Άπιστος

561 58 9
                                    

«αν νομίζεις ότι με αυτή την κίνηση θα με κερδίσεις, τότε είσαι βαθιά γελασμένος»
Οι δύο άντρες κάθονται στην αυλή του σπιτιού, με τον ήλιο να κεντά τα τελευταία του χρώματα για σήμερα, πριν χαθεί πίσω από τα βουνά. Ο Ομέρ μετακινεί με μεγάλη ευκολία τον αξιωματικό του, πιστεύοντας ότι έχει το πάνω χέρι σε αυτή την παρτίδα. Ο Ονούρ τον κοιτάζει με άνετο ύφος, μιας και δεν ένιωθε καμία απειλή.
«έχεις παίξει τόσες φορές μαζί μου, και δεν έχεις μάθει τίποτα ακόμη»
Αποκρίνεται καθώς ισιώνει το σώμα του. Ήταν έτοιμος να κάνει την τελευταία του κίνηση, ώσπου ένιωσε δύο χέρια να τυλίγονται γύρω από τον λαιμό του.
«δεν τελειώσατε ακόμη;»
Η φωνή της γυναίκας ακουγόταν ναζιάρικη, σχεδόν ερωτική. Ο Ομέρ την κοιτάζει με ενδιαφέρον, ενώ ο Ονούρ νιώθει μία μικρή δυσφορία.
«όχι Λεϊλά, δεν τελειώσαμε»
Απαντάει καθώς απλώνει το χέρι για να μετακινήσει την βασίλισσα του.
«και κάπως έτσι τελειώνει η παρτίδα μας»
Προσθέτει ο Ονούρ, απευθυνόμενος τώρα στον φίλο του, ο οποίος είχε μείνει παγωμένος πλέον στη θέση του. Για μία ακόμη φορά, έχασε από τον Ονούρ. Με μια δυνατή σπρωξιά, ρίχνει όλα τα πιόνια στο γρασίδι, προκαλώντας στον Ονούρ τρανταχτά γέλια.
«τι στην οργή κάνεις κάθε φορά και με νικάς; μπορείς να μου πεις;»
«απλώς κάνεις συνέχεια τα ίδια λάθη φίλε μου, σου το έχω ξαναπεί πολλές φορές»
Λέει καθώς ακουμπάει χαλαρά το σώμα του στην πλάτη της καρέκλας. Χωρίς κανένα ενδοιασμό, η Λεϊλά κάθεται στα γόνατα του Ονούρ, δίνοντας του ένα ξεγυρισμένο φιλί στα χείλη. Ο Ονούρ αντί να το ευχαριστηθεί, νιώθει μια ενόχληση, η οποία δεν είναι καθόλου ερωτική.
«Λεϊλά...»
«έλα ρε γκρινιάρη, άσε την κοπέλα να εκφράσει τον έρωτα της. Εντωμεταξύ, δεν μου είπες ότι έχεις σχέση»
Σχολιάζει ο Ομέρ, κοιτάζοντας με πεινασμένο βλέμμα τον φίλο του. Ήθελε να μάθει πληροφορίες για αυτή την τόσο γοητευτική γυναίκα που καθόταν στα γόνατα του Ονούρ.
«η Σεχραζάτ ξύπνησε;»
Την ρωτάει, αποφεύγοντας σκόπιμα να απαντήσει στην ερώτηση του Ομέρ.
«δεν ξέρω, νομίζω πως όχι. Θα κουράστηκε φαίνεται η καημένη»
Λέει, παριστάνοντας την θλιμμένη.
«είχε αρκετό... άγχος για το σημερινό»
Αποκρίνεται ο Ομέρ, κοιτάζοντας έντονα τα γυμνά, καλίγραμμα πόδια της Λεϊλά. Ήταν μία όμορφη γυναίκα, με αναλογίες μοντέλου. Λεπτό σώμα, όμορφο πρόσωπο, και καλές καμπύλες, μόνο στα σημεία όπου χρειαζόταν. Στον Ονούρ βέβαια δεν πέρασε απαρατήρητο το βλέμμα του φίλου του.
«Λεϊλά, πήγαινε να δεις αν ξύπνησε η Σεχραζάτ»
Χωρίς να φέρει αντιρρήσεις, σηκώνεται από τα πόδια του και μπαίνει στο σπίτι. Μόλις ο Ονούρ σιγουρεύεται ότι δεν θα μπορέσει να τους ακούσει, στρέφει την προσοχή του στον Ομέρ.
«μην νομίζεις ότι δεν σε βλέπω που την γλυκοκοιτάζεις»
Τον προειδοποιεί. Ο Ομέρ γελάει.
«είναι ωραίο κομμάτι, συλλεκτικό»
Αποκρίνεται, έχοντας ένα στραβό, πονηρό χαμόγελο στο πρόσωπο του.
«συγγνώμη αν σε πείραξε η κίνηση μου φίλε, αλλά το καλό πρέπει να το θαυμάζουμε»
«δεν ξέρω αν το θυμάσαι, αλλά είσαι παντρεμένος, και η γυναίκα σου κοιμάται αυτή την στιγμή στον επάνω όροφο του σπιτιού»
Ο Ομέρ ανασηκώνει αδιάφορος τους ώμους του, δείχνοντας να μην τον πολύ ενδιαφέρει αυτή η πληροφορία.
«εφόσον δεν είναι εδώ και εφόσον δεν μπορεί να με ακούσει, δεν τίθεται θέμα»
Ο Ονούρ δεν εκπλήσσεται από τα λόγια του. Δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία φορά που συναντά έναν άπιστο παντρεμένο άντρα. Αυτό όμως που τον πείραζε ήταν η άγνοια του. Η Σεχραζάτ είναι μία πολύ όμορφη και πολύ ελκυστική γυναίκα. Μπορεί να μην την παρατήρησε τόσο καλά όσο θα ήθελε, αλλά από τα μάτια της και μόνο ένιωσε να γοητεύεται. Φυσικά αυτό δεν σκόπευε να το πει στον φίλο του, δεν του φαινόταν σωστό.
«πάντως για να ξέρεις, με την Λεϊλά δεν τρέχει απολύτως τίποτα»
Αυτή η πληροφορία έκανε τα μάτια του Ομέρ να λάμψουν. Αν ήταν τυχερός και η Σεχραζάτ κοιμόταν ως αργά, απόψε θα περνούσε μία αξέχαστη βραδιά. Εκείνη την στιγμή, εμφανίζεται ξανά το θήραμα του, η Λεϊλά.
«ακόμα κοιμάται»
Τους ενημερώνει, χαροποιώντας όμως ιδιαίτερα τον Ομέρ.
«ωραία»
Αποκρίνεται, κοιτάζοντας έντονα την κοπέλα με τα μαύρα μαλλιά, και το υπέροχο σώμα. Ο Ονούρ αποφασίζει να μην δώσει περαιτέρω σημασία.

Ξυπνάει έπειτα από ένα ανήσυχο όνειρο. Ρίχνει μια ματιά στο κρεβάτι δίπλα του, αλλά η πλευρά της είναι κενή. Αμέσως σηκώνεται από το κρεβάτι, ώστε να βγει από το δωμάτιο. Στέκεται για μερικά λεπτά στο κατώφλι, καθώς ακούει την ροή του νερού από το μπάνιο. Βαδίζει προς την πόρτα, μήπως ακούσει κάτι περισσότερο. Και τελικά δεν διαψεύστηκε. Εκτός από το νερό του ντουζ, ακουγόταν και ένας γυναικείος αναστεναγμός. Ο Ονούρ δεν ένιωσε προδομένος, ίσα ίσα που ήξερε πολύ καλά ποια ήταν η Λεϊλά, και τι σκόπευε να κάνει απόψε ο φίλος του. Βαδίζει προς τον ξενώνα, ανοίγοντας προσεκτικά την πόρτα. Την βλέπει να κοιμάται ήσυχα στο κρεβάτι, εντελώς αμέριμνη για το τι συνέβαινε στο μπάνιο του σπιτιού. Ο Ονούρ μένει για μερικά λεπτά στο κατώφλι, κοιτάζοντας το πρόσωπο της στο ημίφως. Ήταν πράγματι πολύ όμορφη. Δεν μπορούσε να καταλάβει τον φίλο του. Η Σεχραζάτ ήταν απείρως πιο όμορφη από την Λεϊλά, τουλάχιστον έτσι φαινόταν στα μάτια του Ονούρ. Όμως όπως είχε εξηγήσει και στο βιβλίο του, αφού έχεις δεδομένο κάτι στη ζωή σου, σιγά σιγά ξεχνάς την αξία του, και από χρυσό το μετατρέπεις σε χαλκό.

Μη φοβάσαι τη φωτιάWhere stories live. Discover now