Untitled Part 37

22 3 1
                                    

//..\\

Έχει ξημερώσει και ο Δημήτρης ακόμα κοιμάται. Παίρνω το μπαμπά μου τηλέφωνο,δεν θέλω να ανησυχεί. Δεν το σηκώνει και αφήνω μήνυμα στο τηλεφωνητή του.

<<Μπαμπά η Άντζελα είμαι..θέλω να ξέρεις ότι είμαι μια χαρά,μένω μαζί με το Δημήτρη στο σπίτι του,είναι στο κέντρο και με φροντίζει,ίσως καλύτερα από ότι η μαμά..σε αγαπώ μην ανησυχείς για εμένα!>>

''-Μόνη σου μιλάς;''λέει ο δημητρης και πειράζει με τα δάκτυλα του τα μαλλιά του,αυτά τα τόσο υπέροχα μαλλιά.

''-Με τον μπαμπά μου..''απανταώ

''-Ααα..ναι ε σήμερα μας..δηλαδή με κάλεσαν σε ένα πάρτι..''

''-Πάρτι; ποιανού;''

''-Βασικά,δεν είναι ότι τρελένομαι να πάω,δηλαδή αν δεν έρθεις δε θα πάω..της Εύουζ είναι.''

''-όχι εντάξει..θα πάμε.'' λέω και νευριάζω τόσο πολύ που τον κάλεσε αλλά χαίρομαι που δεν θα πήγενε αν δεν πήγενα. θα πάω και θα ξέρουν όλες ότι είναι δικός μου κ εγώ δική του. Πηγαίνω στο φαρμακείο να πάρω τα χάπια μας,μοιραζόμαστε τα πάντα ακόμα κι αυτό

''-Άντζελα;''μια φωνή πίσω μου με κάνει να γυρίσω,έχω μόλις βγει από το φαρμακείο,τα φάρμακα ήταν πανάκριβα αλλά εντάξει. Γυρνάω και είναι ο Χρήστος. Ω θέε μου,θα μου αρχίσει την ανάκριση και δεν έχω καμία όρεξη.

''-Γεια σου Χρήστο.''

''-Τι κάνεις; πως είσαι; ''

''-μια χαρά εσύ;''όντως είμαι καλά,έχω το Δημήτρη στη ζωή μου κι είμαι τέλεια.

''-κι εγώ. με την Μάριαζ χωρίσαμε.''

''-Κι χέρεσαι; νόμιζα την ήθελες πολύ.''

''-αυτή με χώρισε.''

''-θα σε ρωτούσα γιατί..αλλά μπορεί να μη θες να μου πεις..''

''-θέλω..αλλά όχι εδώ.θες να βγούμε σημερα;''

''-'εχω κανονίσει με το Δημήτρη,μπορούμε όμως αύριο το πρωί για καφέ,ε τι λες;''

''-Ε ναι εντάξει..θα έρθω να σε πάρω στις 12.''λέει και φεύγει ο καθένας από το δρόμο του.

//..\\

Η 'ωρα έχει πάει 4 και ετοιμάζω ομελέτα για τον Δημήτρη. ΄Του βάζω να φάει και πιάνει τα μαχαιροπίρουνα τόσο όμορφα,τρώει τόσο όμορφα τα κάνει όλα τόσο τέλεια που δεν χορταίνω να τον παρατηρώ. Φοβάμαι ότι θα καρφωθώ και δεν θα του αρέσει,δεν του αρέσει ποτέ που τον κοιτάζω,αλλά πως γίνεται να μην κοιτάζεις αυτόν τον άνθρωπο;

Ο Δημήτρης τελειώνει το γεύμα του και μου δίνει ένα φιλί ευχαρίστησης στο μάγουλο για τον κόπο μου,δεν καταλαβαίνει όμως ότι δεν είναι κόπος,λατρεύω να τον περιποιούμαι. Σηκώνεται και πηγαίνει στον καναπέ,αποκοιμιέται. Κοιμάται τόσο όμορφα. Κάθομαι δίπλα του και τον χαιδεύω τα δάκτυλα των χεριών του. Ενστικτιωδώς ή όχι κάνει το ίδιο,και μουρμουρίζει από μέσα του..<<σε αγαπώ Άντζελα.>>. Ω θεέ μου το όνομα μου βγένει από το στόμα του και ακούγεται αγγελικά. Ανοίγει ελαφρώς το μάτι του και έρχεται γρήγορα προς το μέρος μου. Με φιλάει,ω λατρεύω να με φιλάει. Με σπρώχνει πίσω και είμαστε μαζί αγγαλιά στον καναπέ . Τον καναπέ μας.

Η ώρα περνάει τόσο ωραία μάζί του,δεν μιλάμε,απλά κοιταζόμαστε και ακουμπιόμαστε. Το τηλέφωνο χτυπάει και είναι ο μπαμπάς μου . Πρέπει να το απαντήσω,ανησυχεί.

''-Ν..ναι;''λέω

''-Άντζελα; κορούλα μου είσαι καλά; τι κάνεις;;''

''-Καλά είμαι μπαμπά,σου είπα να μην ανησυχείς..''

''-Δεν μπορώ να το κάνω αυτό..η μαμά σου ανησυχεί επίσης το ίδιο..γύρνα πίσω.''με παρακαλάει

''-όχι μπαμπά..τα συζητήσαμε αυτά..δεν θα γυρίσω.θα τα πούμε μπαμπά.τα λέμε.''λέω και του κλείνω το τηλέφωνο.

Το ύφος του Δημήτρη με ρωτάει αν είμαι καλά και του κάνω νεύμα. Η ώρα έχει πάει 6 και πρέπει να αρχίσω να ετοιμάζομαι.

Πηγαίνω στο δωμάτιο μας,και επιλέγω να φορέσω το καινούργιο φόρεμα μου,που είχα πάρει πολύ΄πριν γνωρίσω τον Δημήτρη αλλά ποτέ δεν το είχα φορέσει. Είναι κόκκινο σκούρο,σχετικά κοντό λίγο πιο κάτω από τους μηρούς μου και από πίσω είναι καλημένο με δαντέλα. Το κόκκινο επίσης σουτιέν μου αγνοφένεται από πίσω και μάλλον δεν θα αρέσει στον Δημήτρη. Τα μάυρα μου γοβάκια στολίζουν τα παππούτσια μου και δεν φοράω κανένα κόσμημα. Βάζω μια λεπτή γραμμή αιλάινερ και λίγο σκούρο κόκκινο μολύβι στα χείλη μου. Αφήνω τα μαλλιά μου στο φυσικό τους μπουκλέ και βγαίνω στο σαλόνι. Η ανάσα μου σταματάει. Ο Δημήτρης φοράει την ριχτή μάυρη του διαφανές μπλούζα με έναν αριθμό πάνω. Είναι καινούργια και ο αριθμός γράφει 11. Τι είναι το 11; 11 ήταν όταν τον είδα πρώτη φορά τότε στον αγιασμό. Δεν θα τον ρωτήσω τι σημένει για αυτόν,τουλάχιστον όχι τώρα.

Φοράει μαύρο στενό παντελόνι και το άρωμα του είναι σκορπισμένο σε όλο το δωμάτιο. Τα μάτια του με γδύνουν και νιώθω γυμνή.

''-Ά..Άντζελα είσαι πανέμορφη.''λέει και τα μάτια του γυαλίζουν. Πόσο λατρέυω να με αποκαλεί έτσι,ή οπωςδήποτε βασικά.

''-Κι εσύ μωρό μου.''τον αποκαλώ και ξαφνιάζεται ευχάριστα.

Κατευαίνουμε και ανεβαίνουμε στο μηχανάκι του φίλου του που ακόμα το έχει ο ίδιος. Προσπαθώ να μην σκέφτομαι ότι στο πάρτι θα είναι η τσούλα Εύουζ και η ηλίθια παρέα της και ότι θα είμαι με τον άνθρωπο που αγαπώ και με αγαπάει όσο τίποτα άλλο,όλα τα άλλα είναι απλά λεπτομέριες. όσ


DangyWhere stories live. Discover now