ΑΓΓΕΛΟΙ

412 20 0
                                    

Εκείνο το πρωινό, λίγο αφότου ο ήλιος είχε σηκωθεί, μια ακτίνα του χώθηκε στα μάτια της Ελένης και τα ανάγκασε να ανοίξουν. Είχε κοιμηθεί ελάχιστα την προηγούμενη νύχτα. Η κόρη της είχε ξυπνήσει πεινασμένη δυο φορές και ο θηλασμός κρατούσε αρκετή ώρα. Μα ακόμη κι όταν το μωρό, χορτασμένο, ξανάκλεινε τα ματάκια του, η Λενιώ παρέμενε ξύπνια να το χαζεύει. Μια εκείνο, μια τη γαλήνια όψη του Λάμπρου, που κοιμόταν στο ράντζο δίπλα τους. Ίσως, για πρώτη φορά, οι προφητείες του πατέρα της για μια γλυκιά ζωή έβγαιναν αληθινές, σκεφτόταν.

Η Λενιώ κοίταξε αγουροξυπνημένη γύρω της. Ούτε το μωρό, ούτε ο Λάμπρος ήταν εκεί. Ένα τσίμπημα ανησυχίας στην καρδιά την έκανε να ανασηκωθεί απότομα, πράγμα που της προκάλεσε ένα μικρό πόνο στην κοιλιά. Από τη θέση που βρισκόταν, προσπάθησε να δει έξω απ' το παραθυράκι. Τότε, η πόρτα άνοιξε και ο Λάμπρος μπήκε με την κόρη τους στην αγκαλιά, τυλιγμένη στο χοντρό σάλι της Ελένης. Η καρδιά της Λενιώς ήρθε στη θέση της και τους χάρισε το πιο ζεστό της χαμόγελο.

"Δες ποια ξύπνησε, μικρή μου! Ελπίζω να μην την τρομάξαμε τη μαμά που την κοπανήσαμε έτσι!", είπε χαμογελαστός, αφήνοντας το μωρό στα χέρια της Ελένης.

"Πού ήσασταν, πατέρας και κόρη;" ρώτησε πονηρά εκείνη.

"Σηκώθηκα να πιω λίγο νερό και η ζωγραφιά μας είχε ξυπνήσει ήδη. Κιχ δεν έκανε, παραλίγο να μην την καταλάβω. Δεν κρατήθηκα, μωρέ Λενιώ, την πήρα και βγήκαμε λίγο έξω. Πρόσεξα, δεν μας είδε κανείς. Ήθελα να τη δείξω... στους παππούδες... και... στους θείους της..." εξήγησε, με έναν κόμπο στο λαιμό στο τέλος.

Η Ελένη τον κοιτούσε αμίλητη, με μια υποψία χαμόγελου.

"Μήπως δεν έπρεπε να την πάω έξω από τώρα; Η μέρα είναι καλή, την σκέπασα καλά, νομίζω", έκανε να δικαιολογηθεί, ταραγμένος που η Λενιώ δεν του 'λεγε τίποτα.

"Καλά έκανες, Λάμπρο μου," του αποκρίθηκε τελικά, φανερά συγκινημένη απ' την σκέψη του. "Και πολύ αργήσαμε να κάνουμε τις συστάσεις", είπε και του χάιδεψε το μάγουλο.

"Σίγουρα δεν έκανα κουτουράδα, ε;" ρώτησε για να βεβαιωθεί.

"Ναι, σου λέω... και την σκέπασες μια χαρά."

Εξακολουθούσε να την κοιτά αβέβαιος.

"Δεν βλέπεις πώς έλαμψε ο ουρανός σήμερα;" τον ρώτησε στρέφοντας το βλέμμα προς τα έξω, σε μια ακόμη προσπάθεια να του αποδείξει ότι είχε πράξει σωστά.

ΑΝΑΤΟΛΗWhere stories live. Discover now