Γελούσα πολύ στο μάθημα με τον Γιώργο. Μου έβγαζε τον καλύτερό μου εαυτό. Ενθουσιαζόταν με κάθε νέα λέξη που μάθαινε. Ακόμα θυμάμαι το παιχνίδι που κάναμε για να αποκτήσει προφορά. Άπειρες ώρες μπροστά από έναν καθρέφτη. Εκείνος μάθαινε και εγώ έβλεπα τον πιο κομματιασμένο μου εαυτό. Κι όμως... Εκείνες τις ώρες προσπαθούσα να βλέπω μια άλλη Κριστίνε. Άλλες φορές τα κατάφερνα, άλλες απλά προσπαθούσα να ξεγελάσω κυρίως τον ίδιο μου τον εαυτό.
Χαιρόμουν που βοηθούσα έναν άνθρωπο να πραγματοποιήσει τους στόχους του, τα όνειρά του. Ήταν από τους λίγους ανθρώπους που είχα γνωρίσει ως τότε στην ζωή μου που έκανε τέτοιες θυσίες για να έχει ένα καλύτερο μέλλον.
Ένιωθα πολύ άνετα μαζί του, ότι τον ήξερα χρόνια. Και τον ήξερα... Ακόμα θυμάμαι εκείνη την μέρα... Πόσο αστεία Θεέ μου... Πόσο...
Είχε έρθει για μάθημα... Πρόσφερα καφέ... Πήγα στην κουζίνα.
Στην συρταριέρα του σαλονιού είχα φωτογραφίες από τον γάμο και την οικογένειά μου... Εκεί, ανάμεσα σε όλες τις άλλες βρισκόταν και μια δική μου φωτογραφία στην ακρόπολη. Ήμουν δεν ήμουν δώδεκα χρονών.
Ο Γιώργος χάζευε τις φωτογραφίες όταν κάρφωσε το βλέμμα του σε εκείνη. Όταν έφτασα με τους καφέδες τον είδα να την παρατηρεί.
''Τι κοιτάς εκεί;'' τον ρώτησα γεμάτη ερωτηματικά
''Έχεις σπίτι στον Ωρωπό;'' ρώτησε
''Ναι! Πως το ξέρεις;''
''Κριστίνε.'' είπε και ήρθε πιο κοντά μου.
'' Δεν το πιστεύω'' συμπλήρωσε
''Τι συμβαίνει;'' τον ρώτησα χωρίς να καταλαβαίνω τίποτα.
''Ο Γιώργος είμαι Κριστίνε. Που παίζαμε τα καλοκαίρια στον Ωρωπό θυμάσαι; Μόνο που σε ήξερα ως Χριστίνα. Η κόρη του Κώστα δεν είσαι;'' με ρώτησε
''Αποκλείεται '' είπα μόνο.
Εκείνος με αγκάλιασε.
Από εκείνη τη μέρα έγινε ο καλύτερός μου φίλος. Όπως εκείνα τα όμορφα καλοκαίρια στην Ελλάδα.
Και έτσι το χαμόγελό μου επέστρεψε στα χείλη μου. Πλέον αδιαφορούσα για τον Χένριχ. Το είχα καταλάβει έτσι κι αλλιώς πως δεν υπήρχε πια καμία πιθανότητα να είμαστε ξανά μαζί. Ήμουν έτοιμη να του ζητήσω διαζύγιο.
Δεν τόλμησα όμως.
Πέρασα άλλα πέντε χρόνια παντρεμένη τυπικά με τον Χένριχ.
Δεν είχαμε όμως καμία επαφή. Αντίθετα με τον Γιώργο είχαμε γυρίσει ολόκληρη την Ευρώπη! Ιταλία, Κύπρο, Σουηδία, Γαλλία... Και χαμογελούσα. Παντού.
Τελικά είναι μεγάλη χαρά να έχεις φίλους. Δεν το είχα νιώσει ποτέ μέχρι να τον γνωρίσω.
Εκείνο το βράδυ είχα αποφασίσει να μιλήσω στον Χένριχ. Τον είχα πάρει τηλέφωνο και του είχα ζητήσει να περάσει από το σπίτι.
Όταν άκουσα τα κλειδιά στην πόρτα, τα πόδια μου άρχισαν να τρέμουν από το άγχος. Μα ανέπνευσα βαθιά και ένιωσα αμέσως καλύτερα και πιο δυνατή.
''Καλησπέρα'' μου είπε
''Καλησπέρα''
''Έγινε κάτι σοβαρό;'' ρώτησε αδιάφορα
''Χένριχ. Κάθισε. Κάθισε πρώτα..'' είπα απλά.
''Ωραία. Έχω δουλειές Κριστίνε.''
''Οι σημαντικές δουλειές σου ίσως μπορούν να περιμένουν δεν νομίζεις;''
''Όχι''
''Θα είμαι όσο πιο σύντομη μπορώ τότε...''
''Σε ακούω''
''Θέλω διαζύγιο.''
Δεν μίλησε. Με κοίταξε με το ίδιο βλέμμα όπως τότε που του είχα μιλήσει για το πρόβλημά μου. Θα έφευγε όπως τότε;
''Τι λες;'' μου είπε δυνατά
''Δεν υπάρχει λόγος να μένουμε μαζί. Δεν νομίζεις; Να προχωρήσεις και εσύ και εγώ. Μεγαλώσαμε Χένριχ. Δεν είμαστε πια είκοσι χρονών. Θέλω να φτιάξω την ζωή μου. Κοντεύω τα σαράντα''
''Σταμάτα να μιλάς Κριστίνε. Απλά σταμάτα να μιλάς!''
''Επιμένω στο διαζύγιο. Μπορείς να φύγεις... Να το σκεφτείς. Και όταν αποφασίσεις... Το ξανασυζητάμε''
''Δεν θα ξανασυζητήσουμε γι αυτό..'' είπε και σηκώθηκε από τον καναπέ.
''Φύγε'' του είπα. Τώρα είχα νευριάσει.
Εκείνος μου έσφιξε το χέρι. Δεν ήθελα να με ακουμπήσει. Πλέον τον σιχαινόμουν. Αηδία. Ένιωθα αηδία. Όμως δεν μπόρεσα να κάνω τίποτα.
Ο άνθρωπος που κάποτε είχα αγαπήσει με όλη μου την δύναμη και του είχα εμπιστευτεί όσα δεν είχα τολμήσει να πω ούτε στην ίδια μου την αδερφή, τώρα μου συμπεριφερόταν σαν ένας ξένος. Ένας ξένος που είχα θολώσει και είχε ξεχάσει τι σημαίνει ''γυναικεία τιμή''. Πλήγωσε την καρδιά και την αξιοπρέπειά μου ως γυναίκα εκείνη την μέρα.
Άραγε ο ήλιος θα σταματούσε να φέγγει;
ŞİMDİ OKUDUĞUN
Η ζωή που δεν ήθελα να ζήσω [GWattpadies]
RomantizmΑνάμεσα στο όνειρο και στην πραγματικότητα... Έτσι είναι όλη μου η ζωή. Ότι αγαπώ συνήθως το χάνω. Θέλω να αλλάξω παραστάσεις. Μου λείπει η ζωή που δεν έζησα. Η ζωή που αναγκάστηκα να μην ζήσω...