Το Πάρτυ...

1.6K 101 7
                                    

Χτές ο Ματτ με ξάφνιασε γιατί δεν κατάλαβα του άρεσαν τα μαλλιά μου ή όχι; 

Ο Ματτ κάθεται στον καναπέ και διαβάζει εφημερίδα όση ώρα εγώ φουσκώνω τα πολύχρωμα μπαλόνια.

<< Πώς και αποφάσισες να βάψεις τα μαλλιά σου;>>

<< Ήθελα να κάνω μια αλλαγή. Δεν σου αρέσω;>>

<< Μου αρέσες περισσότερο. Ό,τι και να κάνεις θα μου αρέσεις, απλά με ξάφνιασες.>>

Χώνομαι στην αγκαλιά του.

<< Ποιούς κάλεσες τελικά Ματτ;>>

<< Τους γονείς μου, την μάνα σου, την Νίκα με τον James, τον Ίαν και τον Σταύρο.>>

Πετάγομαι απο την αγκαλιά του.

<< Αλήθεια μωρό μου κάλεσες και τον Σταύρο;>>

<< Τί να κάνω βρε μωρό μου, πατέρας είναι και ας έκανε μαλακίες. Την αγαπάει την μικρή.>>

<< Ναί όντως, πολύ την αγαπάει.>>

<< Και εσένα αγάπει Έρη.>> 

Υποφέρει. Το βλέπω στα μάτια του ότι υποφέρει που με αγαπάει ο Σταύρος.

Έχει δίκιο. Πρέπει να πάω λίγο και απο την πλευρά του. Πόσο δύσκολο είναι άραγε; Να ξέρει ότι κάποιος άλλος αγαπάει την γυναίκα του και η γυναίκα του καταβάθος θα μπορούσε να δώσει και την ζωή της για αυτόν τον άνθρωπο. Πόσο δύσκολο είναι να ξέρει ότι το παιδί που μεγαλώνει δεν είναι δικό του και θα μάθει την αλήθεια για τον κανονικό του πατέρα. Και άμα δεν θέλει να τον ξαναδεί επειδή χώθηκε στην ζωή της μαμάς της και τώρα θα μπορούσε να είναι με τον κανονικό πατέρα της;

<< Έρη;>>

<< Εεε;>>

<< Πού ταξιδεύεις;>>

<< Τίποτε κάτι σκευτόμουν>>

Ο Ματτ με φοήθησε να τελειώσω το στόλισμα και να κάνω τα γλυκά και την τούρτα.

Φοράω ένα μαύρο, ψηλόμεσο παντελόνι και ένα κοντό μπουστάκι με ράντα. Απο πάνω βάζω μία δαντελοτή μαύρη ζακέτα και τέλος το χρυσό μου ρολόι. Αφήνω τα μαλλιά μου κάτω να πέφτουν κυμματιστά και βάφομαι ελαφρά βάζοντας κάτι έντονο, μπορντό κραγιόν.

Το κουδούνι χτυπάει. Όλοι γυρίζουν και με κοιτούν.

<< Πάω να ανοίξω.>> λέω και συνεχίζουν να μιλούν μεταξύ τους.

Παίρνω μια βαθυά ανάσα και ανοίγω. Ο Σταύρος κρατάει μιαμεγάλη ανθοδέσμη με ροζ τριαντάφυλλα και μια μεγάλη σακούλα για την μικρή.

<< Γειά σου Έ..... Έρη; Έβαψες κόκκινα τα μαλλιά σου;>> Είναι σοκαρισμένος.

<< Γειά σου Σταύρο. Ναι. Μου πάνε;>>

<< Ναιιιι πολύύύ !!!!>>

<< Λοιπόν. Να την χαιρόμαστε. Αυτά είναι για την όμορφη μαμά της κόρης μου.>>

<< Χαχαχα Σταύρο... Να την χαιρόμαστε. Ευχαριστώ.>>

Παίρνω την ανθοδέσμη και σκύβει και με φιλάει στο μάγουλο.

<< Είμαι η έμπνευση σου.>> ψυθιρίζει στο αυτί μου και μου ξεφεύγει ένα γέλιο.

Μπαίνει μέσα και χαιρετάει τους υπόλοιπους. Η μικρή Κατερίνα που πρέπει να την λέω πλέον έτσι γιατί είναι βαφτισμένη, μπουσουλάει και πάει προς τον Σταύρο.

Ανάβουμε τα κεράκια της τούρτας και τραγουδάμε το happy birthday.

Μετά βγήκαμε φωτογραφίες με όλους και με τον Ματτ τις περισσότερες. Το κινητό του Ματτ χτυπάει και πήγε να μιλήσει έξω. Η Νίκα σηκώνει στα χέρια την κάμερα και λέει.

<< Έρη, Σταύρο καθήστε να σας βγάλω μία φωτογραφία.>>

Τί πονηρή που είναι. Την ξέρω εγώ. Μόλις βγήκε έξω ο Ματτ βρήκε την ευκαιρία να βγάλει φωτογραφίες εμένα και τον Σταύρο.

Ο Σταύρος έρχετι δίπλα μου και πιάνει απο την μέση. Εγώ κρατάω την Κατερίνα. Χαμογελάμε και βγαίνουμε μια φωτογραφία. Του δίνω την Κατερίνα. Την κρατάει με το ένα χέρι και με το άλλο συνεχίζει να κρατάει την μέση μου. Ξαναβγαίνουμε μια τελευταία φωτογραφία.

Μετά απο μία ώρα το πάρτυ έχει τελειώσει. Βοηθάω την Τερέζα να συμαζέψουμε και μετά πάω να κάνω ένα καυτό μπάνιο. Το σώμα μου το έχει ανάγκη. 

Βάζω την μπιτζάμες μου και πέφτω ξερή για ύπνο. Δεν έχω κουράγιο για τίποτε. 

Στο μυαλό μου γυρίζει συνέχεια ο Σταύρος. Ανοίγω το κομωδίνο και παίρνω ένα υπνοτικό. Μετά απο δέκα λεπτά κοιμήθηκα χωρίς να το καταλάβω.

Κρυφό μου πάθοςDonde viven las historias. Descúbrelo ahora