Κεφάλαιο 6

448 50 10
                                    

ΙΩΑΝΝΑΣ POV

      Ξαφνικά, η πόρτα άνοιξε,  και ο πιο όμορφος μαυροφορεμένος νέος που έχω δει στη ζωή μου,  εμφανίστηκε μπροστά στα ανυπόμονα ματιά μου. Ναι,  σωστά το μάντεψες. Εκείνο το αγόρι με τα γαλανά ματιά. Αυτά τα υπέροχα ματιά που ερωτεύτηκα...

  -  "Γειά σας κορίτσια. Πως πάει ;" είπε δειλά δειλά και άρχισε να κοκκινίζει. Με το ένα του χέρι, κρατούσε το πόμολο της πόρτας και με το άλλο ανακάτεψε τα καστανόξανθα μαλλιά του τόσο όμορφα που νόμιζα πως θα έκλαιγα...

      Για μια στιγμή, τα πάντα έσβησαν στο σκοτάδι της πραγματικότητας και μόνο ένα φως,  ένα μικρό φωτάκι έμεινε ανοιχτό, το φως της ψυχής μου. Μέσα από αυτό, κοιτούσα μέσα στα υπέροχα ματιά του και ένιωθα να ζω. Κι αυτός με κοιτούσε κατάματα. Δεν ξέρω τι σκεφτόταν,  πάντως το θεωρώ αδύνατον να σκεφτόμασταν το ίδιο πράμα.

  -  "Εμ, χελόου !!  Πλανήτης γη καλεί Ιωάννα,  καλέ είστε καλά ;  Βρε Πάνο δεν θα μας πεις να περάσουμε ;"

  -  "Φυσικά περάστε !! " είπε σαν να είχε μόλις ξυπνήσει και έχοντας καρφωμένο το βλέμμα του πάνω μου σαν υπνωτισμένος.

      Μπήκαμε μέσα στο αναπαλαιωμένο σπίτι και ενώ η Δήμητρα άρχισε να κοίτα γύρω γύρω και να αγγίζει οτιδήποτε δεν ήταν προορισμένο για να αγγίζεται, εγώ αναζήτησα τον Αντώνη στον χώρο. Δεν ήταν πουθενά. Όχι τε γαμωτο και χρειαζόμουν λίγη υποστήριξη σήμερα... Χωρίς δεύτερη σκέψη άφησα την Δήμητρα να χαζεύει και γύρισα προς τον Παναγιώτη που τώρα έκλεινε την πόρτα.
   
  -  "Λοιπόν που είναι ο αδερφός σου;" ρώτησα από φεύγοντας τη ματιά του.

  -  " Ενδιαφέρεσαι;"  ρώτησε και με κοίταξε με ένα εντελώς πονηρό βλέμμα. Τι κόπανος θεέ μου... Δεν είπα τίποτα παρά μόνο χαμογέλασα ειρωνικά και περιπλανήθηκα στο χώρο.

        Χάζευα ένα διακοσμητικό όταν δύο δυνατά χέρια με έπιασαν από τη μέση και με τράβηξαν προς ένα γυμνασμένο σώμα. Ασυναίσθητα,  γύρισα το κεφάλι μου γελώντας και χαμογέλασα στον Αντώνη που είχε μόλις μπει στο σπίτι. 

  - "Γεια σου Αντώνη" είπα και κοίταξα προς το μέρος του Πάνου. Μας κοιτούσε βέβαια. Και είχε καρφωμένα τα μάτια του στα χέρια του αδερφού του που με αγκάλιαζαν. Έφυγα από την αγκαλιά του και άρχισα να περπατώ μέσα στο δωμάτιο.

     Οι ώρες περνούσαν γλυκά και τίποτε δεν μπορούσε να χαλάσει τη διάθεση που είχε αναπτυχθεί ανάμεσα μας. Εκτός από το κρύο. Δηλαδή το πολικό ψύχος ενωώ.

Μέχρι το τέλοςDove le storie prendono vita. Scoprilo ora