Περπατάμε για λίγα λεπτά τώρα μέχρι που μπένουμε σε ένα μπαρ. Είναι γεμάτο και νιώθω λίγο άβολα,δεν είχα πάει σε τέτοιο μπαρ πιο πριν. Ο Δημήτρης με πιάνει όλη την ώρα από το χέρι και πηγαίνουμε κοντά σε κάτι φίλους του. 4 αγόρια και 2 κορίτσια.
''-Όρε δημήτρη,καινούργιο πρόσωπο; Χάθηκες ρε αδελφέ.'',λέει και τον αγγαλιάζει αδελφικά ένας ξανθός γαλανομάτης.
Η μαυρομάλλα κοπέλα μας κοιτάει κάπως..στεναχωρημένα. Τον αγγαλιάζει και του ψιθυρίζει κάτι,δεν μπορώ να ακούσω τι αν κι είμαι δίπλα του.
όλοι είναι μες στη τρελή χαρά εκτός από εμένα,που νιώθω άβολα και τη μαυρομάλλα κοπελίτσα. Θυμούνται τα παλιά και ο Δημήτρης γελάει. Μου αρέσει που τον βλέπω να γελάει αλλά θα ήθελα να τον κάνω να γελάει μόνο εγώ.
''-Θέλεις να φύγουμε;''μου λέει σιγανά στο αυτί,μάλλον κατάλαβε οτι έχω βαρεθεί.
Του γνέφω θέλοντας να του ζητήσω συγγνώμη που τον πέρνω μακρυά από την παρέα του που έχει να τους δει ένα χρόνο και με πιάνει από το χέρι. Τους χερετάει όλους και φεύγουμε από το μπαρ. Βγαίνουμε από το μαγαζί και γελάει πονηρά.
''-Κοίτα τι τσάκωσα..'' λέει και μου δείχνει το γεμάτο μπουκάλι μπέρμπον που τσάκωσε από το μπαρ.
Προχωράμε και καθόμαστε σε ένα παγκάκι,σε ένα πάρκο,κάτω δεν θα δεις ούτε τσίχλα,είναι όλα τόσο καθαρά. Προσπαθεί να ανοίξει το μπουκάλι,έχει ήδη πιεί τρία ποτήρια βότκα και είναι ζαλισμένος.
''-Πιές μωρό μου.'' λέει και μου δίνει το μπέρμπον. Δεν είχα ξαναπιεί. Έχει μια γλυκιά και ταυτόχρονα πικρή γεύση και με τσούζει λίγο. Είναι ωραίο,πιο ωραίο από τη βότκα,και πιο δυνατό.
Το στόμα μου βρωμάει από τη μυρωδιά του αλκοολούχου ποτού το ίδιο και του Δημήτρη,όμως αυτό δεν μας απασχολεί και φιλιόμαστε. Θέλω να τον νιώσω πιο δικό μου και έτσι τον πιάνω και τον καθοδηγώ για το σπίτι.
'-Εμ.μπορείς να μας πας σπίτι; '' λέω γιατί δεν θυμάμαι τον δρόμο. Γελάει και με τραβάει,σχεδόν τρέχουμε,οι δρόμοι είναι άδειοι,είναι 3 και είμαστε μόνοι στο δρόμο.
Ούτε καν αυτοκίνητα περνάνε. Ξαπλώνει στο δρόμο. Τι σκατά κάνει; αν περάσει ένα αμάξι και ωχ. Μου κάνει νόημα να πάω να ξαπλώσω δίπλα του,πηγαίνω.
''-Ξέρεις..πάντα ήθελα να κάνω οικογένεια.''λέει και τον κοιτάω περίεργα,δεν περίμενα να μου πει τέτοιο πράγμα,δεν φένεται για παιδί που θέλει γάμο και οικογένεια.
''-Ναι,ξέρω δεν μου φένεται. Αλλά θα ήθελα πολύ να έχω μια κόρη και να τη προστατεύω από όποιον μπάσταρδο πάει και τη πειράξει.'' θα γινόταν πολύ καλός και υπερπροστατευτικός πατέρας.
Ανεβαίνει πάνω μου και αρχίζει να με φιλάει. Όμως νιώθω άβολα και το καταλαβαίνει κι έτσι πηγαίνουμε σπίτι. Όλα τα φώτα είναι κλειστά και δεν τα ανοίγουμε. Σοντάφτουμε παντού αλλά δεν μας νοιάζει. Πηγαίνουμε στην κουζίνα και πάνω στον πάγκο με κάνει δική του. Θέλω να κάνω κάτι για να τον ευχαριστήσω όπως με ευχαριστεί κάθε φορά αυτός. Του ανοίγω το φερμουάρ από το παντελόνι και του το κατευάζω. Συνεχίζω να τον φιλώ πιο κάτω. Είναι λες και διαβάζει το μυαλό μου και βγάζει το μποξεράκι του. Κατευαίνω κάτω. Είχα λίγες αμφιβολίες αλλά δεν το πολύ σκέφτομαι και το κάνω. Γονατίζω και βάζω στο στόμα μου το πουλί του. Νιώθω κάπως,το γλύφω και προσπαθώ να καταλάβω αν αυτό του αρέσει,μου χαιδεύει τα μαλλιά και αναστενάζει.
''-Αχ άντζελα.''του ξεφεύγει.
Συνεχίζω να το κάνω για λίγα λεπτά και νιώθω κάτι υγρό στο στόμα μου. Χύνει και δεν αηδιάζομαι λίγο,έτσι απομακρύνομαι. Τον κοιτάω στα μάτια και αυτός το ίδιο.
''-Σου άρεσε;'΄τον ρωτάω ενώ είμαστε ήδη ξαπλωμένοι και γυμνοί στο καναπέ του σαλονιού. Είμαστε σκεπασμένοι μόνο με ένα σεντόνι.
''-Φυσικά και μου άρεσε,και πιο πολύ επειδή το έκανες εσύ.''λέει και λιώνω,λατρεύω να τον κάνω χαρούμενο!
Κοιμόμαστε στον καναπέ,είναι μεγάλος και μας χωράει και τους δύο .Είμαι στην αγγαλιά του ως συνήθως,μυρίζοντας και χαιδεύοντας το γυμνό κορμί του. Δεν έχει τρίχες στο στήθος και μου αρέσει πολύ.
YOU ARE READING
Dangy
RomanceΜετά τον επικό έρωτα του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας, της Κάθριν και του Χίθκλιφ, της Ελίζαμπεθ και του Ντάρσι, της Ελένας και του Ντέιμον, της Αναστέζιας και του Κρίστιαν, έρχεται το μεγάλο πάθος της Αγγελικής και του Δημήτρη. #thanks #for #reading