Χωριστήκαμε και κατευθύνομαι με βιασύνη προς τα γραφεία, εκεί που σχηματίζουν στοίβες οι φάκελοι των εξόριστων. Λίγες μέρες πριν, στην πρωινή μου περιπολία, κάπου στη γυναικεία πτέρυγα, σίγουρα πήρε τ' αυτί μου για κάποια μαία. Τέτοιου είδους πληροφορίες πάντα καταγράφονται όταν φτάνουν οι εξόριστοι. Άτομα με τεχνικές ή ιατρικές γνώσεις μπορεί να φανούν χρήσιμα κάποια στιγμή, γι' αυτό οι φάκελοι τους φυλάσσονται ξεχωριστά. Δεν δυσκολεύομαι να βρω τ' όνομα της. Με τα δικαιώματα που μου εξασφαλίζει η στολή μου, αλλά και με κάθε προφύλαξη, σπεύδω να την εντοπίσω.
"Άννα Τσαλτάνη!" φωνάζω από την είσοδο της γυναικείας πτέρυγας, όταν βεβαιώνομαι πως δεν υπάρχει άλλος φρουρός κοντά.
Η γυναίκα, στο άκουσμα του ονόματος της, πανιάζει από το φόβο, νιώθει τη γη να χάνεται. Είναι γύρω στα εξήντα, αλλά καλοστεκούμενη για την ηλικία της. Ναι, σίγουρα, αυτή θα το 'ριχνε το καθεστώς, και μονάχη της μην σου πω! Ήμαρτον, Κύριε! "Ακολούθησε με", τη διατάζω με βλοσυρό ύφος.
Περπατάμε ως το τέλος του δρόμου. Εγώ με τις κεραίες τεντωμένες, μην μας αντιληφθεί κανείς, εκείνη τρέμοντας σύγκορμη, τρομοκρατημένη τι την περιμένει. Τη λυπάμαι, αλλά δεν μπορώ να της μιλήσω πριν απομακρυνθούμε αρκετά. Αν μας πετύχει άλλος φρουρός και ρωτήσει τι συμβαίνει, θα αναφερθώ σε δήθεν παραβατική συμπεριφορά της. Θα νομίζουν ότι έχω σκοπό να την τιμωρήσω, θα ακούσω και κανένα "Μπράβο". Ρεμπεσκέδες! Τη σταματώ όταν βρισκόμαστε σ' έρημο σημείο.
"Μη φοβάσαι, κυρά-Άννα", λέω πράα για να την καθησυχάσω. "Δεν θα σε πειράξω. Για καλό σ' έσυρα ως εδώ. Τις γνώσεις σου χρειάζομαι."
Εξηγώ την μυστική αποστολή που έχω αναλάβει και την ορκίζω να μην πει τσιμουδιά σε κανέναν. Δείχνω το σπιτάκι που στεγάζει το Λάμπρο και την Ελένη. "Θα πεις ότι είδες τη γυναίκα στο καράβι, έψαξες και έμαθες πού βρίσκεται. Θα κάνεις τη δουλειά σου γρήγορα και θα επιστρέψεις από τον ίδιο δρόμο. Θα κάνω περίπολο λίγο παρακάτω. Να φροντίσεις να σε δω να περνάς. Μετά γραμμή πίσω στην πτέρυγα σου. Δεν θέλω μπλεξίματα."
"Να σ' έχει καλά ο Θεός, παλικάρι μου... Εσύ δεν είσαι σαν τα άλλα τα σκυλιά..." μου αποκρίνεται ξαφνιασμένη και συγκινημένη η κυρά-Άννα και κινεί να γνωρίσει την έγκυο γυναίκα.
~~~~~~~~~~
Τις πρώτες μέρες, ο Λάμπρος και η Ελένη βιάζονταν να αναπληρώνουν το χαμένο χρόνο όσο ήταν χώρια. Με αγκαλιές, με φιλιά, με βιβλία, με ποιήματα, με δειλά όνειρα για το μέλλον, αλλά και μια αδιόρατη αγωνία να τρυπώνει στις καρδιές τους κάθε λίγο. Τις πρώτες νύχτες, αναγκάστηκαν να στριμωχτούν στο μονό κρεβάτι για να κοιμηθούν. Όχι πως τα κατάφερναν, δηλαδή, αφού το μωρό έκανε συχνά αισθητή την παρουσία του, με συνέπεια, όπως ήταν κολλημένα τα κορμιά τους, να αντιλαμβάνονται ταυτόχρονα τις κινήσεις του. Κοιτάζονταν με την ευτυχία και την προσμονή ζωγραφισμένες στα πρόσωπα τους. Το μικρό τους θαύμα ερχόταν μέρα με τη μέρα πιο κοντά τους και εκείνοι ήταν αποφασισμένοι να το χαρούν, παρά τις αντίξοες συνθήκες.
YOU ARE READING
ΑΝΑΤΟΛΗ
FanfictionΗ ιστορία αυτή είναι εμπνευσμένη και βασισμένη σε κάποια σημεία στο fanfiction του @kwstantisstamiris "Μετά τη Φωτιά". Ξεκινά από την στιγμή που η Ελένη, έγκυος, εγκαταλείπει τον τόπο της για να βρεθεί στο πλευρό του εξόριστου Λάμπρου.