29. Αλλαγή

91 4 2
                                    

   Δεν ήξερα τι να κάνω, ο Αχιλλέας πήγαινε πάνω κάτω στο σαλόνι, η Αγγελική καθόταν δίπλα μου και μου χάϊδευε που και που το χέρι.
<<Τι θα κάνουμε τώρα?>> ρώτησε η Αγγελική χαμηλόφωνα.
Ο Αχιλλέας δεν απάντησε, απλά με κοίταξε και συνέχεισε να πηγαίνει πάνω κάτω με τα χέρια σταυρωμένα μπροστά στο στήθος.
<<Ό,τι και να γίνει, εγώ θα είμαι εδω. Δίπλα σου>> είπε η Αγγελική.
<<Όχι.>> είπα και σηκώθηκα απο τον καναπέ. Η Αγγελική και ο Αχιλλέας με κοίταξαν ταυτόχρονα.
<<Τι εννοείς?>> ρώτησε η Αγγελική
<<Εννοώ πως θα φύγω, δεν μπορώ να σας βάλω σε μεγαλύτερο κίνδυνο. Πίστεψέ με θα γίνει χειρότερο!>> πήγα προς το δωμάτιο μου και έβγαλα την βαλίτσα μου μέσα απο την ντουλάπα. Ο Αχιλλέας με ακολούθησε.
<<Σε παρακαλώ καρδιά μου, κάτι θα υπάρχει, δεν μπορεί να έχουν χαθεί όλα!>> ο Αχιλλέας πήρε την μπλούζα που ετοιμαζόμουν να βάλω μέσα στην βαλίτσα και την άφησε στο κρεβάτι.
<<Δεν καταλαβαίνεις... Είχα ένα όραμα... Ένα απαίσιο όραμα...>> είπα και θυμήθηκα την Αγγελική που ήταν πεσμένη στα πόδια μου και ούρλιαζε απο τον πόνο. Κούνησα το κεφάλι μου για να διώξω αυτή την εικόνα απο το μυαλό μου.

   Η πόρτα άρχισε να χτυπάει σαν τρελή και τρέξαμε, η Αγγελική είχε ήδη ανοίξει και προσπαθούσε να στιρήξει κάποιον πληγωμένο.
Την βοηθήσαμε να βάλει τον πληγωμένο άντρα στον καναπέ.
    Τρόμαξα όταν κατάλαβα πως ήταν ο Μάρκος. Η Αγγελική πήγε να φέρει ένα βρεγμένο πανί και προσπαθούσε να σκουπήσει το αποξηραμένο αίμα απο το πρόσωπο και τα χέρια του.
   Εγώ έφυγα απο το σαλόνι, δεν ήθελα να χάσω τον έλεγχο και όταν ο Αχιλλέας με ακολούθησε στο δωμάτιο, του είπα να πάει πίσω στο σαλόνι και να βοηθήσει τον Μάρκο, όπως έκανε κι εκείνος για τον Αχιλλέα.
Μερικά λεπτά αργότερα κι ενώ εγώ προσπαθούσα να ηρεμίσω, μπήκε μέσα στο δωμάτιο η Αγγελική.
<<Τι παίζει με το παιδί?>> ρώτησε.
<<Ο Μάρκος είναι εκείνος που βοήθησε εμένα και τον Αχιλλέα όταν ο Έκτορας παραλίγο να τον σκωτώσει. Αλλά ακόμα δεν ξέρω απο που γνωρίζουν ο ένας τον άλλον. Λογικά θα μάθω σήμερα.>> βγήκαμε απο το δωμάτιο και είδαμε τον Αχιλλέα με τον Μάρκο να μιλάνε χαμηλόφωνα.
Μόλις μας είδαν σηκώθηκαν και ο Αχιλλέας με πλησίασε.
<<Πρέπει να μάθεις κάποια πράγματα>> είπε και με οδήγησε στον καναπέ.
<<Ναι, θα ήθελα κάποιες εξηγήσεις...>> είπα και κοίταξα τον Μάρκο, ο Αχιλλέας έκανε καλή δουλεια, έκλεισε τις πληγες του και το μόνο που μαρτυρούσε πως ήταν πληγωμένος ήταν το ματωμένο μπλουζάκι του.
<<Θα σου τα πω όλα εγώ...>> ξεκίνησε ο Μάρκος, αλλά σταμάτησε και κοίταξε την Αγγελική.
<<Ε, είναι εντάξει, δεν έχω μυστικά απο την Αγγελική. Είναι σαν αδελφή μου.>> είπα και ο Μάρκος πήρε μια βαθιά ανάσα.
<<Πριν πολλά χρόνια, ήμουν κι εγώ ένας φύλακας άγγελος και με εξόρισαν για τον ίδιο λόγω που εξόρισαν και τον Αχιλλέα. Ο Έκτορας με "πήρε στην δουλεια του" για να μάθει αν είχαμε τότε κάποιο σχέδιο για να τους νικήσουμε αλλά εγώ έκανα ακριβώς το αντίθετο, κράτησα επαφές με τους άλλους αγγέλους και τους έλεγα ό,τι σκεφτόταν ο Έκτορας. Ένας απο αυτούς τους αγγέλους ήταν και ο Αχιλλέας. Γι' αυτό και όταν σε απήγαγε ο Έκτορας, ειδοποίησα αμέσως τον Αχιλλέα και όχι τον νέο φύλακα άγγελό σου. Όχι ό,τι δεν θα έκανε κι εκείνος το ίδιο απλά εγώ ήξερα που βρισκόταν ο Αχιλλέας. Όταν αποφάσισα να φύγω απο τον Έκτορα με βασάνισαν για να τους πω τι έχω πει στους αγγέλους τόσα χρόνια. Και να 'μαι>> είπε και με κοίταξε με αγωνία.
<< Και όλα εκείνα που είπες για την προηγούμενη ζωή μου? Ψεματα ήταν ή...>> ρώτησα
<<Δεν σου έχω πει ψέματα για τίποτα. Όλα ήταν αλήθεια, όλα όσα είπα εγω και ο Έκτορας. >> απάντησε.
<<Μαλιστα...>> ήταν το μόνο που κατάφερα να πω, ένας κόμπος είχε κλείσει το λαιμό μου και δεν μπόρεσα να πω τίποτα παραπάνω.

   Ξαφνικά δεν ένιωθα καθόλου καλά. Πονούσα παντου, δεν μπορούσα να αναπνεύσω, προσπαθούσα ξανά και ξανά να πάρω μερικές βαθιές ανάσες αλλά δεν ένιωθα πως οι πνεύμονές μου γέμιζαν αέρα κι έτσι προσπαθούσα ξανά. Σε λίγα δευτερόλεπτα η φωτιά έκανε την εμφάνησή της πιο έντονα αυτή τη φορα. Κοίταζα απελπισμένα τον Αχιλλέα που φαινόταν ψύχραιμος, κοίταξα τον Μάρκο, κάτι ετοίμαζε γιατί πήγαινε αριστερά δεξιά σε όλο το σπίτι μαζί με την Αγγελική και πήραν μερικά πράγματα.
   Ξαφνικά ένας οξύς πόνος διαπέρασε το σώμα μου και ούρλιαξα, ένιωθα την καρδιά μου έτοιμη να πεταχτεί έξω απο το στήθος μου.
Ο πόνος δυνάμωνε κι εγώ έτρεμα, ο Αχιλλέας προσπάθησε να μου κρατήσει το κεφάλι να μην χτυπήσω αλλά εγώ δεν ένιωθα τίποτα, η μυρωδιά του αίματος με χτύπησε και πάλι και το ήθελα τόσο πολύ και προσπάθησα να το πάρω, ο Αχιλλέας με κράτησε κάτω, η δίψα μου για αίμα ήταν μεγάλη όμως ήμουν αδύναμη και δεν μπορούσα να κάνω πολλά.
Άκουγα συζητήσεις αλλά δεν καταλάβαινα πολλα.
<<Δεν μπορείτε να κάνετε κάτι?? Βοηθήστε την σας παρακαλω!>> έκλαιγε η Αγγελική.
<<Δυστοιχώς δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα!>> είπε ο Αχιλλέας
<<Γιατι?>> ρώτησε η Αγγελική
<<Αλλάζει>> είπε ο Μάρκος.
 
    Αλλάζω, αυτό ήταν λοιπόν!

Ο Φύλακας Άγγελος ΜουOpowieści tętniące życiem. Odkryj je teraz