Κεφάλαιο 25: Τρίτο Πρόσωπο

225 29 88
                                    

Το κεφάλαιο αυτό είναι αφιερωμένο σε μια όμορφη ψυχούλα που έφυγε προχθές... που έφυγε τόσο νωρίς... Αντίο αγαπημένη μου, αντίο άγγελέ μου...Ο Θεός να αναπαύσει την ψυχούλα σου και να δίνει δύναμη στους γύρω σου... Θα σε θυμάμαι και θα σε αγαπώ για πάντα...

Ρώμη – Νοέμβριος 2016 - Διαμέρισμα Μαρκέλλας - Μια βδομάδα μετά

-Bambina???

Η απαλή φωνή του Τζιανλούκα έκανε τον Ιγνάτσιο να ξεκολλήσει απρόθυμα τα χείλη του από τα χείλη της Μαρκέλλας και να στρέψει το σώμα του προς τα εκεί που ακούστηκε η φωνή. Είδε τον Τζιανλούκα να στέκεται εκεί, στο κατώφλι, και να τους κοιτάει με μια έκφραση που δεν μπορούσε να ερμηνεύσει... Τα μάτια του είχαν στενέψει και μπορούσε να διακρίνει μέσα τους θυμό και... ζήλια;;; Στένεψε τα μάτια του. Αν όντως υπήρχε ζήλια μέσα στο πράσινο βλέμμα του κολλητού του, τότε η υποψία του ότι αυτός και η Μαρκέλλα πηδιόντουσαν πίσω από την πλάτη του ήταν πέρα για πέρα αληθινή...

-Βελουδένιε... άκουσε τη Μαρκέλλα να ψελλίζει.

Γύρισε και την κοίταξε. Τα μάτια της ήταν γεμάτα λες και ήταν έτοιμη να κλάψει. Τα μάγουλά της είχαν πάρει μια κόκκινη απόχρωση, λες και ντρεπόταν που την έπιασε ο κολλητός της να φιλιέται με το αγόρι της. Και το βλέμμα της, είχε μια έκφραση ντροπής κι απελπισίας... Μια έκφραση που έχει ένα ερωτευμένο άτομο όταν νιώθει ότι χάνει αυτόν που αγαπάει...

-Μωρό μου, τι έπαθες;;; Γιατί είσαι έτοιμη να κλάψεις;;; την ρώτησε όλο αγωνία αγνοώντας το θυμωμένο βλέμμα του Τζιανλούκα.

Αντί για απάντηση, την είδε να κάνει ένα βήμα μπροστά και να πλησιάζει τον Τζιανλούκα. Άπλωσε τα χέρια της να τον ακουμπήσει αλλά εκείνος, έκανε ένα βήμα πίσω. Κουβέντα δε βγήκε από το στόμα του, παρά μόνο την κοίταξε έντονα. Τα όμορφα πράσινα μάτια του ήταν γεμάτα θυμό κι απογοήτευση. Τα χείλη του έγιναν μια ευθεία βλοσυρή γραμμή, φανερώνοντας τη ζήλια του. Κι έπειτα, χωρίς να πει λέξη, έκανε μεταβολή κι εξαφανίστηκε...

-Βελουδένιε;;; Βελουδένιε!! Στάσου!! Πού πας;;; είπε η κοπέλα κι έκανε να τρέξει πίσω του.

Δεν πρόλαβε. Ένιωσε ένα χέρι να την σταματά και να την γυρνάει με δύναμη προς το μέρος του. Δύο μεγάλα καστανά μάτια την κοιτούσαν με θυμό.

-Πού νομίζεις ότι πας;;; την ρώτησε με συγκρατημένη οργή.

Γύρισε και τον κοίταξε. Πόσο ήθελε να τον χαστουκίσει... Δεν ήθελε να την ακουμπάει, δεν ήθελε να τον βλέπει, δεν ήθελε να υπάρχει στη ζωή της!! Με μια απότομη κίνηση, τον έσπρωξε κι απαλλάχθηκε από τη λαβή του.

Το κορίτσι του φίλου μου_AUBGRBCWhere stories live. Discover now