~Κεφάλαιο 57ο~

213 25 17
                                    

Κοιτούσαμε ο ένας τον άλλον σαστισμένοι. Κανείς μας δεν μιλούσε, ούτε καν ο Χάρρυ που είχε κάθε δικαίωμα να μιλήσει, πόσο μάλλον να μας βομβαρδίσει με ερωτήσεις. Είμαι σίγουρη ότι παρ' όλα αυτά δεν θα αργήσει να δείξει πόσο πολύ έχει φρικάρει. Ήταν ξαφνικό και για εμάς να τον δούμε μπροστά μας, αλλά το να βλέπει ο Χάρρυ τη κοπέλα του και τον κολλητό του να μπαίνουν κρυφά σε ένα ξένο σπίτι τα μεσάνυχτα με κουκούλες και μάσκες, είναι ακόμη πιο ξαφνικό.

Ο Χάρρυ σηκώθηκε από πάνω μου βοηθώντας ύστερα κι εμένα να σταθώ στα πόδια μου, ενώ ο Λίαμ έβαζε τον λοστό στη τσάντα του.

«Τι στο διάολο κάνατε μέσα σε αυτό το σπίτι;» φώναξε ο Χάρρυ. «Και ειδικά έτσι ντυμένοι!» επισήμανε δείχνοντάς μας με τα χέρια του. Η ενοχή είχε καταλάβει όλο μου το μυαλό, αλλά κυρίως ήταν από τις φορές που ένιωθα σαν μικρό παιδί που είχε κάνει κάποια αταξία και αυτή τη στιγμή άκουγε το κήρυγμα των γονιών του. «Γιατί ήσασταν εκεί μέσα;» ύψωσε το τόνο της φωνής του. Το βλέμμα μου αναζήτησε αυτό του Λίαμ, το οποίο βρισκόταν χαμένο με μία μοναδική έκφραση να το χαρακτηρίζει. Φόβος. «Μιλήστε γαμώτο!» φώναξε πιο δυνατά αφού κανείς δεν έμπαινε στο κόπο να απαντήσει.

Άνοιξα το στόμα μου με σκοπό να του πω έστω κάτι, να προσπαθήσω να τον ηρεμήσω, αλλά ένα φως από τη διπλανή κατοικία άναψε. Οι χτύποι της καρδιάς μου επιτάχυναν στη σκέψη ότι θα μας δουν, αλλά κυρίως να αναγνωρίσουν τον Χάρρυ που δεν φοράει μάσκα.

«Φεύγουμε! Τώρα!» ο Λίαμ άρχισε να μας τραβάει νευρικά χωρίς να σταματήσει να κοιτάει προς το σπίτι που άνοιξε το φως.

«Όχι, θέλω να μου εξηγήσετε!» ο Χάρρυ απομακρύνθηκε από τη λαβή του Λίαμ, επιμένοντας πεισματικά να μάθει την αλήθεια.

«Ποιος είναι εκεί;» μια άγνωστη φωνή ακούστηκε από εκείνο το σπίτι. Ο φόβος μου χτύπησε κόκκινο, έπρεπε να φύγουμε.

«Χάρρυ θα σου εξηγήσουμε, στο υπόσχομαι! Πάμε να φύγουμε!» άρχισα να τον τραβάω μαζί μου, επιταχύνοντας σε κάθε βήμα μου. «Έλα, τρέχα! Σε παρακαλώ!»

«Πάμε, πάμε!» ο Λίαμ μας έκανε νόημα επίσης φοβισμένος και αρχίσαμε να τρέχουμε.

Πέρασαν μερικά λεπτά, όταν σταματήσαμε στο ίδιο σημείο που είχα σταματήσει με τον Λίαμ για να βγάλουμε τις μάσκες μας. Τις έβαλε στη τσάντα, ενώ εγώ ταίριαζα τα μαλλιά μου ώστε να μην δώσουμε δικαίωμα στους φύλακες του σπιτιού να αρχίσουν να υποπτεύονται. Ο Χάρρυ μας κοιτούσε σαστισμένος χωρίς να μιλάει, χωρίς να αντιδράει με κάποιον τρόπο. Η σιωπή του με τρόμαζε, δεν ήξερα τι με περίμενε αργότερα και ειλικρινά δεν είχα σκεφτεί ποτέ ότι θα βρεθώ σε αυτή τη θέση. Ίσως αργά ή γρήγορα γινόταν, αλλά ποτέ δεν το πίστευα, πόσο μάλλον να προετοίμαζα τον εαυτό μου για κάτι τέτοιο.

Έρωτας στους στίχους... [H.S. & X❤O]Место, где живут истории. Откройте их для себя