Κεφάλαιο 16

6.8K 610 53
                                    

CHAPTER 16

«Είσαι αθώος» είπα επιτέλους. Και καθώς είπα τις λέξεις, συνειδητοποίησα πως ένα μέρος του εαυτού μου το γνώριζε από την αρχή. Αλλά δεν συνάντησα τη ματιά του καθώς το είπα, αντ' αυτού κοιτούσα κάτω, παίζοντας με τους αντίχειρες μου. Δεν ήθελα να τον κοιτάξω στα μάτια, φοβούμενη την απάντηση του, φοβούμενη ότι μπορεί να είμαι λάθος.

«Αλήθεια το πιστεύεις αυτό;» ρώτησε, η φωνή του ακουγόταν λίγο πιο δυνατά από έναν ψίθυρο. Έγνεψα, ακόμη χωρίς να "μετακινώ" τη ματιά μου απ' την αγκαλιά μου.

«Rose, κοίταξε με» με ικέτευσε ελαφρά. Τοποθέτησε τα λεπτοκαμωμένα δάχτυλα του κάτω απ' το πιγούνι μου, σηκώνοντας το μαλακά έτσι ώστε τα μάτια μου να αναγκαστούν να κοιτάξουν τα δικά του. Ήταν τόσο φωτεινά και είχαν τόσο όμορφο σκούρο πράσινο χρώμα, κρατώντας ένα αίσθημα επιβεβαίωσης. «Έχεις δίκιο».

Αυτές οι δύο λέξεις ειπώθηκαν μαζί με έναν αναστεναγμό, λες και ένα πελώριο βάρος είχε μόλις σηκωθεί απ' τους πλατιούς του ώμους. Και σε αυτήν την ανακούφιση μπορούσα να το δω. Μπορούσα να δω το χαμόγελο του να μεγαλώνει, μπορούσα να το αναγνωρίσω στα καταπράσινα μάτια του, μπορούσα να το ακούσω στην βραχνή του φωνή. Έλεγε την αλήθεια.

Αλλά αυτή η αλήθεια, παρόλο που ήταν καλοδεχούμενη με μεγάλη ανακούφιση, έφερε και πολλές ερωτήσεις. Γιατί ήταν ο Harry φυλακισμένος σε αυτό το απαίσιο μέρος; Τι συνέβη πραγματικά σε εκείνες τις γυναίκες; Ξέρει ο Harry ποιος το έκανε; Ξέρει η κυρία Hellman ότι είναι αθώος;

Η νέα σαφήνεια που ανακαλύφθηκε "συννέφιασε" το μυαλό μου με ακατάπαυστες απορίες, αφήνοντας με να αναρωτιέμαι τα πάντα σχετικά με αυτόν τον καινούριο Harry, αυτόν τον αθώο Harry που βρισκόταν εκεί εξαρχής, αλλά ήμουν τόσο τυφλή για να το δω.

Οπότε αντ' αυτού είπα τα λόγια που ήλπιζα ότι θα απαντούσαν σε όλες τις πολλές ερωτήσεις μου. «Νομίζω ότι μου χρωστάς μια ιστορία».

HARRY'S POV

Το μικρό χαμόγελο της Rose που σχηματίστηκε μαζί με το αίτημα της, έκανε την αποκάλυψη της αλήθειας μια αναγκαιότητα. Έπρεπε να της πω τι είχε συμβεί. Και το ήθελα. Αν κάποιος έπρεπε να μάθει το ποιος ήμουν πραγματικά, θα ήταν αυτή.

«Εντάξει» ξεφύσηξα, εισπνέοντας μια βαθιά ανάσα για να προετοιμαστώ για την περίπλοκη ιστορία που θα έλεγα. Πέταξα την γόπα του τσιγάρου μου στα σκουπίδια στην άκρη, χωρίς να θέλω διακοπές για νικοτίνη να την κάνει μεγαλύτερη απ' ότι χρειαζόταν. «Λοιπόν, άσε με να ξεκινήσω λέγοντας πως δεν είμαι και κανένας άγιος. Ποτέ δεν ήμουν καλό παιδί, με την καμία».

Η Rose έγνεψε, μερικές τούφες απ' τα μαλλιά της έπεσαν απ' τον κότσο της, τα μάτια της "φλέγονταν" απ' το ενδιαφέρον.

«Βασικά αυτή, εμ . . . αυτή δεν είναι η πρώτη μου φορά στο Wickendale» είπα.

«Τι;» ρώτησε. «Τι εννοείς;»

«Είχα ξαναέρθει εδώ. Ως ψυχασθενής στην πτέρυγα για τα παιδιά, βρισκόταν στον δεύτερο όροφο νομίζω. Ήμουν περίπου δώδεκα ετών».

Τα φρύδια της Rose σηκώθηκαν από την έκπληξη. «Τι έκανες;»

Παρόλο που ήξερα ότι αυτή η ερώτηση ήταν αναπόφευκτη, έτρεμα να την απαντήσω. Αλλά είχα βαρεθεί να το κρατάω για τον εαυτό μου, ήταν ώρα να μιλήσω για τους τρόμους του παρελθόντος μου.

«Λοιπόν, ο πατέρας μου συνήθιζε να φέρεται σε μένα και την μαμά μου σαν σκουπίδια. Μας χτυπούσε και όλα αυτά. Οπότε ένα βράδυ τον είδα να την χτυπάει, να την πνίγει ακόμα και φοβόμουν τόσο πολύ ρε γαμώτο, Rose. Ήμουν θυμωμένος επίσης και ήθελα να τον κάνω να νιώσει χειρότερο πόνο απ' τη μαμά μου. Τον ήθελα νεκρό, τον μισούσα περισσότερο από όσο τίποτα άλλο. Οπότε ένα βράδυ ήταν λιπόθυμος απ' το μεθύσι στον καναπέ, καθώς η μαμά μου δούλευε ως αργά. Και εγώ άρπαξα το βουτάνιο και μερικά σπίρτα. . .»

«Δεν το έκανες» πήρε μια κοφτή ανάσα, καλύπτοντας το στόμα της από το σοκ.

«Το έκανα» έγνεψα. «Ήταν μαλακία, το ξέρω. Αλλά έζησε, είχε μόνο μερικά εγκαύματα. Είπα στην πυροσβεστική γιατί έκανα ότι έκανα, οπότε έστειλαν τον πατέρα μου στη φυλακή κι εμένα στο Wickendale».

Πήρα ένα λεπτό για να εξετάσω την σοκαρισμένη έκφραση της Rose, τα χαρακτηριστικά της ήταν έκπληκτα, αλλά η φωνή της σιωπηλή. Τα μάτια της ήταν ορθάνοιχτα, το σώμα της έμοιαζε να είναι τεντωμένο. Φοβόταν. Με φοβόταν. Συνήθως δεν θα μπορούσα να σταματήσω τον εαυτό μου απ' το να γελάσει με την αθωότητα της, λαμβάνοντας μια συγκεκριμένη ευχαρίστηση βλέποντας ότι είχα το πάνω χέρι. Αλλά όχι τώρα, όχι έτσι.

«Rose, δεν ήταν-, εννοώ ότι έχω αλλάξει, ήμουν απλά ένα φοβισμένο παιδί και δεν ήθελα να την χτυπάει πια και-, να πάρει η οργή, δεν έπρεπε να σου το πω, συγνώμη, εγώ-»

«Ησύχασε, είναι εντάξει» με διέκοψε, τοποθετώντας ένα χέρι ψηλά για να με κάνει να σιωπήσω. Η έκφραση της μεταμορφώθηκε σε σκεπτική παρά φοβισμένη.

«Τι σκέφτεσαι;» την ρώτησα.

Της πήρε μια στιγμή μέχρι να βρει τις λέξεις, ανοίγοντας το στόμα της μερικές φορές σαν να ήταν έτοιμη να μιλήσει, αλλά ύστερα το έκλεινε ξανά. «Δεν σε κατηγορώ» είπε στο τέλος.

«Τι;» ρώτησα, τώρα ακόμα πιο σοκαρισμένος απ' ότι ήταν εκείνη.

«Εννοώ, φυσικά αυτό που έκανες ήταν απαίσιο, αλλά απαίσιο ήταν και αυτό που έκανε ο πατέρας σου σε σένα και την μητέρα σου. Το να τον κάψεις δεν ήταν η καλύτερη επιλογή αλλά είχες μεγαλώσει ανάμεσα σε βία, οπότε έγινες βίαιος. Βγάζει νόημα».

Τώρα ήταν η δική μου σειρά να μείνω έκπληκτος. Δεν περίμενα να αντιδράσει . . . λοιπόν, όχι έτσι.

«Ευχαριστώ για την τόση . . . κατανόηση» είπα.

Ένα μικρό, συμπονετικό χαμόγελο σχηματίστηκε στα όμορφα χαρακτηριστικά της, τα μάτια της "γέμισαν" με οίκτο. «Πότε βγήκες τελικά;»

«Όχι μέχρι να γίνω δεκαέξι» της είπα. «Και όταν βγήκα, δεν είχα που να πάω. Η μητέρα μου με φοβόταν, ο πατέρας μου ήταν ακόμα στη φυλακή. Οπότε, έπιασα δουλειά σε μια φάρμα, κουβαλώντας απλά άχυρο και φτυαρίζοντας κοπριά αλόγων. Το αφεντικό μου ήταν ένας μαλάκας και μπορούσα να καταλάβω ότι με μισούσε, αλλά με κράτησε ούτως ή άλλως. Ήταν απαίσια, αλλά έβγαζα αρκετά ώστε να πάρω ένα δικό μου διαμέρισμα. Και τα πράγματα συνεχίστηκαν έτσι για λίγο, απλά δούλευα και κοιμόμουν κυρίως. Πίνοντας στο μπαρ στο κέντρο και φέρνοντας κανένα κορίτσι σπίτι που και που. Ήταν κατά κάποιο τρόπο σκατένια ζωή. Αυτό ήταν, μέχρι που την γνώρισα»

«Ποια;» ρώτησε η Rose, κρεμάμενη από κάθε λέξη που έλεγα. Αγαπούσα την περιέργεια της, το πως ενδιαφερόταν για τα πάντα.

«Το όνομα της ήταν Emily» είπα, ένα μικρό χαμόγελο μεγάλωνε στο πρόσωπο μου καθώς άφησα τελικά τον εαυτό μου να θυμηθεί. «Θεέ μου, Rose, ήταν όμορφη. Πραγματικά θα την συμπαθούσες. Είχε μακριά, ξανθά μαλλιά και τα πιο μεθυστικά μπλε μάτια . . . σχεδόν σαν να ήταν βγαλμένα από ένα όνειρο. Ήταν η κόρη του αφεντικού μου και ερχόταν κάτω στη φάρμα που και που. Και μια μέρα αρχίσαμε να μιλάμε και η ζωή μου από τότε ήταν τέλεια. Ήταν το πιο γλυκό κορίτσι που είχα δει, δεν ξέρω καν τι έκανε με κάποιον σαν εμένα. Ήμουν τόσο αποτυχημένος, ακόμα είμαι, αλλά με αγαπούσε έτσι κι αλλιώς. Με έκανε να ξεχάσω το παρελθόν μου και έβγαλε τον καλύτερο εαυτό μου και το ξέρω ότι ακούγεται κλισέ αλλά είναι η αλήθεια. Αγαπούσα τα πάντα πάνω της, τον τρόπο που έκανε τηγανίτες κάθε πρωί, τον τρόπο που μου έλεγε πως με αγαπούσε άσχετα με το πόσες φορές τα έκανα θάλασσα. Ήταν το πιο αγαπημένο μου πρόσωπο στον κόσμο».

Κάθε λέξη που έλεγα πονούσε πολύ, αλλά ένιωσα καλά που επιτέλους τα έβγαλα από μέσα μου. Δεν είχα μιλήσει γι' αυτήν από το περιστατικό και τώρα οι αναμνήσεις "πλημμύριζαν"  το μυαλό μου όλες μαζί. Το μυαλό μου "γέμισε" με εικόνες των ματιών της, εκείνα τα γλυκά μάτια που με κοιτούσαν σαν να σήμαινα κάτι πραγματικά. Σκέφτηκα την ημέρα μας στη θάλασσα, η οποία ήταν η αγαπημένη μου ανάμνηση. Σκέφτηκα το γέλιο της όταν είχε προσπαθήσει να με μάθει να χορεύω, σκέφτηκα τα γλυκά φιλιά που μου έδινε στα χείλη όταν της είχα πει ότι την αγαπούσα για πρώτη φορά. Αλλά κάποιος την πήρε μακριά μου, σκοτώνοντας τη χωρίς λόγο. Διάολε, πιθανόν να την είχε βιάσει κιόλας. Έπρεπε να την είχα προστατέψει, έπρεπε να είχα προσπαθήσει πιο σκληρά να την κρατήσω ασφαλή έτσι ώστε να μπορούσα να δω το χαμόγελο της για ακόμα μια φορά. Αλλά απογοήτευσα ακόμα ένα άτομο που αγαπούσα. Πριν το καταλάβω, ένα δάκρυ κύλησε απ' τα μάτια μου και ύστερα κι άλλο. Σκατά, τώρα έκλαιγα.

«Πάντα ήθελα να βρω κάποια-» ξεκίνησα, η τρεμάμενη φωνή μου "έσπασε" στη μέση της πρότασης. «Πάντα ήθελα να βρω κάποια σαν αυτή . . . και νομίζω ότι τη βρήκα».

Κοίταξα την Rose και με κοίταξε κι αυτή, δάκρυα ξεκίνησαν να σχηματίζονται στα μάτια της επίσης. Δεν "έσπασε" την ματιά της καθώς πήρε το χέρι μου από εκεί που ακουμπούσε στο κρεβάτι, κρατώντας το στο μικροσκοπικό της. Σχημάτιζε μικρούς, παρηγορητικούς κύκλους στην παλάμη και εγώ γέλασα μέσα απ' τα θολά μάτια μου.

«Αν δεν σε πειράζει που ρωτάω, τι της συνέβη;» ρώτησε, η φωνή της απαλή και καταπραϋντική.

«Ήταν, εμ . . . ήταν ένα από τα θύματα».

Η Rose πήρε μια κοφτή ανάσα, το χέρι της κάλυψε το στόμα της. «Όχι» είπε, φαινόταν λες και δεν ήθελε να το πιστέψει.

«Ναι. Οι γονείς της με μισούσαν, νόμιζαν πως ήμουν κακή επιρροή, οπότε αμέσως κρίθηκα ύποπτος. Είχα ένα σκατένιο δικηγόρο από την επαρχία και όλα όσα μπορούσε να κάνει ήταν να ισχυριστεί φρενοβλάβεια, καθώς ή πλούσια οικογένεια της πλήρωσε χιλιάδες για τον καλύτερο δικηγόρο που μπορούσαν να βρουν. Όλοι οι φόνοι συνδέθηκαν και κατηγορήθηκα για όλους. Οπότε τώρα όλοι νομίζουν πως την σκότωσα, παρόλο που αυτό ήταν μακράν το μεγαλύτερο ψέμα. Αλλά οποιοσδήποτε αηδιαστικός μαλάκας το έκανε, θα τον κάνω να νιώσει δέκα φορές περισσότερο πόνο απ' ότι ένιωσε εκείνη. Το ορκίζομαι στο Θεό, θα "ξεφλουδίσω" κάθε εκατοστό δέρματος απ' το γαμημένο του σώμα-» η Rose μόρφασε φανερά λόγω των λέξεων μου, δειλιάζοντας απ' τον σκληρό τόνο.

«Συγνώμη» ξεφύσηξα.

«Είναι εντάξει» σχεδόν ψιθύρισε. «Harry, αυτό είναι απαίσιο. Λυπάμαι πολύ».

«Είναι εντάξει, δεν φταις εσύ» σνίφαρα, σκουπίζοντας τα τελευταία οικτρά δάκρυα που κυλούσαν στο πρόσωπο μου. «Απλά μου λείπει».

ROSE'S POV

Η καρδιά μου πονούσε καθώς χτυπούσε στο στήθος μου, νιώθοντας κάτι για τον Harry που δεν είχα νιώσει ποτέ. Μια εικόνα ενός μικρού, σγουρομάλλικου αγοριού πέρασε σαν αστραπή απ' το μυαλό μου, πιο αδύνατο και πιο κοντό από αυτό μπροστά μου, δάκρυα να κυλούν στα μάγουλα του καθώς η μητέρα του ούρλιαζε κι ο πατέρας του φώναζε. Τον είδα να μαζεύεται από τον φόβο, παρακολουθώντας την μητέρα του να την κακομεταχειρίζονται σαν να ήταν ένα τίποτα.

Είδα τις μπούκλες του αγοριού να είναι ανακατεμένες πάνω στο κεφάλι του καθώς το στήθος του ανάβαινε και κατέβαινε από τις βαριές ανάσες, η αντανάκλαση των "φλεγόμενων" ματιών του και ο ήχος πονεμένων φωνών στα αυτιά του. Ήταν απλά χαμένος και φοβισμένος ότι είναι η αιτία της "σπασμένης" οικογένειας του.

Και τελικά, όταν βρήκε το μόνο άτομο που μπορούσε να τον κάνει χαρούμενο, που θα μπορούσε να κάνει όλες τις κακές αναμνήσεις να αρχίσουν να ξεθωριάζουν, του την πήραν μακριά. Και ακόμα χειρότερα, έπρεπε να πάρει την ευθύνη για τον θάνατο της όταν πραγματικά ήταν ο μόνος που πονούσε περισσότερο. Καθώς κοίταξα μπροστά μου, είδα το ίδιο αγόρι, τα δάκρυα ήταν ακόμα εμφανή καθώς επέτρεπε στις αναμνήσεις να τον "πλημμυρίσουν". Και παρόλο που μπορεί να με σπρώξει μακριά, παρόλο που μπορεί να απορρίψει την προσπάθεια μου να τον παρηγορήσω, σηκώθηκα όπως και να είχε, προχωρώντας πιο κοντά στο "τσακισμένο" αγόρι. Ήμουν πιο ψηλή απ' αυτόν καθώς στεκόμουν όρθια καθώς αυτός καθόταν στο κρεβάτι που έτριζε.

Το υποσυνείδητο μου κυριάρχησε πριν προλάβω να αντιδράσω, χωρίς καν να γνωρίζω τι κάνω, αλλά κάνοντας το όπως και να έχει. Υπήρχε ένα περίεργο συναίσθημα στην ατμόσφαιρα, σχεδόν ένα μούδιασμα που με τραβούσε προς τον Harry. Δεν μπορούσα να το περιγράψω, αλλά σίγουρα ήταν εκεί. Μου έδωσε μια ακατανίκητη παρότρυνση να σηκώσω το χέρι μου και να τον αγγίξω, να τον φιλήσω ίσως. Τα μάτια μου "έπεσαν" από τα δικά του και "προσγειώθηκαν" στα χείλη του, τα φουσκωτά, γυαλιστερά χείλη του. Μπορούσα μόνο να φανταστώ πως θα ήταν να τα αισθανθώ πάνω στα δικά μου, η σκέψη και μόνο έκανε τα γόνατα μου να τρέμουν. Αλλά με όση δύναμη μπορούσα να συγκεντρώσω, συγκρατήθηκα, αντ' αυτού αποφασίζοντας την πρώτη επιλογή. Το χέρι μου "σηκώθηκε" χωρίς δεύτερη σκέψη, "γλιστρώντας" στις απαλές μπούκλες του. Με κοίταξε με φωτεινά μάτια, το κάτω χείλος του "εισχώρησε" ανάμεσα στα δόντια του. Αλλά δεν απομακρύνθηκε, για την ακρίβεια φάνηκε να δέχεται το απαλό μου άγγιγμα. Καθώς το χέρι μου "μετακινούνταν" στις πυκνές μπούκλες του, προχώρησα όλο και πιο κοντά του μέχρι που το κεφάλι του ακουμπούσε το στομάχι μου και στεκόμουν ανάμεσα στα πόδια του. Τύλιξε αργά τα χέρια του γύρω από τη μέση μου, τραβώντας με ακόμα πιο κοντά του. Ο Harry έβγαλε ένα τρεμάμενο αναστεναγμό καθώς κινούσα το χέρι μου μπρος-πίσω ανάμεσα στα μαλλιά του, γρατζουνώντας ελαφρά το κεφάλι του. Το άλλο χέρι χάιδευε την πλάτη του για να προσπαθήσω να τον ηρεμίσω ή ίσως να τον ανακουφίσω απ' τις τύψεις του.

«Ηρέμισε, είναι εντάξει. Θα σε βγάλω από εδώ μέσα, στο υπόσχομαι» είπα και εννοούσα κάθε λέξη.

Αν μου το είχατε πει μερικούς μήνες πριν ότι θα κρατούσα τον Harry όπως τον κρατούσα τώρα, τα χέρια του "τυλιγμένα" γύρω από τη μέση μου και το χέρι μου "μπλεγμένο" στα μαλλιά του, δεν θα σας είχα πιστέψει. Θα είχα γελάσει και μόνο στην ιδέα, θα είχα ανατριχιάσει με τη σκέψη. Αλλά τώρα, αφού μου δόθηκε η ευκαιρία να τον γνωρίσω, δεν ευχήθηκα για τίποτα περισσότερο απ' το να παραμείνουμε έτσι για πάντα.

Αλλά η ιδιωτική ζωή στο Wickendale κρατούσε σχεδόν για λίγα λεπτά, η ξύλινη πόρτα του δωματίου άνοιξε με ένα τρίξιμο καθώς "χωρίσαμε" ξαφνικά. Αμέσως ένιωσα την έλλειψη της ζεστασιάς του Harry καθώς η Lori μπήκε από την αψιδωτή είσοδο, μοιάζοντας πολύ απασχολημένη για να έχει κάποια υποψία για τα γεγονότα που μόλις έλαβαν μέρος.

«Οπότε η σχισμή σου καθαρίστηκε και δεν είναι τόσο βαθιά ώστε να χρειαστείς ράμματα, οπότε μπορείς να πηγαίνεις» παραλήρησα, προσπαθώντας να ελαττώσω ότι αποδείξεις υπήρχαν σχετικά με το τι προέκυψε μόλις.

Η Lori απλά μας προσπέρασε χωρίς να πει λέξη, αρπάζοντας ποικίλα χαρτιά από το γραφείο της πριν πάει στο κρεβάτι όπου ήταν ξαπλωμένη η Molly.

«Ευχαριστώ κυρία» η βαθιά φωνή του Harry μουρμούρισε καθώς τα κερασί χείλια του σχημάτισαν ένα χαμόγελο. Τον παρακολουθούσα καθώς ανέβασε την στολή του στους πλατιούς ώμους του. Το "άτακτο" βλέμμα του δεν μετακινήθηκε από το δικό μου καθώς τα δάχτυλα του κούμπωναν το μπλε ύφασμα.

Η ματιά της Lori μετατοπίστηκε προς εμάς τους δύο, βλέποντας το χαμόγελο του Harry καθώς εγώ του ανταπέδιδα το χαμόγελο. Από τον τρόπο που τα φρύδια της ενώθηκαν από την ανησυχία, η προσοχή της άλλαξε από εμάς προς την Molly σαν να μην ήθελε να γίνει αντιληπτή, μου έλεγε πως ήξερε ότι κάτι συνέβαινε. Ίσως να ήταν πιο προφανές απ' ότι είχα υποθέσει και τώρα η Lori ήξερε κάτι. Η έκταση της γνώσης της ήταν ένα μυστήριο, αλλά σίγουρα είχε συνειδητοποιήσει πως ο Harry κι εγώ δεν είχαμε μια συνηθισμένη σχέση ασθενή με υπάλληλο. Δεν ήξερα αν έπρεπε να ανησυχώ ή όχι για την Lori, οπότε απλά "προσπέρασα" το θέμα. Δεν ήθελα να τραβήξω περισσότερη προσοχή απ' ότι έπρεπε.

«Θα σε δω αργότερα, Rose» είπε ο Harry, χαιρετώντας καθώς βγήκε απ' την πόρτα.

«Αντίο Harry» απάντησα, παρακολουθώντας τον να φεύγει.

Η προηγούμενη συζήτηση μας φαινόταν να είχε χτίσει ένα δεσμό, σαν ένα σχοινί που μας ένωνε πνευματικά. Πόσο δυνατό ήταν το σχοινί, δεν μπορούσα να είμαι σίγουρη. Αλλά τώρα ήξερα κάτι που δεν ήξερε κανένας άλλος. Και αυτό το τελευταίο στοιχείο που είχε λύσει το σκοτεινό μυστήριο του Harry, μου έδινε μια ανακούφιση, ξερώντας πως μία από τις μεγαλύτερες ανησυχίες μου, είχε εξαφανιστεί. Αλλά με αυτή τη γαλήνη ήρθε και ένας μεγαλύτερος φόβος, επειδή ήξερα πως δεν είχε σκοτώσει εκείνες τις γυναίκες.

Και τώρα τίποτα δεν μπορούσε να με σταματήσει από το να τον ερωτευτώ...

Psychotic (A Harry Styles Fanfiction) [Greek Translation/ΕΛΛΗΝΙΚΑ]Où les histoires vivent. Découvrez maintenant