Τα πυροτεχνήματα σιγά σιγά τελείωσαν και επειδή ήταν ακόμη κάπως νωρίς αποφασίσαμε να πάμε να φάμε σε ένα εστιατόριο εκεί κοντά.
Μπήκαμε στο ιταλικό εστιατόριο Ciao Bella και κάθησαμε σε ένα τραπέζι δίπλα στο παράθυρο. Παραγγήλαμε, φάγαμε και είπαμε και κάνα αστείο. Ο Γιώργος κάθησε φυσικά δίπλα στην Clara και ο Αλέξ δίπλα σε εμένα.Η ώρα πέρασε γρήγορα και όμορφα οπότε όταν είχε πάει πλέον αργά πλήρωσε ο καθένας τα δικά του και φύγαμε από το μαγαζί. Ήμουν αρκετά κουρασμένη 😴 και είχα αρχίσει να νυστάζω <<Λοιπόν, θα πρέπει να επιστρέψεις μόνη σου στο σπίτι επειδή θα κοιμηθώ στου Γιώργου>> μου είπε χαλαρά η Clara <<Τι;!>> φώναξα απότομα μπροστά της και πριν το καταλάβω ο Αλέξ με έπιασε από τον ώμο και με γύρισε. Έτσι μπορούσαν να δουν μόνο τις πλάτες μας <<Ηρέμησε λίγο>> μου είπε σιγανά ο Αλέξ. Δεν μπορούσα να ηρεμίσω φυσικά. Μου ήρθε απότομα όλο αυτό <<Μα βιάζεται πολύ>> παραπονέθηκα <<Θα είναι μια χαρά >> μου έκλεισε το μάτι 😉 και γυρίσαμε να τους αντικρίσουμε πάλι <<Καλό βράδυ και καλή συνέχεια>> ο Αλέξ τους είπε γλυκά και οι δρόμοι μας χωρίστηκαν. Κάτι με έκαιγε μέσα μου και ήξερα πολύ καλά ότι ζηλευα απλά δεν μπορούσα να το παραδεχτώ.. <<Λοιπόν θέλεις να πάρουμε ταξί ή να γυρίσουμε με τα πόδια; Ούτως η άλλως είναι κοντά περίπου >> με ρώτησε <<Με τα πόδια>> απάντησα λίγο τσαντισμένη. Πάντα μου άρεσαν οι βόλτες το βράδυ 🌃. Η ατμόσφαιρα είναι ήρεμη και γαλήνια και έχεις την ευκαιρία να χαζέψεις τα αμέτρητα αστέρια. Θα μπορέσω και να ηρεμίσω στην περίπτωσή μου και ας είμαι κουρασμένη. Στον ουρανό όμως δεν μπορούσα να διακρίνω τα αστέρια ✨. Τα πάντα είχαν καλυφθεί και πάλι από τα σύννεφα. Έτσι πως το πάει θα βρέξει, σκεύτηκα και κατευθείαν μια κρύα σταγόνα 💧 νερού άγγιξε την μύτη 👃 μου. Το αγνοήσα αλλά σιγά σιγά άρχισε η βροχή ☔ να γίνεται πιο έντονη. Έψαξα κατευθείαν στην τσάντα 👜μου και άρπαξα την ομπρέλα μου. Ευτυχώς που είχα φέρει μαζί μου. Την άνοιξα και την κράτησα στο χέρι <<Θα μπεις από κάτω; >> ρώτησα ανήσυχα τον Αλέξ ο οποίος βρεχώταν. Μου έγνεψε και μπήκε γρήγορα κάτω από την ομπρέλα <<Βράχηκες>> έπιασα διακριτικά τα νοπά σκούρα μαλλιά του και εκείνος έμεινε να με κοιτάζει. Η ομπρέλα μου δυστυχώς ήταν κάπως μικρή για δύο άτομα <<Κράτα την εσύ που είσαι πιο ψηλός>> του την έδωσα στο χέρι και μου χαμογέλασε. Ο χώρος όμως ήταν στενός με αποτέλεσμα να μου βρέχεται ο ωμός <<Αα θα βραχείς, κρατήσου από το χέρι μου >> με τράβηξε απότομα κοντά του για να μην βραχώ περισσότερο. Κράτησα απαλά το μπράτσο του και δάγκωσα ασυναίσθητα το κάτω χείλος μου από αμηχανία.
أنت تقرأ
Γιατί ;
مصاص دماءΗ Έμιλυ μία δεκαεπτάχρονη έφηβη κρύβει μέσα της μία μυστική δύναμη . Αυτή την δύναμη θέλουν να εκμεταλευτούν οι κακοί βρικόλακες για κακό σκοπό όπως και οι καλοί για τον δικό τους σκοπό. Τότε μπαίνει στην ζωή της ο Άλεξ , ο οποίος ανήκει στους καλού...