4. Ο Αυλητής

232 16 4
                                    

Εφόσον η Άιριν φεύγει και με αφήνει μόνο μου στο ξενοδοχείο κάθομαι με τα ρούχα στον καναπέ και κοιτάζω την οροφή..Είμαι πάλι μόνος μου και ξέρω πως ίσως η Άιριν ίσως να μην ανοίξει τελικά το κουτί και ίσως να μην έρθει για να με βρει ξανά.. Παρ'όλα αυτά φαινόταν πως της είχα ξυπνήσει τις αναμνήσεις των παλιών ζωών της.. Μπελ, Χιονάτη, Κοκκινοσκουφίτσα.. Όλες αυτές οι ζωές της πιστεύω ξύπνησαν έστω και λίγο χάρη στο φλιτζάνι και σε όλα όσα της είπα... 

Έξω νύχτωνε... Σηκώνομαι και σβήνω τα φώτα προκειμένου όλο το σκοτάδι να μπορεί να μπει μέσα στο δωμάτιο.. Εφόσον μένω μόνος μέσα στο σκοτάδι αρχίζω να θυμάμαι την ενοχή μου.. " Γεια σου σκοτάδι, παλιέ μου φίλε.." αρχίζω να λέω καθώς αναμνήσεις από παλιά έρχονται στο μυαλό μου.. " Ήρθα για να μιλήσουμε μαζί ξανά.." Νιώθω τα μάτια μου να υγραίνουν , το κεφάλι μου να βαραίνει.. Θέλω να δακρύσω , να κλάψω που αν και είχα την αγάπη της Μπελ ή της Κοκκινοσκουφίτσας την πέταξα μακριά και έγινα αφορμή να πεθάνουν με αποτέλεσμα να παραμείνουν για πάντα στο μυαλό μου σαν οράματα.... Πέφτω στα σκεπάσματα και κλαίω σαν μωρό ... Τριγυρνάω στους δρόμους με το όραμα αυτό , της Άιριν να είναι ο μόνος  ήχος που φτάνει στα αυτιά μου.. Αυτός και ο ήχος της σιωπής... Τίποτα άλλο δεν μπορεί να διαταράξει την ηρεμία ή την ταραχή ή την αθωότητα στην φωνή της 'Αιριν ή τον Ήχο της Σιωπής.. 

Είδα σαν σε όνειρο να ακολουθώ την Μπελ μέσα σε ένα δάσος γεμάτο με λύκους και αρκετοί από αυτούς έτρεχαν καταπάνω της.. Η κοπέλα κράταγε ένα στιλέτο και προσπάθησε να αμυνθεί μα οι λύκοι ήταν πιο δυνατοί.. Θυμάμαι είχα τραβήξει το δικό μου και είχα εμφανιστεί μπροστά στα μάτια της ακριβώς την στιγμή που ένας λύκος πηδούσε για να την δαγκώσει στο κεφάλι... Ο λύκος επειδή δεν πρόλαβε να σταματήσει και επειδή δεν ήθελε όρμηξε με δύναμη στα χέρια μου και μου δάγκωσε σκληρά το χέρι .. Το είχε κάνει τόσο σκληρά που άφησα μια κραυγή πόνου προτού τον σκοτώσω καρφώνοντας τον λαιμό του.. Έχασα αίμα και η Μπελ το έβλεπε αλλά προσπαθούσα σαν λυσσασμένος να την προστατεύσω.. Τελικά οι λύκοι κατάλαβαν πως το πιο άγριο κτήνος τελικά είναι ένας ερωτευμένος που φοβάται να χάσει οτιδήποτε αγαπά πιο πολύ.. Έτρεξαν μακριά , όχι όμως πριν με δουν να σπάω με βία το σαγόνι ενός λύκου.Πέταξα το σαγόνι σαν να πετούσα πέτρα και η Μπελ με μετέφερε αιμόφυρτο ως το κάστρο μου... Το άλογο της είχε γίνει μάλλον τροφή για τους λύκους.

Μόλις φτάσαμε με έβαλε να καθίσω μπροστά από το τζάκι μου ενώ εκείνη έφερνε μια πετσέτα, νερό και επιδέσμους.. Γιατί την είχα τρομάξει ;;; Α ναι... Θυμήθηκα.. Της είχα πει να μην μπει ποτέ στην δυτική πτέρυγα στο τελευταίο δωμάτιο.. Εκεί έκρυβα τα ρούχα της Χιονάτης, το φόρεμά της και της Κοκκινοσκουφίτσας.. Η Μπελ με παράκουσε και την είδα να κοιτάζει ένα από τα φορέματα, να θέλει να τα δοκιμάσει..Εκεί μπήκα μέσα με θυμό και την τρόμαξα... Εκείνη έτρεξε μακριά και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να αντιμετωπίσω τους λύκους για να την σώσω.. 'Εστω, αυτό δεν έχει σημασία. Σημασία έχει πως η Μπελ με έκανε πάλι να μάθω να αγαπώ, άγγιξε την καρδιά και την ψυχή μου, μετά από τόσο καιρό με έκανε να αναπολήσω πάλι το άγγιγμα, την αίσθηση , την μυρωδιά ενός άλλου ατόμου.. Έμαθα να διαβάζω πάλι βιβλία μετά από τόσο καιρό , να λατρεύω το χιόνι και τα λουλούδια, την βροχή και το κρύο.. Εκείνη ήταν αρραβωνιασμένη με έναν στρατιώτη από το χωριό , έναν κυνηγό ,τον Γκαστόν..

The Alchemist's Apprentice  by Matt DragoneedOù les histoires vivent. Découvrez maintenant