Κεφάλαιο 13

292 42 4
                                    

Ιωάννας POV

      Κατευθυνθήκα προς την έξοδο του σχολείου. Εκεί, συνάντησα την Αναστασία η οποία μου χαμογέλασε, αλλά μάλλον μετά κατάλαβε ότι έφευγα και ρώτησε περίεργα : "Φεύγεις; "

- "Πάω να πάρω καφέ" είπα τάχα αδιάφορα.

- "Έχει και στο κυλικείο καφέ, αν θες"

- "Βασικά, έχω συγκεκριμένες προτιμήσεις"

- "Α, οκ τα λέμε στο μάθημα τότε !! Μην αργήσεις..." είπε με δυσπιστία.

       Συνέχισα να προχωράω, προσπερνώντας διαφορά παιδιά, που ουσιαστικά ούτε καν ήξερα. Τους κοιτούσα όλους τους κατάματα, έναν προς ένα, γιατί φοβόμουν μην αναγνώρισα κάποιον.

     Δεν ήθελα να ξέρω κανένα εκείνη τη στιγμή. Μεγάλη ψυχική σωτηρία η αμάθεια. Δεν ξέρεις για το κακό, άρα ποτέ δεν του δίνεις σημασία...

      Τι ωραίο πράγμα το να μπορείς να προσπερνάς. Όχι να κυριεύεις εμπόδια, αλλά να τα προσπερνάς... Να τρέχεις δίπλα τους αλλά να μην πηδάς από πάνω τους. Δεν μπορούσα όμως τα προβλήματα μου να τα προσπεράσω, άρα δεν μπορούσα να προσπεράσω την πραγματικότητα. Διότι, παραδόξως, σε σχέση με όλα τα υπόλοιπα πράγματα στη ζωή μου, τα προβλήματα μου ήταν τα μόνα αληθινά.

       Ήθελα να περάσω τη μέρα μου μόνη μου. Να μην δω κανέναν που να ξέρω.. Κανέναν με τον οποίο θα με συνδέει κάτι.. Μοναξιά. Ομορφη, γλυκιά λέξη.
Περπάτησα μέσα στην πόλη. Οι δρόμοι ήταν σχεδόν άδειοι, μάλλον γιατί ήταν Δευτέρα και έτσι είχα όλη την πόλη δική μου.
 
       Άρχισα να περιπλανιέμαι δε άγνωστους για μένα δρόμους, τους οποίους όμως δεν φοβόμουν, απλά μόνο αγαπούσα.

        Περπάτησα μέσα σε σοκάκια,δρομάκια και περάσματα χαζεύοντας οτιδήποτε ζωντανό έβρισκα στο διάβα μου. Αλήθεια, δεν ξέρω γιατί, αλλά πέρασα πάνω από έξι ώρες περπατώντας, καθισμένη σε παγκάκια ή χαζεύοντας άγνωστους να περνούν δίπλα μου... Ήταν τρελό, αλλά μου άρεσε πολύ αυτό που έκανα. Με τα πολλά, η ώρα πήγε οκτώ το βράδυ χωρίς καν να το καταλάβω. Ήμουν κανά δεκάωρο χαμένη μέσα την πόλη.

       Αποφάσισα να πάω κάπου για να κάτσω λίγο, να ξεκουράσω τα πόδια μου και ίσως να φάω κάτι.

       Κατέληξα λοιπόν σε ένα μπαρ, το οποίο απλά μου κίνησε την περιέργεια. Εξωτερικά, η ξύλινη αλλά ανοιχτή πόρτα και το αναπαλαιωμένο κτίσμα, έπειτα η εσωτερική, μοντέρνα διακόσμηση, και η πινακίδα που έγραφε "Προχτές αργά, στο μπαρ το ναυάγιο".

Μέχρι το τέλοςWhere stories live. Discover now