10. Μπλεξίματα

121 12 3
                                    

<< Και ποιός είσαι εσύ για να μας πεις τι θα κάνουμε?>> του πέταξε ένας τύπος μέσα απο την παρέα. Ο άγνωστος άντρας πλησίασε για να τον δούμε καλύτερα. Ήταν ψηλός με καστανά μαλλιά μέχρι τους ώμους και καστανά μάτια. Δεν ήταν πολύ γυμνασμένος αλλά είχε πλάτες.Είχε μία εξοτική ομορφιά. Έκανε μία τελευταία ρουφιξιά απο το τσιγάρο του, το πέταξε λίγο πιο πέρα και κάρφωσε τα μάτια του στον τύπο που ακόμα μου κρατούσε το χέρι. Ο τύπος σα να χαλάρωσε την λαβή του και βρήκα την ευκαιρία να τρέξω μακρυά τους και πλησίασα τον άγνωστο, αυτός μπήκε μπροστά μου σαν ασπίδα χωρίς πάρει ούτε λεπτό τα μάτια του απο την παρέα.

<<Κοίτα φίλε, μην είσαι εγωιστής, μπορούμε να την μοιραστούμε.. >> του είπε ένας άλλος. Ο άγνωστος τον κοίταξε και ο πρώτος σήκωσε τα χέρια του σα να παραδίνεται.

Ο άγνωστος γύρισε και με κοίταξε απο πάνω μέχρι κάτω εξεταστηκα. Ένιωσα αρκετά αμήχανα και το κατάλαβε.

<<Είσαι καλά?>> ρώτησε με μία εντελώς διαφορετική φωνή, πιο γλυκιά, πιο τρυφερή. Του κούνησα το κεφάλι καταφατικά.

<<Ωραία.>> είπε και μου έδειξε τον δρόμο με το χέρι του. Αρχίσαμε να περπατάμε μακρυά τους.

Περπατούσαμε σιωπηλοί αρκετή ώρα. Δεν άντεξα και πολύ και έσπασα την σιωπή.

<<Δεν θα μου πεις πως σε λένε?>> τον κοίταξα.

<<Έχει τόση σημασία?>> μου απάντησε με ερώτηση.

<<Καλά, δεν θα σε αναγκάσω κιόλας.. Αν θέλεις μου λες..>>

<< Έκτορας. Εσένα?>> με ρώτησε με την σειρά του.

<<Έχει τόση σημασία???>> ωραία, τώρα έκανα σαν μωρό. Αυτό τον έκανε να γελάσει δυνατά..

<<Καλά, αν θέλεις μου λες...>> συνέχεισε την πλάκα αυτός.

<<Ηλέκτρα. Χάρηκα και σε ευχαριστώ πολύ για πριν..>> του είπα. Είχαμε φτάσει σχεδόν στο κέντρο, το σπίτι δεν ήταν πολύ μακρυά.

<< Δεν κάνει τίποτα. Κάποια πράγματα δεν χρειάζετε να σκεφτείς πολλά για να κάνεις το σωστό...>> απάντησε.

<<Και πάλι όμως, δεν ήσουν υποχρεωμένος, θα μπορούσες να μπλέξεις...>> δεν είπε τίποτα. Σταματήσαμε να μιλάμε..

<<Φτάσαμε. Εδώ μένω. Σε ευχαριστώ και πάλι>> του είπα όταν στάθηκα στην είσοδο της πολυκατοικοίας μου.

<<Σου είπα, δεν κάνει τίποτα. Είσαι σίγουρα καλά?>> με ξαναρώτησε. Του κούνησα άλλη μία φορά το κεφάλι , μου χαμογέλασε, με καληνύχτησε και έφυγε.

Αναίβηκα στο διαμέρισμα και θυμήθηκα οτι έπρεπε να τηλεφωνήσω στην Αγγελική. Πήρα το κινητό μου και της είπα πως όλα ήταν εντάξει και πως θα έπεφτα για ύπνο. Έκλεισα το τηλέφωνο και πήγα στο μπάνιο. Έβγαλα τα ρούχα μου και μπήκα κάτω απο το ζεστό νερό. Το άφησα να με ανακουφήση με την μαγική του ειδιότητα. Είδα το χέρι μου, η ηλίθια λαβή του βλάκα, μου άφησε μελανιά. Το έτριψα και συνέχισα το μπάνιο μου. Το μυαλό μου έτρεξε στον Έκτορα, πραγματικά αν δεν ήταν αυτός, αυτή τη στιγμή θα μπορούσα να είχα πεθάνει.. Πολλά γίνοντε, ο μεθυσμένος μπορεί να φτάσει παντού. Με την σκέψη αυτή ένα ρίγος διαπέρασε την σπονδυλική μου στήλη. Κούνησα το κεφάλι μου για να διώξω την σκέψη αυτή απο το μυαλό μου.. Βγήκα απο την μπανιέρα και τυλίχτηκα με μία πετσέτα. Βγήκα απο το μπάνιο και την ώρα που περνούσα απο τον διάδρομο κοίταξα τον καθρέφτη.

Το μάτι μου έπεσε στο άλλο πρόσωπο στον καθρέφτη. Τσίριξα. Ο Αχιλλέας, ήρθε κοντά μου και έβαλε το χέρι του στο στόμα μου για να σταματήσω...

<<Σε παρακαλώ πρέπει να με ακούσεις.. Είναι πολύ συμαντικό...>> του έγνεψα καταφατικά για να πάρει το χέρι του απο το στόμα μου.

<<Πας καλά ρε Αχιλλέα? Τι είναι αυτά που κάνεις? Πως μπήκες στο σπίτι μου? Πως ξέρεις που είναι το σπίτι μου? >> άρχισα να του φωνάζω..

<<Σε παρακαλώ ηρέμισε! Θα σου τα εξηγήσω όλα κάποια στιγμή, στο υπόσχομαι, απλά όχι τώρα.. Θα έρθει και εκείνη η ώρα..Τώρα θέλω να μου υποσχεθείς πως θα κάνεις ό,τι σου πω χωρίς να ρωτάς πολλά..>> μου είπε γρήγορα σα να τον κινηγούσε κάποιος..

<<Τι μας λες καλέ? Μπουκάρεις έτσι μέσα στο σπίτι μου και μου ζητάς να κάνω ό,τι θέλεις και μάλιστα χωρίς να ρωτάω!! Δεν πας να πάρεις κανα σκύλο, λέω 'γω.. Εγω θα πάρω την αστυνομία, είσαι ψυχάκιας... >> άρπαξα το κινητό μου αλλά ο Αχιλλές το πήρε μέσα απο τα χέρια μου και το πέταξε μακρυά.

<< Αν σου πω πως ξέρω τι είχες πάθει εκείνο το βράδυ, θα κάνεις αυτό που θα σου πω?>> με κοίταξε και τα μάτια του πέταξαν φλόγες..

<<Εννοείς το όνειρό μου? Ξέρω και εγώ τι ήταν εκείνο.. Λυπάμαι ήρθες δεύτερος....>> του είπα και ξεκκόλησα τα μάτια μου απο πάνω του. Αυτός γέλασε ήσυχα.

<<Έλα τώρα, είμαι πολύ σίγουρος ότι είπες κάποια γνωστή χαζομάρα τύπου ''ένα όνειρο ήταν μόνο'' και αυτό μόνο και μόνο για να ηρεμίσεις εσύ ενώ βαθιά μέσα σου ξέρεις πως δεν είναι τόσο απλό...>> είπε ήσυχα.. Δεν ήξερα τι με τρόμαζε περισσότερο, το γεγονός οτι μπήκε στο σπίτι μου μες τη νύχτα χωρις να του έχω πει εγώ που μένω ή οτι ήξερε ακριβώς πως ένιωθα και ήξερε και για το όνειρο...

<<Τι ήταν? Το όνειρο εννοώ, τι ήταν..>> τον ρώτησα μερικά λεπτά αργότερα και η φωνή μου βγήκε σαν ψύθιρος..

<<Πρώτα υποσχέσου μου..>> με πίεσε.

<<Καλά, στο υπόσχομαι>> απάντησα

<<Ζεις το μέλλον..>> μου είπε..

Ο Φύλακας Άγγελος ΜουOnde histórias criam vida. Descubra agora