Κεφάλαιο 13. (α)

249 28 25
                                    

«Σε θέλω πολύ» έλεγε η Νάνσυ στο Μίλτο. «Πάντα ήθελα να το κάνουμε εδώ» του ψιθύρισε πονηρά και πήγε να βγάλει τη μπλούζα της. Ο Μίλτος την αγκάλιασε από τη μέση της, ενώ το ρούχο της έπεσε στο πάτωμα. Συνέχισε να την φιλάει, χωρίς να σκέφτεται πολλά. Ξαφνικά είδε μπροστά του την Ειρήνη, να στέκεται στην άκρη της αίθουσας και να τους κοιτάζει έξαλλη.

«Γι αυτό με άφησες? Για να πας με αυτήν?» τον ρωτούσε, ενώ η Νάνσυ συνέχιζε να τον φιλάει και να τον χαϊδεύει. «Λέγε! Προτιμάς τη μαθήτριά σου? Εγώ δεν είμαι τίποτα για σένα?»

«Νάνσυ,όχι,δεν γίνεται!» είπε στην κοπέλα, που πλέον τον είχε καβαλήσει. Προσπάθησε να την απομακρύνει,όμως εκείνη δεν ξεκολλούσε. Τον είδε να κοιτάζει προς την πόρτα. Γύρισε το βλέμμα της εκεί, αλλά δεν υπήρχε κανείς.

«Τι στο καλό έπαθες?Αφού κι εσύ με γουστάρεις» του έλεγε.

«Είσαι μαθήτριά μου!»

«Ακόμα καλύτερα! Μην μου πεις ότι δεν είχες ποτέ σου τέτοιες φαντασιώσεις!»

«ΦΤΑΝΕΙ!» της φώναξε και την έσπρωξε. Η κοπέλα εκνευρισμένη σηκώθηκε από πάνω του και φόρεσε την μπλούζα της. «Με συγχωρείς,φέρθηκα εντελώς ανεύθυνα» της είπε μετά από λίγο,πιο ήρεμα.

«Ανεύθυνα φέρεσαι τώρα! Πώς κάνεις έτσι? Μπορούμε να κάνουμε ό,τι κάνουμε στα κρυφά»

«Κοίτα, αυτό πρέπει να το βγάλεις από το μυαλό σου. Ξέρω,έκανα λάθος,παρασύρθηκα... Είσαι πολύ όμορφη κοπέλα και εγώ δεν είμαι και στα καλύτερά μου. Ένιωσα ωραία τώρα εδώ μαζί σου,όμως αυτό δεν πρέπει να συνεχιστεί»

«Δεν σε καταλαβαίνω! Σε γουστάρω και με γουστάρεις! Ξέχνα τις ηλικίες, είμαι γυναίκα, όχι έφηβη»

«Είναι πολύ σοβαρός λόγος και η διαφορά της ηλικίας, όμως δεν είναι το μόνο. Δεν θέλω να είμαστε μαζί»

«Εγώ άλλο κατάλαβα!» αντέδρασε η Νάνσυ.

«Μην μπερδεύεις μια παρόρμηση της στιγμής με ...»

«Θα το αναλύουμε για πολλή ώρα? Για να ξεκίνησε κάτι σημαίνει ότι γουστάρεις»

«Είμαι μπερδεμένος και...»

«Μπερδεμένος από τι? Η γυναίκα σου την έκανε με άλλον. Είσαι ελεύθερος να κάνεις ό,τι θες» του υπενθύμισε. «Εκτός,βέβαια,αν υπάρχει και καμία άλλη στη ζωή σου» συμπλήρωσε και τον κοίταξε στα μάτια για να ψαρέψει την αντίδρασή του.

«Δεν υπάρχει καμιά» την διαβεβαίωσε, όμως κάτι στην φωνή του δεν την έπειθε.

«Ποια σκέφτεσαι τώρα? Τη Χριστίνα? Ή μήπως την Ειρήνη?» του πέταξε και τον είδε να αλλάζει δέκα χρώματα. Ταράχτηκε τόσο πολύ με αυτό που άκουσε και δεν μπόρεσε να το κρύψει.

ΠΙΣΩ...Unde poveștirile trăiesc. Descoperă acum