Κατερίνας POV
Τον παρακολουθώ να πετάγεται από το κρεβάτι σαν ελατήριο.
«Αχιλλέα-»
«μην βγεις από δω μέσα, μ'άκουσες;»
Λέει προειδοποιητικά, υψώνοντας αυστηρά τον δείκτη του. Κουνάω θετικά το κεφάλι μου, δείχνοντας του ότι κατάλαβα.
«δεν θα αργήσω»
Προσθέτει κάπως πιο ήπια αυτή την φορά. Μόλις βγαίνει από το δωμάτιο, πηγαίνω αθόρυβα από πίσω του και κρύβομαι στον τοίχο δίπλα από το κεφαλόσκαλο.
«τι σκατά κάνεις;»
«εσύ τι σκατά κάνεις! Συμφωνήσαμε να την διώξεις, γιατί είναι ακόμα εδώ;»
Γνωστή φωνή έχει αυτή η γυναίκα, κάπου την έχω ξανά ακούσει. Αλλά για κάτσε, τι συμφώνησαν; ποια να διώξει; εμένα;
«μόλις γύρισα στο σπίτι την βρήκα σε άθλια κατάσταση, τι ήθελες; να την αποτελειώσω;»
«δεν με νοιάζει πως θα αισθανθεί, το μόνο που θέλω είναι να φύγει από τις ζωές μας! Πρώτα είχαμε δερβέναγα τον πατέρα σου, και τώρα έχουμε αυτήν!»
Για εμένα μιλάνε, τώρα είμαι σίγουρη. Αλλά δεν μπορώ να καταλάβω τι προσπαθεί να πει αυτή η γυναίκα. Γιατί να με διώξει ο Αχιλλέας;
«Εύα, φύγε σε παρακαλώ»
«δεν πρόκειται να πάω πουθενά! Σήμερα θα τα μάθει όλα, και μάλιστα από μένα!»
Εύα; κάποια είχα γνωρίσει πρόσφατα με αυτό το όνομα. Εύα... Εύα! σωστά! Η γυναίκα που βρισκόταν μαζί μας στο νοσοκομείο, η φίλη και συνεργάτης του Αχιλλέα, εκείνη που μου είχε απαγορεύσει να της μιλάω. Αλλά για στάσου, τι έχει να μου πει; τι πρέπει να μάθω δηλαδή;
«που είναι; επάνω;»
«Εύα, σταμάτα γαμώ την τρέλα σου! Θα σε ακούσει!»
«αυτό θέλω Αχιλλέα μου, γιατί αν περιμένω από εσένα, δεν θα τα μάθει ποτέ!»
«τι να μάθω δηλαδή;»
Ρωτάω καθώς εμφανίζομαι στο κεφαλόσκαλο. Τα βλέμματα τους καρφώνονται επάνω μου.
«Κατερίνα, πήγαινε μέσα»
Με προστάζει ο Αχιλλέας.
«όχι, δεν έχει να πάει πουθενά. Σήμερα θα μάθει την αλήθεια, τώρα, εδώ, αυτή την στιγμή!»
Η Εύα φαίνεται εκτός ορίων, σαν να μην μπορεί να ελέγξει πλέον τον εαυτό της. Έξω έχει αρχίσει ήδη να βροντάει, σαν να με προειδοποιεί κάποιος για την καταιγίδα που πλησιάζει. Το βλέμμα της στρέφεται αποφασιστικά στο δικό μου.
«ο γάμος σου με τον Αχιλλέα είναι ψεύτικος. Έγινε μόνο και μόνο για να μπορέσει να πάρει το εργοστάσιο από τα χέρια του πατέρα του»
«Εύα, σταμάτα»
Της λέει απειλητικά εκείνος. Την κοιτάζω νιώθοντας μπερδεμένη.
«τι λες;»
«δεν κατάλαβες κοριτσάκι μου; Ο γάμος σας ήταν ψεύτικος! Ο κύριος από εδώ σε εξαπάτησε για να καταφέρει να πάρει το εργοστάσιο από τον πατέρα του»
«Εύα, σκάσε!»
Η φωνή του Αχιλλέα την κάνει να σωπάσει και μένα να τιναχτώ από την έκπληξη. Τι είπε μόλις τώρα; ο γάμος μας... ψεύτικος; για το εργοστάσιο; μα... μα πως κολλάνε όλα αυτά;
«φύγε από το σπίτι τώρα»
«η δική μου θέση είναι εδώ, μαζί σου. Αυτή θα έπρεπε να φύγει»
«είπα φύγε από το σπίτι μου, τώρα!»
Πετάει ακόμα πιο φωναχτά, κάνοντας ένα απειλητικό βήμα προς το μέρος της. Εκείνη χαμογελάει σαρκαστικά πριν ακολουθήσει τελικά την εντολή του και βγει από το σπίτι.
«Κατερίνα, άφησε με να σου εξηγήσω»
«τι ήταν αυτά που έλεγε;»
Ρωτάω καθώς κατεβαίνω δύο δύο τα σκαλιά. Η καρδιά μου έχει αρχίσει ήδη να ανεβάζει επικίνδυνα τους παλμούς της. Νομίζω πως έχω σχεδόν καταλάβει τι προσπαθούσε να μου πει εκείνη, αλλά χρειάζομαι μια καλύτερη ανάλυση από τον ίδιο.
«Κατερίνα, δεν είναι έτσι όπως νομίζεις»
«Αχιλλέα, εξήγησε μου απλά τι σκατά συμβαίνει!»
Πετάω απότομα, μόλις φτάνω κοντά του. Τον βλέπω να με κοιτάζει ανήσυχος, ίσως και φοβισμένος. Περνάει το χέρι από τα μαλλιά του, ανακατεύοντας τα.
«δεν ήθελα να φτάσουμε σε αυτό το σημείο»
«τώρα όμως φτάσαμε, για αυτό ξεκίνα!»
Ξαφνικά νιώθω μια παράξενη σιγουριά να πηγάζει από μέσα μου. Στέκομαι μπροστά του και περιμένω να ακούσω την αλήθεια, χωρίς να φοβάμαι, χωρίς να τρέμουν τα πόδια μου. Τον κοιτάζω απευθείας μέσα στα μάτια και νιώθω έτοιμη να τον αντιμετωπίσω.
«ο πατέρας μου μου έθεσε έναν όρο για να αποκτήσω ολοκληρωτικά το εργοστάσιο»
Ξεκινά να μιλάει, με σιγανή φωνή.
«και ποιος ήταν αυτός ο όρος;»
Ρωτάω, σταυρώνοντας τα χέρια στο στήθος μου. Τον παρακολουθώ να παίρνει μια βαθιά ανάσα, πριν αποφασίσει να μου απαντήσει.
«να παντρευτώ οποιαδήποτε άλλη γυναίκα, πέρα από την Εύα. Βλέπεις, δεν την ενέκρινε ποτέ για νύφη του, μιας και πίστευε ότι το μόνο που ήθελε από εμένα... ήταν τα λεφτά μου»
Ένα ειρωνικό γελάκι ξεφεύγει από τα χείλη του μόλις τελειώνει την πρόταση του. Παραμένω σιωπηλή, περιμένοντας υπομονετικά για την συνέχεια.
«την ημέρα που τρακάραμε, κατάλαβα ότι εσύ ήσουν η ευκαιρία που έψαχνα...»
Παρατηρώ ένα... τρυφερό ίσως χαμόγελο να απλώνεται αργά στο πρόσωπο του.
«σκέφτηκα: κορίτσι του χωριού, με γνωστή οικογένεια, καλή, γλυκιά, ότι ακριβώς χρειάζομαι»
Το βλέμμα του στρέφεται στο δικό μου, κάνοντας με ξαφνικά να ξυπνήσω από τον λήθαργο μου.
«όταν εκείνος ο τύπος σε απείλησε ότι θα αποκαλύψει την σχέση μας, τότε ήταν που κατάλαβα ότι εκείνη ήταν η τέλεια ευκαιρία για να βάλω σε εφαρμογή το σχέδιο μου. Η καλύτερα, το σχέδιο της Εύας»
Δεν ξέρω γιατί, αλλά δεν νιώθω την ανάγκη να μιλήσω. Παραμένω λοιπόν σιωπηλή, να τον κοιτάζω κάτω από διαφορετικό φως.
«δεν ήθελα να σου το κάνω αυτό Κατερίνα. Όμως αυτός ήταν ο μοναδικός τρόπος για να μπορέσω να κρατήσω την Εύα κοντά μου»
Τώρα με κάνει να αισθάνομαι ακόμα πιο ηλίθια. Δηλαδή εδώ και πέντε μήνες... ζω σε ένα ψέμα. Δε δεν μπορεί να το χωρέσει το μυαλό μου!
«σε παρακαλώ, φώναξε μου, χτύπα με, αλλά μην μένεις έτσι. Αυτή η απάθεια... είναι χειρότερη από κάθε κατηγορία»
Προσθέτει, κάνοντας ένα βήμα προς το μέρος μου. Και τι περιμένει λοιπόν να πω; τι άλλο έμεινε για να του πω δηλαδή; Πέντε μήνες... πέντε μήνες γεμάτοι ψέματα και κοροϊδία. Γιατί να τύχει σε μένα αυτό; τι κακό έχω κάνει για να αξίζω μια τέτοια προδοσία;
«σε τι σου έφταιξα εγώ, μπορείς να μου πεις;»
Ρωτάω σιγανά.
«εσύ ήσουν απλά το δόλωμα»
Απαντάει, κοιτάζοντας με με θλίψη. Δηλαδή όλες εκείνες οι στιγμές που περάσαμε μαζί, δεν σήμαιναν τίποτα, ήταν απλά ένα καλοστημένο θέατρο. Ένας οξύς πόνος διαπερνά την καρδιά μου, σαν να έσπασε το βέλος του έρωτα. Αυτός ο άντρας θα σε καταστρέψει. Πόσο δίκιο είχε τελικά η μάνα μου. Ο πατέρας του με είχε προειδοποιήσει τότε, τα κορίτσια που μου πρότειναν να τον παρατήσω την τελευταία στιγμή, η συμπεριφορά του τον τελευταίο καιρό απέναντι μου... γιατί δεν τα είδα όλα αυτά πιο πριν; γιατί αγνόησα όλα εκείνα τα σημάδια που μου έδειχναν ξεκάθαρα την αλήθεια; Χρειάζομαι αέρα, δεν μπορώ να μείνω εδώ μέσα, θέλω αέρα. Χωρίς να το επεξεργαστώ καν μέσα στο μυαλό μου, βγαίνω τρέχοντας έξω, στην δυνατή βροχή.
«Κατερίνα, περίμενε!»
Παραδόξως το σώμα μου τον υπακούει και τα πόδια μου σταματάνε.
«δεν ήθελα να γίνουν έτσι τα πράγματα, σου το ορκίζομαι. Όταν άρχισα να σε γνωρίζω... όταν κατάλαβα πόσο καλός άνθρωπος είσαι....»
Τώρα στέκεται μπροστά μου, αλλά η βροχή πέφτει τόσο ορμητικά επάνω μας, που σχεδόν θολώνει την όραση μου. Με το ζόρι πλέον μπορώ να ξεχωρίσω την αλήθεια από το ψέμα στο πρόσωπο του. Τα χέρια του απλώνονται προς το μέρος μου, προσπαθώντας να με αγγίξουν. Αμέσως κάνω δύο βήματα πίσω, απαγορεύοντας του να κάνει οποιαδήποτε κίνηση.
«μην με αγγίζεις»
Η στεναχώρια έχει τρυπήσει πλέον την καρδιά μου. Δεν αντέχω ούτε καν να μοιράζομαι τον ίδιο αέρα μαζί του.
«σε σιχαίνομαι»
Εκείνος κάνει ένα διστακτικό βήμα κοντά μου, απλώνοντας ξανά τα χέρια του προς το μέρος μου.
«Κατερίνα, άφησε με να σου εξηγήσω-»
«δεν θέλω να σε ξαναδώ ρε, το καταλαβαίνεις; σε σιχαίνομαι!»
Φωνάζω, νιώθοντας πλέον εκτός ελέγχου. Αμέσως κάνω μεταβολή, για να φύγω από κοντά του. Δεν περίμενα ποτέ ότι θα ζήσω αυτή την στιγμή, πόσο μάλλον με τον μοναδικό άντρα που αγάπησα.
![](https://img.wattpad.com/cover/297482255-288-k688267.jpg)
ESTÁS LEYENDO
Βρέχει αστέρια
No FicciónΚάτω από τον σκοτεινό ουρανό, με μάρτυρες τα αστέρια, τότε ήταν που ενώθηκαν οι ματιές μας. Εκείνη ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα ότι αυτός ο άνθρωπος ζούσε μέσα μου, ότι ανέπνεε από το δικό μου οξυγόνο, έβλεπε μέσα από τα δικά μου μάτια.