53. Θέλω το για πάντα μαζί σου.

674 33 3
                                    

Ημέρα πεντηκοστή τρίτη.
Κυριακή.

Ξύπνησε μέσα στην νύχτα παρατηρώντας ότι ο Τζέι δεν ήταν δίπλα της. Είδε την ώρα στο κινητό της και σηκώθηκε βάζοντας την μπλούζα του που ήταν αρκετά μακριά. Πήγε μέσα στο σαλόνι και τον βρήκε να κάθεται στον καναπέ κοιτώντας το ταβάνι. "Τζέι..." μουρμούρισε σιγανά για να μην τρομάξει και πήγα δίπλα του. "Γιατί έφυγες;" μουρμούρισα πιάνοντας το χέρι του. "Δεν μπορούσα να κοιμηθώ" της απάντησε και άρχισε να τρίβει ήρεμα το χέρι του. "Είσαι καλά;"

"Είχα έναν εφιάλτη, αυτό είναι όλο. Έλα πάμε..." ψέλλισε και σηκώθηκε κρατώντας το χέρι της. Ξανά ξάπλωσα. και τον κράτησε εκείνη στην αγκαλιά μου τρίβοντας την πλάτη του. "Θέλεις να μου πεις;" τον ρώτησε και σήκωσε το κεφάλι του κοιτώντας την. "Κάποιος προσπαθούσε να σου κάνει κακό και στην αρχή δεν μπορούσα να τον σταματήσω. Φορούσε κουκούλα και ήταν σαν να μην μπορούσα καν να τον φτάσω. Εσύ ούρλιαζες... έκλαιγες, και όταν τελικά τον έπιασα η κουκούλα έπεσε και είδα τον εαυτό μου. Εγώ προσπαθούσα να σε πληγώσω" της είπε και μπορούσε να δει καθαρά πόσο ανήσυχος ήταν και γιατί.

"Γιατί πιστεύεις σε τέτοια πράγματα; Ήσουν αναστατωμένος για τον καυγά μας χθες και το υποσυνείδητό σου το μετέφρασε έτσι. Είμαστε εντάξει, είμαστε και οι δύο καλά... Χάνεις ύπνο χωρίς λόγο" μουρμούρισε προσπαθώντας να τον καθησυχάσει και εκείνος γέλασε φιλώντας το χέρι της. "Έχεις δίκιο..." ψέλλισε ξεφυσώντας. "Νόμιζα ότι κοιμάσαι καλύτερα μαζί μου..." μουρμούρισε εκείνη και ο Τζέι συμφώνησε.

"Κοιμάμαι καλύτερα μαζί σου, αλλά δεν σε κρατούσα όταν ξύπνησα" μουρμούρισε και χαμογέλασε. "Την επόμενη φορά σιγουρέψου ότι με αγκαλιάζεις τότε" του είπε κι εκείνος γέλασε μετά από ένα χασμουρητό. "Ισχύει κι αυτό..." είπε και δεν ξανά μίλησε, αφού η Αντζέλικα κατάλαβε ότι κοιμήθηκε κοιμήθηκα κι εκείνη.

Πρωί πλέον ξύπνησε από μια μυρωδιά που της έσπασε την μύτη. Σηκώθηκε από το κρεβάτι και πήγε μέσα στην κουζίνα βρίσκοντας τον Τζέι να αδειάζει κάτι σε ένα μπολ. "Καλημέρα αγάπη" ψέλλισε και την πλησίασε φιλώντας την. "Πώς κοιμήθηκες;"
"Ωραία, εσύ;" τον ρώτησε αγκαλιάζοντας τον σφιχτά. "Καλά. Λοιπόν ντύσου, θα πάμε βόλτα" ανακοίνωσε κι εκείνη χαμογέλασε ενθουσιασμένη. "Πού θα πάμε;"

"Στην παραλία για πικνίκ έχει πολύ καλό καιρό. Επίσης γιατί έχει μια τούρτα στο ψυγείο" της απάντησε και γέλασε. "Ναι την έφτιαξα χτες αλλά μετά την ξέχασα" ομολόγησε και είδε τι είχε στο τραπέζι. Είχε φτιάξει τοστ και τα είχε βάλει σε μπολ, σε άλλο μικρό γυάλινο βαζάκι είχε μαρμελάδα, είδε και τα χθεσινά κεφτεδάκια που έφτιαξε σε ένα μπολ και μόλις έβγαλε και την τούρτα από το ψυγείο.

   𝑵𝒊𝒈𝒉𝒕𝒎𝒂𝒓𝒆Where stories live. Discover now