49. Ανάμεικτα συναισθήματα.

503 37 5
                                    

Ημέρα πεντηκοστή.
Πέμπτη.

Μπήκε στο σπίτι κλείνοντας την πόρτα και άφησε τις τσάντες με τα ψώνια στην κουζίνα. Έκατσε σε μια καρέκλα και έβγαλε το κινητό από την τσάντα της παίρνοντας τον Τζέι.
'"Γεια σου όμορφη"'

'"Γεια σου όμορφε, τι κάνεις;"' τον ρώτησε με το χαμόγελο κολλημένο στα χείλη της.

'"Λοιπόν αυτή την στιγμή κάθομαι και τρώω σάντουιτς ενώ ταυτόχρονα παρακολουθώ τον Κάιλ να προσπαθεί να φτιάξει κάτι σε μια μηχανή. Πώς πήγε το μάθημα σου;"'

'"Πήγε καλά, εσένα;"'

'"Ναι εντάξει καλά πήγε, απλά έφυγα μια ώρα νωρίτερα, προέκυψε δουλειά, και μάλλον θα αργήσω"'

'"Εντάξει, εγώ είμαι σπίτι και αργότερα ίσως κοιμηθώ"'

'"Θέλεις να σου φέρω κάτι;"'

'"Όχι, καλά είμαι, άντε σε αφήνω. Θα τα πούμε το βράδυ"'

'"Σ' αγαπώ μωρό μου"'

'"Κι εγώ σ' αγαπώ αγάπη μου"' ψέλλισε και το έκλεισαν.

Αφού έφτιαξε φαγητό και έφαγε, διάβασε λίγο και έπεσε ξερή για ύπνο... Ένιωθε στην πλάτη της το χάδι του και χαμογελούσε πριν καν ανοίξει τα μάτια της. Τότε ένιωσε ένα απαλό φύσημα στον σβέρκο της που την ανατρίχιασε έτσι γύρισε κοιτώντας τον να της χαμογελάει. "Είσαι τόσο όμορφη που δεν μπορώ να πάρω τα μάτια μου από πάνω σου" ψέλλισε ο Τζέι κι εκείνη γέλασε χαϊδεύοντας το χέρι του. "Ακούγεσαι σαν τον πρίγκιπα που μόλις φίλησε την πριγκίπισσά του και την ξύπνησε από την κατάρα του ύπνου" μουρμούρισε γελώντας ενώ εκείνος κουνούσε το κεφάλι του.

"Λοιπόν, η αλήθεια είναι, ξύπνησα την πριγκίπισσά μου, αλλά δεν της έδωσα κανένα φιλί, ακόμα" ανέφερε με λοξό χαμόγελο. "Τότε τι περιμένεις;" τον ρώτησε η Αντζέλικα και αφού χαμογέλασε της έδωσε ένα φιλί στα χείλη και στον λαιμό πριν αρχίσει να την γαργαλάει. "Τζέι μη!" φώναξε γελώντας και τελικά σταμάτησε φιλώντας την ξανά στον λαιμό.» Έφαγες;"
"Ναι έφαγα, έκανα μπάνιο, έκανα μερικές εργασίες και μετά βαρέθηκα έτσι ήρθα να σε πειράξω" μουρμούρισε κι εκείνη τον κράτησα αγκαλιά της εισπνέοντας από το άρωμα του. "Δεν είμαι βαρύς για να είμαι πάνω σου;"

"Ναι αλλά μου αρέσεις εδώ" ψέλλισε και γέλασε μένοντας καθιστός στην κοιλιά της. "Βαριέμαι, σήκω να κάνουμε κάτι" της ζήτησε κι εκείνη αφού είδε την ώρα στο κινητό της έμεινε με ανοιχτό το στόμα. "Κοιμόμουν έξι ώρες;" αναρωτήθηκε ξαφνιασμένη κι εκείνος γέλασε κατεβαίνοντας από πάνω της. Σηκώθηκε όρθια και πήγε στο μπάνιο παίρνοντας το νεσεσέρ της. Επέστρεψε στο δωμάτιο τραβώντας τον από το χέρι και πήγαν στο σαλόνι. "Τι έχει εκεί μέσα;" την ρώτησε περίεργος.

   𝑵𝒊𝒈𝒉𝒕𝒎𝒂𝒓𝒆Where stories live. Discover now