έτσι και καταλάβουν ότι τον γνωρίζω... πω πω, ποιος ακούει μετά την μάνα μου.
«ωχ, έρχεται προς τα εδώ!»
Μας ανακοινώνει ξαφνικά η Ιωάννα, κάνοντας με να ισιώσω απότομα το σώμα μου.
«καλησπέρα σας»
Λέει, ενώ τώρα στέκεται απέναντι μας, με το ένα χέρι τοποθετημένο στην τσέπη του τζιν του, και με το στραβό χαμόγελο να στολίζει το γοητευτικό του πρόσωπο.
«καλησπέρα»
Λένε ομόφωνα τα κορίτσια.
«τι κάνεις Κατερίνα;»
Με ρωτάει, τονίζοντας το όνομα μου. Υποθέτω ότι τώρα προσπαθεί να μου αποδείξει πόσο καλός είναι στο να μαθαίνει πληροφορίες για τους άλλους. Περνάω νευρικά μια τούφα πίσω από το αυτί μου.
«καλά. Εσύ;»
«καλά και γω. Σας πειράζει να καθίσω για λίγο μαζί σας;»
«μα φυσικά και όχι!»
Απαντάει αμέσως η Ιωάννα, κάνοντας με να κοκκινίσω. Τι να πω τώρα εγώ; Παρατηρώ το χαμόγελο του να γίνεται ένα κλικ μεγαλύτερο, την στιγμή που κάθεται δίπλα μου.
«σας ευχαριστώ»
Λέει, και το βλέμμα του στρέφεται ξανά στο δικό μου.
«δεν μου ήταν και πολύ δύσκολο τελικά να μάθω το όνομα σου»
Προσθέτει, απευθυνόμενος σε μένα αυτή την φορά. Ρίχνω μια σύντομη ματιά στα κορίτσια. Φαίνονται απασχολημένες, κοιτάζοντας με ενδιαφέρον κάτι στο κινητό της Σοφίας. Στην πραγματικότητα όμως ξέρω ότι ακούνε και βλέπουνε τα πάντα. Αυτή είναι η κλασική τακτική τους.
«δεν έπρεπε να περάσεις από το συνεργείο»
«γιατί; φοβάσαι μην ακουστεί τίποτα στο χωριό;»
Ρωτάει, δείχνοντας άνετος. Που να ξερε πόσο τρομακτική μπορεί να γίνει η μάνα μου.
«πόσο χρονών είσαι;»
Ξανά ρωτάει, ανασηκώνοντας παιχνιδιάρικα το φρύδι του.
«είκοσι ένα»
Απαντάω, αφήνοντας παράλληλα έναν αναστεναγμό.
«είσαι αρκετά μεγάλη για να ασχολείσαι με τα κουτσομπολιά του χωριού»
«οι γονείς μου είναι το πρόβλημα, όχι το χωριό»
Αποκρίνομαι, δείχνοντας περισσότερη ειρωνεία από όσο θα θελα.
«φοβούνται μήπως με εκθέσεις στην κοινωνία;»
Ρωτάει, τρίβοντας δήθεν σκεπτικός το πιγούνι του. Άθελά μου γελάω.
«να σε εκθέσω εγώ;»
«ναι, εσύ»
Απαντάει, δείχνοντας σοβαρός, αλλά η ευθυμία λάμπει καθαρά μέσα στα καστανά του μάτια. Τα σκεφτόμουν πολύ έντονα αυτά τα μάτια εχθές το βράδυ. Υποθέτω ότι απόψε θα τα σκέφτομαι ακόμη πιο έντονα.
«είσαι τρελός»
Μουρμουρίζω, κουνώντας καρτερικά το κεφάλι μου. Εκείνος ανασηκώνει αθώα τους ώμους του.
«μπορεί»
Λέει και εκείνη την στιγμή, ακούω έναν δυνατό κρότο. Αμέσως ισιώνω το σώμα μου, για να δω τον Χρήστο να στέκεται πάνω από το τραπέζι μας.
«οι καφέδες σας»
Γρυλίζει καθώς αφήνει και το δεύτερο ποτήρι με την ίδια δύναμη πάνω στο τραπέζι.
«μπορείς σε παρακαλώ να μου φέρεις έναν καπουτσίνο μέτριο;»
Τον ρωτάει με ευγένεια ο Αχιλλέας.
«αναλόγως»
Μουρμουρίζει και μετά φεύγει από το τραπέζι μας. Έχει νεύρα αυτός, αλλά δεν καταλαβαίνω γιατί. Το βλέμμα μου ξανά στρέφεται στον Αχιλλέα, ο οποίος δεν φάνηκε να επηρεάστηκε από την αλλόκοτη συμπεριφορά του Χρήστου.
«αυτό το χωριό γίνεται όλο και πιο περίεργο»
Σχολιάζει σιγανά, κάνοντας με να γελάσω.
«γίνεσαι κακός»
Αποκρίνομαι με τον ίδιο τόνο.
«μπορεί, αλλά θα με διορθώνεις εσύ»
Η απάντηση του με αφήνει εμβρόντητη. Να τον διορθώνω εγώ; τι σημαίνει αυτό; βασικά, πρέπει να το πάρω τώρα αυτό στα σοβαρά; Μάλλον αυτός ο άντρας είναι μεγαλύτερο μυστήριο από ότι νόμιζα.

Βρέχει αστέριαTahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon