ΔΩΡΟ

378 18 0
                                    

Με έκανες τον πιο ευτυχισμένο άνθρωπο στη γη γι' ακόμη μια φορά. Σε σήκωσα στα χέρια μου και άρχισα να σε στριφογυρίζω, μέχρι που ζαλίστηκα, παραπάτησα και σε άφησα κάτω μην μου πέσεις. Αυτή τη φορά θα ήμουν δίπλα σου απ' την αρχή ως το τέλος. Και δεν θα ήμασταν οι δυο μας. Όλο το χωριό θα μας συνέτρεχε για το παραμικρό.

Στη Ρίζω έχω άπλετη εμπιστοσύνη, άλλα ήμουν ανένδοτος να σε παρακολουθεί και γιατρός. Το ίδιο πρότεινε και εκείνη. Ευτυχώς δεν έφερες αντίρρηση, γιατί δε θα δίσταζα να σε πάω και σηκωτή. Δεν θα αφήναμε τίποτα να πάει στραβά. Και η Ρίζω μας επισκεπτόταν σχεδόν καθημερινά.

Εκείνο το απόγευμα, είχες συμπληρώσει ήδη τον τρίτο μήνα, η Ασημίνα έφερε τον Σέργιο και παίζαμε στις κούνιες και στην τσουλήθρα. Το πρωί ήσουν κάπως αδιάθετη, μα τώρα έδειχνες μια χαρά. Ξαφνικά, διπλώθηκες στα δύο. Έτρεξα δίπλα σου, σε ρώτησα τι έγινε, μα σου είχε κοπεί και η λαλιά και η ανάσα. Είδαμε με τρόμο τις στάλες από το αίμα. Σε σήκωσα και σε μετέφερα στο αμάξι μας. Μακάρισα την τύχη μας που το είχαμε αγοράσει πριν λίγο καιρό, κι ας μου έλεγες να βάλουμε πρώτα μερικά λεφτά παραπάνω στην άκρη. Ήταν προφανές ότι η Ασημίνα θα έμενε σπίτι με τα παιδιά όσο ήταν αναγκαίο, δεν αναλωθήκαμε σε περιττές κουβέντες. Άρπαξα το κλειδί, οδηγούσα με την ψυχή στο στόμα και το πόδι κολλημένο στο γκάζι. Το αίμα δεν σταματούσε, έβρισκες κι έχανες τις αισθήσεις σου. Και πονούσες.

Ο γιατρός μίλησε για αποκόλληση πλακούντα, ευτυχώς αντιμετωπίσιμη. Στην αναμονή, στο διάδρομο του νοσοκομείου, πήγαινα πάνω κάτω με νευρικότητα. Κάποια στιγμή έκατσα, έκανα χίλιες προσευχές, έπεισα τον εαυτό μου ότι κι αυτήν την μάχη θα την νικούσες. Αφού ο γιατρός είχε πει "αντιμετωπίσιμη", αποφάσισα πως όλα θα ήταν καλά. Μετά από ώρα, με πλησίασε πάλι, επιτρέποντας μου να σε δω. Σκυθρωπός, μου εξήγησε ότι οι εξετάσεις σου τον προβλημάτιζαν και θα έπρεπε να μείνεις μερικές μέρες για παρακολούθηση. Ήταν αυτονόητο, θα κάναμε ό,τι χρειαζόταν για να είστε καλά και οι δυο σας. Μπήκα στο δωμάτιο που κοιμόσουν. Ήσουν χλωμή, έδειχνες κουρασμένη. Σε χάιδεψα απαλά και περίμενα στο πλευρό σου. Όταν ο οργανισμός σου ανέκτησε επαρκείς δυνάμεις, πετάρισες τα βλέφαρα σου, αισθάνθηκες την παρουσία μου, χαμογέλασες. Και η ψυχή μου ήρθε στη θέση της.

Από τότε, το νοσοκομείο έγινε δεύτερο σπίτι μας σχεδόν. Η πίεση σου μεταπηδούσε από τα ύψη στα τάρταρα, σέρνοντας μαζί της χιλίων ειδών δυσκολίες στην εγκυμοσύνη σου, σε συνδυασμό με το βεβαρυμμένο ιστορικό σου. Όποτε χρειαζόταν να μείνεις εκεί, έβαζες τα κλάματα, επειδή η κόρη μας θα σε στερούνταν και θα σ' έψαχνε, άλλα ήξερες ότι το πλασματάκι στην κοιλίτσα σου, που φούσκωνε μέρα με τη μέρα, είχε ανάγκη να παραμείνεις υγιής, δυνατή και να το προστατέψεις. Και το έκανες, καρδιά μου. Και δεν χρειαζόταν να ανησυχείς για το κοριτσάκι μας, αφού περνούσε ζάχαρη με την αγάπη και την παρέα της οικογένειας και των συγχωριανών μας, όταν δεν μπορούσαμε εμείς να την προσέχουμε. Ούτε εσένα σε άφησαν μόνη τις ώρες που ήμουν στο σχολείο. Η συμπαράσταση των ανθρώπων μας ανακούφιζε την αγωνία μου και τα έκανε όλα να μοιάζουν πιο εύκολα.

ΑΝΑΤΟΛΗWhere stories live. Discover now