Κεφ. 11ο

787 88 3
                                    

 Πλήρωσα τoν ταξιτζή και μπήκα στο σπίτι. Πέρασα από το σαλόνι. Στον καναπέ καθόταν η μητέρα της Clara. Με κατάλαβε και γύρισε προς το μέρος μου «Έμιλυ που ήσουν;» με ρώτησε κάπως ανήσυχη «Ήμουν με τον Άλεξ» είπα σιγανά «Για μία εργασία» είπα αμέσως μετά, ώστε να μην της μπουν περίεργιες ιδέες στο μυαλό «Μάλιστα και γιατί είσαι έτσι;» με ρώτησε και το βλέμμα της ξαναπήγε στην τηλεόραση «Απλά είμαι κουρασμένη, καληνύχτα» την χαιρέτησα και ανέβηκα στο δωμάτιο μου. Άφησα την τσάντα μου κάτω και άλλαξα στις πιτζάμες μου. Έπεσα απότομα, μπρούμυτα στο κρεβάτι μου. Ήμουν πολύ κουρασμένη, όπως και θλιμμένη. Η ιστορία που μου είπε ο Άλεξ μου έχει κολλήσει στο μυαλό. Με έκανε να τον σκεύτομαι και ακόμη περισσότερο να σκεύτομαι τους γονείς μου.. Ζω σε ένα σπίτι με ακόμη τρία άτομα και παρόλα αυτά νιώθω μόνη. Φαντάζομαι πόσο μόνος θα νιώθει ο Άλεξ.. Έκλεισα τα μάτια μου και θυμήθηκα την ζεστή αγκαλιά του, ήθελα να με ξαναγκαλιάσει έτσι ..

  Άκουσα την πόρτα να ανοίγει «Ακόμα κοιμάσε! Σήκω θα αργήσουμε» η Clara με σκούνταγε για να ξυπνήσω «Εντάξει!» είπα νευρισμένη και σηκώθηκα πάνω. Χθες ήμουν τόσο κουρασμένη που απ' ότι φένεται ξέχασα να βάλω ξυπνητήρι. Άλλαξα γρήγορα και κατέβηκα κάτω. Φάγαμε πρωινό και πήραμε τις τσάντες μας. Άνοιξα την πόρτα και περίμενα όπως κάθε πρωί να δω τον Άλεξ. Έξω είχε ήλιο αλλά φύσαγε ταυτοχρόνος και κρίος αέρας. Έκλεισα την ζακέτα μου και βγήκα στον δρόμο. Ο Άλεξ δεν ήταν εκεί. Εκπλήχτηκα και άρχισα να κοιτάω δεξιά και αριστερά για να τον βρω «Τι ψάχνεις;» η Clara με απόσπασε «Δεν ήρθε ο Άλεξ σήμερα» της απάντησα λυπημένη «Μπορεί να τον δούμε στο σχολείο, πάμε τώρα γιατί θα αργήσουμε» η Clara είχε δίκιο, ίσως είναι στο σχολείο.

  Με το που φτάσαμε στο σχολείο το κουδούνι χτύπησε. Τις δύο πρώτες ώρες είχα μαθηματικά. Σε αυτήν την τάξη ήμουν μαζί τον Άλεχ. Ακόμη δεν τον είχα δει. Κάθησα στην θέση μου και περίμενα.. Είχε ήδη περάσει η πρώτη ώρα και αυτός ακόμη να εμφανιστεί. Ξεφύσηξα και στερέωσα το κεφάλι στο δεξί μου χέρι. Ανησυχούσα μήπως του έχει συμβεί κάτι. Δεν μπορούσα να σταματήσω να το σκεύτομαι.. «Έμιλυ, τι είπα μόλις τώρα;» η καθηγήτρια με διέκοψε από τις σκέψεις μου. Γύρισα το βλέμμα μου και της απάντησα «Συγνώμη δεν πρόσεχα» εκείνη έκλεισε τα μάτια τις και ξεφύσηξε «Άλλη φορά να προσέχεις στο μάθημα» είπε απογοητευμενη και συνέχισε το μάθημα..

  Είχαμε σχολάσει και ο Άλεξ δεν είχε έρθει καθόλου στο σχολείο «Πάω στον Άλεξ, τα λέμε αργότερα» της είπα γρήγορα και έστρηψα στον δρόμο για το σπίτι του. Τα βήματα μου ήταν γρήγορα. Δεν είχα καθόλου υπομονή, ήθελα απλά να βεβαιωθώ πως ήταν καλά.. Έφτασα γρήγορα στο σπίτι του και αναίσθητα άνοιξα την πόρτα. Δεν ήταν κλειδωμένη, περίεργο. Κοίταξα στο καθηστικό και στην κουζίνα, ο Άλεξ όμως δεν ήταν εκεί. Κατευθύνθηκα γρήγορα στο δωμάτιο του. Και πάλι δεν ήταν εκεί.. Έστρηψα γρήγορα το σώμα μου και έπεσα στην πόρτα του μπάνιου ανοίγοντας την. --- Μου κόπηκε η ανάσα. Ο Άλεξ ήταν στο μπάνιο. Φορούσε μόνο μία λευκή πετσέτα δεμένη στην μέση του και με μία άλλη σκούπιζε τα υγρά μαλλία του. Σταγόνες κοιλούσαν από τον λαιμό του στο στήθος του και κάτω στους κοιλιακούς του. Ένοιωσα τον ευατό μου να σκανάρει το γυμνασμένο σώμα του- «Έμιλυ;!» ο Άλεξ με ξύπνησε ξαφνιασμένος. Τα σοκαρισμένα μάτια μου συνάντησαν τα δικά του «Τι κάνεις ε-» χαμογέλασε και εγώ αυθόρμητα βγηκά έξω και έκλεισα απότομα την πόρτα πίσω μου «Χριστέ μου..» είπα ανοιχτά και στερέωσα την πλάτη μου στην πόρτα. Αυτό δεν έπρεπε να το είχα δει. Μα γιατί δεν χτύπησα την πόρτα, σε βάρκα μεγάλωσα;; Έβαλα το χέρι στο μέτωπο μου και ξεφύσηξα. Ξαφνικά η πόρτα από πίσω μου άνοιξε και ένοιωσα το σώμα μου να πεφτει προς τα πίσω. Έκλεισα δυνατά τα μάτια μου και το χέρι του Άλεξ με έπιασε «Τι κάνεις εδώ;» με ρώτησε περίεργος και με έσπροξε με δύναμη προστά. Παραπάτησα και πήγα να πέσω μπροστά «Ααα!» ο Άλεξ με ξαναέπιασε και με έφερε κοντά του «Ρε πρόσεχε λίγο» μου είπε αυστηρά. Τότε συνειδητοποίησα πως ήταν ακόμη ημίγυμνος «Βάλε κάτι πάνω σου..» είπα σιγανά και κοίταξα αλλού «Αχ σαν μωρό κάνεις» είπε ενοχλημένος και μπήκε στο δωμάτιο του «Σαν μωρό!;» είπα νευριασμένη «Ναι ενώ εσύ που είσαι δεκαοκτώ κάνεις σαν ενήλικας!» φώναξα στην πόρτα. Μου την έσπασε για κάποιο λόγο.. Τώρα που ξέρω πως είναι μια χαρά δεν υπάρχει λόγος να βρίσκομαι εδώ «Συγνώμη που μπήκα στο σπίτι σου τόσο απότομα, αλλά δεν ήρθες σήμερα στο σχολείο και ανησύχησα, τώρα που σε είδα πως είσαι μία χαρά θα φύγω, τα λέμε» είπα και κατευθύνθηκα προς την πόρτα. Ξαφνικά από το πουθενά ο Άλεξ εμφανίστηκε ακριβώς μπροστά μου ,με την μόνη διαφορά , ότι φορούσα μπλούζα «Ορίστε» μου έδωσε ένα κλειδί «Είναι το κλειδί του σπιτιού μου, αν θες ή αν γίνει κάτι να μπορείς να μπεις στο σπίτι» κοίταξα το κλειδί και τον ευχαρίστησα..

  Πήγα στο σπίτι και ανέβηκα τις σκάλες. Πριν προλάβω να μπω στο δωμάτιο μου η Clara με σταμάτησε «Τι έγινε; Τελικά γιατί δεν ήρθε σήμερα;» άρχισε να με ρωτάει «Ξέχασα να τον ρωτήσω. Απλά βεβαιώθηκα πως ήταν καλά» της απάντησα απλά «Μόνο αυτό;» παραπονέθηκε. Είναι πολύ κουτσομπόλα.. Τότε θυμήθηκα τον Άλεξ στο μπάνιο. Το καυτό σώμα του και όλες αυτές τις λεπτομέρειες. Ένοιωσα τα μάγουλα μου να καίγονται «Ναι Clara μόνο αυτό, καληνύχτα» είπα απότομα και μπήκα γρήγορα μέσα στο δωμάτιο μου.

  Μέτα από μία εβδομάδα είχαμε σχεδόν τελειώσει τα θεωρητικά κεφάλαια της εργασίας και έπρεπε να προχωρήσουμε στο πειραματικό κομμάτι, δηλαδή το καλύτερο.- Είχαμε σχολάσει «Θα πάμε στο δικό σου σπίτι ή στο δικό μου;» ο Άλεξ γύρισε και με ρώτησε «Καλύτερα στο δικό σου. Η μητέρα της Clara δεν θέλει πολλές φασαρίες» του απάντησα και αρχίσαμε να προχωράμε «Γιατί μένεις μαζί με την Clara; Οι γονείς σου λοίπουν ή κάτι τέτειο;» με ρώτησε απαλά. Αχ καλύτερα να μην με ρώταγες.. «Μένω με την Clara επειδή οι γονείς μου.. έχουν πεθάνει» απάντησα σιγανά και ο Άλεξ με κοίταξε λυπημένα «Όταν ήμουν πιο μικρή οι γονείς μου σκοτώθηκαν σε τροχαίο και από τότε μένω με την Clara» ολοκλήρωσα και κοίταξα το έδαφος «Λυπάμε.. Ούτε εγώ έχω γονείς» ακούμπησε το βαρύ χέρι του στον ώμο μου. Το βλέμμα μου έπεσε πάνω του «Νομίζω πως μπορώ να σου το πω..» έβγαλε το χέρι του από τον ώμο του και τον κοίταξα με έκπληξη «Τι εννοείς;» τον ρώτησα περίεργη και περίμενα την απάντηση του «Δεν είμαι καθαρόαιμος βρικόλακας, δεν γεννήθηκα έτσι.. Όταν ήμουν πέντε χρονών οι γονείς μου με εγκατέλειψαν. Ήμουν φοβισμένος και μόνος, δεν ήξερα τι να κάνω.. Αλλά μία μέρα ο Έντγκαρ, ο βασιλιάς των βρικολάκων, με πρόσεξε.. Με λυπήθηκε και με πήρε μαζί του, σπάνιο πράγμα για βρικόλακα να λυπηθεί έναν άνθρωπο. Τέλος σπάντων με υιοθέτησε και με μεταμόρφωσε σε βρικόλακα και από τότε μεγάλωσα έτσι, γεννήθηκα άνθρωπος αλλά μεγάλωσα ως βρικόλακας» ολοκλήρωσε και με κοίταξε «Άρα είσαι άνθρωπος;» τον ρώτησα «Δεν ξέρω πως είναι να είσαι άνθρωπος αλλά το αρχικό μου DNA είναι ανθρώπινο» μου απάντησε και συνεχίσαμε να προχωράμε.. Τι περίεργη η ιστορία του, γεννήθηκε άνθρωπος αλλά μεγάλωσε ως βρικόλακας και όλο αυτό με την κοπέλα του την Σάρα.. Τώρα θελω να είμαι κοντά του. Μένει μόνος του και έχει περάσει τόσα πολλά..

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Vote/Comm <3 <3

Γιατί ;Onde histórias criam vida. Descubra agora