Κεφάλαιο 9: Viviana

174 15 1
                                    

Τα βήματα μας ήταν συγχρονισμένα. Περπατούσε λίγο πιο μπροστά από εμένα και εγώ τον ακολουθούσα χωρίς να ξέρω τον προορισμό. Η καρδιά μου έτρεμε όμως τα πόδια μου καθώς ακολουθούσαν με την θέληση τους παρά τις φωνές που κυρίευαν το μυαλό μου.

Άνοιξε την πόρτα του απομονωμένου από το υπόλοιπο κάστρο δωματίου. Το δωμάτιο ήταν αρκετά άδειο με λευκούς τοίχους. Πολλά ξίφη, άσπρες στολές και προστατευτικά κράνη.

Δωμάτιο ξιφασκίας. Αυτό πρέπει να ήταν.

"Εδώ κάνω ξιφασκία, συνήθως με τον αδερφό μου" έκανα μια αργή στροφή γύρω από τον εαυτό μου για να παρατηρήσω τον χώρο.

Ζεστός, προσωπικός.

"Είναι το αγαπημένο μου δωμάτιο στο παλάτι" κοιταχτήκαμε, ένα χαμόγελο φάνηκε στα χείλη μου και μου το ανταπέδωσε και αυτός με την σειρά του. "Δεν συνηθίζω να φέρνω κόσμο εδώ μέσα αλλά..." η τελευταία του πρόταση ήταν σιγανή σχεδόν σαν να μετάνιωσε που βγήκε από το στόμα του. Δεν συνηθίζει να φέρνει κόσμο εδώ μέσα αλλά... έφερε εμένα; Έβαλε τα χέρια του μέσα στις τσέπες του μαύρου του παντελονιού και στήριξε το σώμα του πάνω στην ανοιχτή πόρτα. Ήταν κάτι τόσο απλό, αλλά έτσι όπως το έκανε εκείνος ήταν τόσο ελκυστικό. Όταν τα μάτια του συνάντησαν ξανά τα δικά μου, ένιωσα μια ανατριχίλα σε όλο μου το σώμα "Έχεις ξανά κάνει ξιφασκία;"

"Δεν έτυχε" έκλεισε την πόρτα και άρχισε να περπατάει κοντά μου. Αργά και βασανιστικά. Ένιωσα ένα πρωτόγνωρο πεταλούδισμα στο στομάχι.

"Μπορώ να σου δείξω μερικές κινήσεις" ένιωσα κάθε τρίχα στο σώμα μου να σηκώνεται από τον ήχο της φωνής του. Βαθιά, αισθησιακή. Σαν πρόκληση. "Αν θες..." ένα μικρό παιχνιδιάρικο χαμόγελο εμφανίστηκε στο πρόσωπο του και εγώ χωρίς να το ελέγξω έγνεψα ναι ανήμπορη να μιλήσω.

Με κοίταξε βαθιά στα μάτια για μερικά δευτερόλεπτα και έπιασε ένα ξίφος. Ξεροκατάπια όταν με πλησίασε και στάθηκε πίσω μου χωρίς τα σώματα μας να ακουμπούν αλλά ήταν σαν να ένιωθα το βάρος του σώματος του πάνω στο δικό μου. Μου έδωσε το ξίφος και όταν τύλιξα το χέρι μου γύρω του, τύλιξε και αυτός το χέρι του πάνω από το δικό μου. Το αριστερό του χέρι ακούμπησε την μέση μου και σταμάτησε εκεί, κλειδώνοντας μας έτσι.

Τόσο κοντά, αλλά τόσο μακριά.

Αρχίσαμε να κινούμαστε ρυθμικά, ένα βήμα μπροστά, δύο βήματα πίσω. Μπροστά το ξίφος, πίσω το ξίφος.

Η Χαμένη ΠριγκίπισσαWhere stories live. Discover now