~Κεφάλαιο 11~

2.8K 260 5
                                    

Το σπίτι παίρνει φωτιά! Βλέπω την φωτιά να καίει όλα τα έπιπλα.Όλα λιωνουν. Τίποτα δεν μένει. Πως θα βγω απο εδω μέσα? Φωνάζω τον Χάρη αλλά δεν με ακούει. Φωνάζω τον Πάνο αλλά ούτε αυτός με ακούει. Η φωτιά δυναμώνει. Καπνός. Πολύς καπνός. Δεν βλέπω τίποτα. Ο καπνός καίει τα ματια μου. Δεν μπορώ να ανασάνω. Βηχω. Προσπαθώ να αναπνεύσω. Όλα καίγονται και λιώνουν στην φωτιά. Έτσι θα καώ κι εγω? Έτσι θα καεί και η σάρκα μου? Θα πάρει φωτιά το πρόσωπο μου αφήνοντας σημάδια πάνω? Θα καώ ζωντανή! Είναι σίγουρο! Αυτό ήταν. Το άσπρο μου φόρεμα έχει αλλάξει χρώμα. Το βλέπω να καίγεται όπως καιγόταν ένας πίνακας πιο πριν. Το σωμα μου καίγεται. Πονάω. Δεν θέλω να πεθάνω. Βοήθεια! Ας με βοηθήσει κάποιος.

Σηκώνομαι απότομα από το κρεβάτι μέσα στον ιδρώτα. Όνειρο ήταν. Εφιάλτης βασικά. Όχι πάλι τα όνειρα. Δεν θέλω ξανά να ξυπνάω μέσα στην νύχτα τσιρίζοντας.
Ο Πάνος είναι δίπλα μου και με κοιτάει ανήσυχος.

"Τι είδες? Τι σε τρόμαξε τόσο πολύ?" Με ρωτάει

"Φωτιά! Καιγομουν!" Λέω χωρίς να τον κοιτάξω.

"Μην ανησυχείς. Τώρα θα ηρεμησεις. Είμαι εδώ εγώ. Απλά χαλάρωσε." Μου λέει προσπαθώντας να με κανει να ησυχάσω. Κι όμως δεν χρειάζονται λόγια. Μόνο που με κοιτάει στα μάτια μπορώ να ηρεμήσω.

Ξαπλώνω πάλι. Και κλείνω τα ματια μου. Ο Πάνος με έχει μέσα στην αγκαλιά του. Το ένα του χέρι είναι κάτω από το κεφαλι μου και το αλλο γύρω από την μέση μου. Δεν με νοιάζει αν δεν κρατήσει πολύ αυτό. Θα το ζήσω μέχρι εκεί που φτάσει. Όλο αυτό μου φαίνεται πολύ περίεργο και μπερδεμένο. Πως γίνεται να μου συμβαίνει αυτό?

Βρίσκομαι στην αγκαλιά του και όλα μέσα μου έχουν ηρεμήσει.

Τα χέρια του γύρω μου νιώθω να αγκαλιάζουν την ψυχή μου κι όχι το σωμα μου. Η ζεστασιά που βγάζει...😍

Πρέπει να σκεφτώ όμως λογικά! Λογικά....χα! Τι αστεία λέξη. Ποτέ μου δεν σκέφτηκα λογικά και πρέπει να το κανω τώρα?

Έχω απορίες μέσα στο κεφάλι μου. Γιατί? Γιατί συμβαίνει αυτό μαζί του? Κι αυτός γιατί το συνεχίζει? Τι θέλει να κερδίσει από εμένα? Μήπως τα κάνει όλα αυτά γιατί του αρέσει να παίζει με τους άλλους?
Σε παρακαλώ , παίξε με τα μαλλιά μου , όχι με την καρδιά μου.

Την μια στιγμή είναι με την Αθηνά. Την άλλη με την Δάφνη. Μετά με εμένα. Και αργότερα ποιος ξέρει? Με όλα τα κορίτσια του σχολείου. Ναι. Έτσι είναι. Αυτός είναι. Θέλει να περνάει καλά. Γι αυτό τα κάνει όλα αυτά. Αφού εδώ πέρα δεν είναι οι άλλες για να τον ευχαριστήσουν , πρέπει να βρει ένα παιχνιδάκι που θα νιώσει καλά. Φυσικά και δεν νιώθει αυτό που συμβαινει όταν πλησιαζει ο ενας τον αλλον.

Με ολα αυτα μέσα στο κεφαλι μου , δακρυα βγαινουν απο τα μάτια μου και κυλάνε στα μάγουλά μου.
Μην κλαις Ελπίδα! Δεν πρέπει.

Πρέπει να φύγω απο κοντά του. Άφησα έναν άγνωστο να με αγγίξει. Και ενώ εγώ νόμιζα ότι κάτι συμβαίνει ανάμεσα μας , τελικά αυτός απλά ήθελε να εκτονώσει τις ορέξεις του.

Δάκρυα. Όλο το πρόσωπο μου γέμισε δάκρυα.
Όμως θα περάσει κι αυτό. Όλα περνούν. Το ίδιο ψέμα κάθε φορά. Μόνο και μόνο για να γεμίσω ελπίδες. Ενώ η ιδια δεν πιστεύω σ' αυτές.

Ελπίδες. Άσχημο πράγμα. Δεν τις προτιμώ πια. Σου γεμίζουν το κεφάλι και δεν βλέπεις καθαρά. Ενώ όλα είναι μαύρα εσυ νομίζεις ότι στο βάθος έχει λίγο άσπρο. Τόσο ανόητο. Γιατί να μην το αποδεχτούμε? Γιατί γεμίζουμε το κεφάλι μας με ελπίδες?
Ως εδώ όμως! Αφού δεν θα συμβεί ποτέ τίποτα.

Παίρνω το χερι του από πάνω μου και σηκώνομαι για να φύγω. Το πρόσωπο μου είναι γεμάτο δάκρυα.

"Ελπίδα? Τι έγινε?" Με ρωτάει ο Πάνος αλλά εγώ ούτε που γυρνάω να τον κοιτάξω.

"Τίποτα κοιμήσου!" Λέω προσπαθώντας να κρύψω τους λυγμούς που βγαίνουν από το στόμα μου. Αλλά άδικη προσπάθεια.

"Ελπίδα πες μου τώρα τι συμβαίνει!" Απαιτεί δυνατά.

Κι όμως εγώ δεν μιλάω.Όσο και να φωνάξει , η φωνή μου ειναι σιγανή.

Πάω προς την πόρτα και την ανοίγω. Βγαίνω έξω από το δωμάτιο και την κλείνω δυνατά. Γιατί συμπεριφέρομαι έτσι?
Τώρα που να πάω? Θα έρθει και θα με βρει. Κι αν με ξαναγγιξει?? Όχι! Δεν θέλω πάλι! Δεν θέλω να με ακουμπήσει ξανά! Είμαι 16 . Καποιες τα κανουν αυτα απο τα 12-13 αλλα εγω δεν ειμαι ετσι. Πως καταντησα ομως?? Καταντησα σαν αυτες που εκραζα. Δεν ηθελα απο τέτοια ηλικία να με αγγίξει. Δεν ήθελα.Δεν με νοιαζει τι πιστεύουν οι άλλοι. Αυτό είναι το σωμα μου και βάζω εγώ τους κανόνες.

Θα πάω να κλειδωθώ στο δωμάτιο των γονιών μου. Τρέχω στην πόρτα και μπαίνω μέσα γρήγορα κλειδώνοντας την.

Ουφ! Ησυχία. Ηρεμία. Μόνη. Σκοτάδι.
Ξαναβρήκα τον εαυτό μου.

Ακουω θορύβους εξω απο την πορτα.Γιατι μου χαλατε την ησυχια? Θέλω να μείνω ΜΌΝΗ!

"Ελπίδα θέλω να μου πεις τι σε έπιασε και έφυγες!" Φωνάζει και χτυπάει την πορτα.
Τώρα όμως έχω φωνή να του τα πω. Να του φωνάξω. Μας χωρίζει η πόρτα εδώ μέσα. Δεν είναι κοντά μου και δεν με επηρεάζει. Δεν βλέπω τα ματια του.Όλα είναι καλύτερα.

"Είσαι σίγουρος θες να ακούσεις? " τον ρωτάω.

Τι λέτε , είναι σίγουρος?
Πείτε μου αν θέλετε να συνεχίσω την ιστορια , γιατί είμαι σε δίλημμα! ❤

*Feel me*Dove le storie prendono vita. Scoprilo ora