Ο Ιγνάτσιο έμεινε να κοιτάζει την κλειστή πόρτα του δωματίου όπου νοσηλευόταν η Μαρκέλλα. Τα συναισθήματά του αντικρουόμενα. Από τη μια, ήθελε σαν τρελός να την δει και να την κλείσει στην αγκαλιά του, να της πει δυο λόγια παρηγοριάς, να ζητήσει συγχώρεση... Από την άλλη, η ελάχιστη συνείδηση που είχε άρχισε να τον χτυπάει. Οι ελάχιστες τύψεις που ξεπήδησαν από τη σκληρή καρδιά του τον έκαναν να αναλογιστεί αν ήταν σωστό να διαταράξει για άλλη μια φορά τη ζωή αυτής της κοπέλας. Τι δουλειά είχε να την ταράξει ακόμα μια φορά;;; Αρκετά δεν της είχε κάνει;;; Εξαιτίας του είχε υποφέρει και, τώρα, υπέφερε ακόμη περισσότερο με τον χαμό του παιδιού της... Στη θύμηση αυτού του παιδιού, την ύπαρξη του οποίου ο ίδιος αγνοούσε μέχρι χθες, ένιωσε την καρδιά του να σφίγγεται από ζήλια. Πόσο θα ήθελε αυτό το παιδί να ήταν δικό του... Να ήταν εκείνος ο πρώτος που ακούμπησε το λυγερό και καλλίγραμμο κορμί της Μαρκέλλας... Να ήταν εκείνος ο πρώτος ο οποίος την άγγιξε κι όχι ο χειρότερός του εχθρός... Γιατί ναι... Πλέον ο Τζιανλούκα ήταν για τον ίδιο ο χειρότερός του εχθρός, εφόσον δε δίστασε να προδώσει τη φιλία που τους έδενε τόσα χρόνια κλέβοντάς του την κοπέλα του... Κούνησε το κεφάλι του απωθώντας στο πίσω μέρος του μυαλού του το γεγονός ότι, ουσιαστικά, αυτός μπήκε ανάμεσα στη Μαρκέλλα και τον Τζιανλούκα όταν αντιλήφθηκε τον έρωτα του δεύτερου για εκείνην... Έναν έρωτα που αντιλήφθηκε από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας του με τη Μαρκέλλα. Έναν έρωτα που διαπίστωσε εκείνο το απόγευμα, δύο μήνες πριν, όταν τους είδε να φιλιούνται με πάθος μπροστά από τη Fontana di Trevi... Εκείνο το απόγευμα που προσπάθησε να κάνει τη Μαρκέλλα δική του... Εκείνο το απόγευμα που είδε τα χείλη εκείνου που, μέχρι πρότινος, θεωρούσε καλύτερό του φίλο, να διεκδικούν άγρια και κτητικά τα χείλη της κοπέλας που είχε ερωτευτεί... Εκείνο το απόγευμα που είδα τα χέρια εκείνου να ταξιδεύουν απαιτητικά πάνω στο λυγερό κορμί της και τις ανάσες τους να χορεύουν συντονισμένες έναν χορό που μόνο τα πυρωμένα από έρωτα κορμιά καταλαβαίνουν... Εκείνο το απόγευμα που ένιωσε την προδοσία να του τσακίζει την καρδιά και τον εγωισμό...
"Σε θέλω... Σε θέλω πολύ..." είχε ακούσει εκείνον να της λέει εκείνη τη μέρα.
"Κι εγώ...." άκουσε εκείνην να του απαντάει πίσω, αφήνοντας έναν αναστεναγμό να της ξεφύγει.
Τα μάτια του στένεψαν απειλητικά και τα χείλη του έγιναν μια ευθεία βλοσυρή γραμμή, καθώς η εικόνα των δυο τους να φιλιούνται με έρωτα και πάθος όρμησε ξανά μπροστά του κάνοντας την καρδιά του να χτυπήσει δυνατά από πόνο και ζήλια. Κοίταξε ξανά την κλειστή πόρτα. Κούνησε το κεφάλι του με πείσμα. Έπρεπε να κάνει τα πάντα για να κερδίσει πίσω τη Μαρκέλλα. Πήρε μια βαθιά ανάσα και άνοιξε την κλειστή πόρτα.
ESTÁS LEYENDO
Το κορίτσι του φίλου μου_AUBGRBC
Romance"Σ' αγαπώ πολύ, bambina... Πάντα θα σε αγαπάω... Θέλω να είσαι πάντα ευτυχισμένη..." της είπε ο Τζιανλούκα. "Κι εσύ;;" τον ρώτησε πίσω εκείνη. "Εγώ, θα είμαι ευτυχισμένος αν είσαι κι εσύ... Αυτό μου αρκεί, γλυκιά μου bambina..." της είπε τρυφερά. "Τ...