Ημέρα ενδέκατη.
Σάββατο."Μην κρύβεσαι πριγκίπισσα, ξέρω ότι είσαι εκεί έξω" τον άκουσα να λέει και έβαλα το χέρι στο στόμα μου για να μην ακουστώ από το κλάμα ή την λαχανιασμένη ανάσα μου. Έβγαλα λίγο το κεφάλι μου έξω για να δω αν έφυγε και δεν τον έβλεπα πουθενά. Βγήκα από την κρυψώνα μου και άρχισα να τρέχω, σύντομα όμως ένα κρύο χέρι τύλιξε το δικό μου σταματώντας με και με εγκλώβισε απάνω του.
"Τώρα σ' έπιασα" μουρμούρισε και έβαλε το άλλο χέρι του στο στόμα μου εμποδίζοντας τις κραυγές μου πνίγοντας με στα δάκρυα μου.
"Άσε με" φώναξα μετά που τον δάγκωσα και με χτύπησε δυνατά στο πρόσωπο. Με την βία με οδήγησε πίσω από το στάδιο όπου γινόταν ο αγώνας και προσπαθούσα με όλη μου την δύναμη να αντισταθώ βαρώντας τον όμως ήταν πολύ πιο δυνατός και μυώδης από εμένα. Σχεδόν με κουβάλησε μέχρι την άκρη του δρόμου. Δεν μπορούσα να αποφύγω το κράτημα του.
Με πονούσε πολύ...."Αντζέλικα..." η φωνή του Τζέι την ξύπνησε και εκείνη έπαιρνε ανάσες λαχανιασμένη. Μαζεύτηκε στην πάνω μεριά του κρεβατιού της και κρατούσε την κουβέρτα σφιχτά με τρεμάμενα χέρια.
"Εφιάλτη έβλεπες, ηρέμησε" μουρμούρισε εκείνος προσπαθώντας να την καθησυχάσει και ύστερα πήγε στην τουαλέτα.Η Αντζέλικα σηκώθηκε και βγήκε από το δωμάτιο ξυπόλυτη χωρίς να πάρει τα κλειδιά της ή το οτιδήποτε. Πήγε στις ντουζιέρες σχεδόν τρέχοντας και έκατσε κάτω από μια ντουζιέρα αφήνοντας το κρύο νερό να πέσει πάνω της, πάνω στα ρούχα, στα μαλλιά της, παντού. Ήθελε να νιώσει το κρύο, να μουδιάσει το σώμα της, δεν ήθελε να νιώθει ζέστη, να νιώθει τα σημεία που κάποιος κάποτε της άφησε σημάδια ανεξίτηλα.
Θυμάμαι την ζέστη που είχε εκείνο το βράδυ και δεν μπορώ να αναπνεύσω. Πνίγομαι. Δεν θέλω να θυμάμαι, δεν θέλω να το νιώθω ξανά και ξανά."Σταμάτα" ψέλλισε κρατώντας το κεφάλι της. Γλίστρησε κάτω και έφερε τα γόνατα της κοντά αγκαλιάζοντας τα και έκρυψε το πρόσωπο της κλαίγοντας.
Με πονάνε τα χέρια μου, οι καρποί μου, η πλάτη μου, τρέμουν τα πόδια μου, νιώθω την ανατριχίλα στην ραχοκοκαλιά μου. Το μισώ, το σιχαίνομαι αυτό το συναίσθημα. Θέλω να ξεχάσω, δεν θέλω να φοβάμαι να κοιμηθώ. Δεν το αντέχω άλλο, με πονάει, κάθε φορά όλο και πιο έντονο. Κουράστηκα να ζω εκείνον τον εφιάλτη ξανά και ξανά.Έμεινε εκεί και έπαιρνε ανάσες, βαθιές και αργές ανάσες μέχρι να ηρεμήσει. Το νερό σταμάτησε να τρέχει όμως δεν σήκωσε το κεφάλι της, κατάλαβε την παρουσία του από το άρωμά του. Εκείνος ήταν η αφορμή και ξανά ήρθε στον ύπνο της αυτός ο εφιάλτης τόσο έντονα. Επειδή την πλησίασε, πανικοβλήθηκε.
"Σήκω να πάμε στο δωμάτιο" της ψιθύρισε ήρεμα και εκείνη σήκωσε το κεφάλι της κοιτώντας τον να έχει γονατίσει μπροστά της.
"Άσε με ήσυχη" ψέλλισε όμως εκείνος κούνησε το κεφάλι του.
"Δεν σε αφήνω να πάθεις πνευμονία" μουρμούρισε και έτεινε τα χέρια του προς το μέρος της. Ο Τζέι σηκώθηκε και κρατώντας τα χέρια της την βοήθησε να σταθεί όρθια. Έσταζε ολόκληρη και έτρεμε, όχι από την υγρασία του σώματος της, δεν κρύωνε, φοβόταν για μια ακόμη φορά. Εκείνος έβγαλε την μπλούζα του και την έδωσε σ' εκείνη.
YOU ARE READING
𝑵𝒊𝒈𝒉𝒕𝒎𝒂𝒓𝒆
Romance"Άσε με!" απαίτησε προσπαθώντας να απελευθερώσει το χέρι της όμως ο Τζέι την αγνόησε συνεχίζοντας να την τραβολογάει. Γλίστρησε το χέρι της και κατάφερε να το τραβήξει σταματώντας πίσω του κι εκείνος σταμάτησε επίσης αφήνοντας την πίσω του. "Σε μισ...