Δήμητρας POV
Ακόμη δεν μπορώ να καταλάβω πως έπεισε τους γονείς μου να ταξιδέψω τόσο μακριά, και μάλιστα μόνη μου. Δηλαδή μαζί της. Δεν έχω αρκετές πληροφοριες σχετικά με το ταξίδι - στην ουσία, δεν ξέρω καν που βρισκόμαστε τώρα - ...
Όλη αυτή η ιστορία στην οποία ξαφνικά βρέθηκα μπλεγμένη, οφείλεται στην κολλητή μου φίλη, την Ιωάννα. Αχ ρε Ιωάννα... Πριν από μια εβδομάδα, διαγνώστηκε βλαβερός καρκίνος του δέρματος στον οργανισμό της. Ο δερματολόγος είπε ότι δεν μπορούσε να γίνει κάτι, καθως η κατάσταση της ήταν σε τόσο προχωρημένο στάδιο, που το μόνο που μπορούσαμε να κάνουμε ήταν να περιμένουμε το τέλος. Όταν η Ιωάννα το έμαθε, ούτε ένα δάκρυ δεν κύλησε στο μάγουλο της.
Ήταν και θα είναι δυνατή μέχρι το τέλος. Όπως ήταν αναμενόμενο, αρνήθηκε να μείνει με τα χέρια σταυρωμένα και να περιμένει να πεθάνει, κι έτσι αποφάσισε, να πραγματοποιήσει το ένα και - πιστέψτε με - μοναδικό της απωθημένο...
°¶°¶°¶°¶°¶°¶°¶°¶°¶°¶°¶°¶°¶°¶°
Το ταξίδι μας άρχισε από την Αθήνα, όταν η Ιωάννα ήρθε αρων-αρων στο σπίτι μου, στις τεσσερις τα ξημερώματα, ζητώντας μου να την ακολουθήσω σε ένα ταξίδι δύο μηνών στην Μονεμβασιά.
Φυσικά, μόλις άκουσα την περιοχή στην οποία θα μέναμε, κατάλαβα τι είχε κατά νου η Ιωάννα και ειλικρινά ενθουσιάστικα υπερβολικά. Ε, αυτό μέχρι που μου ζήτησε να ετοιμάσω τη βαλίτσα μου για να φύγουμε ΑΜΕΣΩΣ. Αφού οι γονείς της συνενοήθηκαν με τους δικούς μου, φορτώσαμε τα πράγματα μου στα τζιπ του πατέρα της και εκείνος άρχισε να οδηγεί στον άδειο, σκοτεινό δρόμο...Ομολογώ πως τις τρεις πρώτες ώρες του ταξιδιού κοιμόμουν ενώ δίπλα μου η Ιωάννα τραγουδούσε Πάριο. Οχι, σοβαρά. Γιάννη Πάριο. Στις έξι το πρωί. Κουνώντας τα χέρια της πέρα δώθε σαν να μου κάνει αέρα.
Οταν μετα από ώρες ξύπνησα, ο ήλιος είχε ανατήλει, είχαμε είχαμε ήδη περάσει την Κόρινθο, πράγμα που σήμαινε ότι όπου να ναι θα κάναμε στάση επιτέλους.
Σταματήσαμε σε μια καφετέρια με πικρό καφε, βρωμικες τουαλέτες, άθλιο σέρβις και μπαγιάτικες τυρόπιτες. Δίπλα από την καφετέρια λειτουργούσε ένα υπαίθριο παζάρι με βιβλία και μια καντίνα από την οποία αγοράσαμε μπόλικα σάντουιτς για τη διαδρομή.
Η Ιωάννα δεν κρατιώταν να φτάσουμε στο χωριό και έτσι ξεκινήσαμε αμέσως.
Μετά από ώρα, η θέα έξω από τα παράθυρα έπαψε να είναι τα κλασικά σομών σπίτια με τα κλειστά παντζούρια και τις αμέτρητες κεραίες πάνω τους. Το τοπίο ήταν πλέον μαγευτικό. Γύρω μας απλώνονταν ατελείωτα βουνά, ντυμένα με πεύκα, σαν πράσινα κύματα έτοιμα να μας πλακώσουν. Καταλαβα ότι φτάναμε στο χωριό όταν άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα πλατάνια στο διάβα μας και όταν τρεχούμενα νερά κατέβαιναν από το βουνό. Νερό... Νερό που κυλά. Ο μόνος ήχος που θα μπορουσα να ακούω για αναρίθμητες ώρες...
YOU ARE READING
Μέχρι το τέλος
Spiritual- Τι πίνεις ; - Ουίσκι με πάγο - Σκληρό ποτήρι να υποθέσω !! - Όχι. Απλώς μπερδεμένη. Πολύ μπερδεμένη... [ ... ] - Σε αγαπάει τουλάχιστον ; - Αμφιβαλω - Τότε είναι μάλλον πολύ περίπλοκο για να μου εξηγήσεις...