Ένα μάθημα ζωής

985 46 16
                                    


Ο άντρας κλείνει το βιβλίο, κοιτώντας τα δεκάδες βλέμματα που είχαν στραφεί με ενδιαφέρον επάνω του. Την βλέπει να κάθεται στις πρώτες θέσεις, την βλέπει να του χαμογελά γλυκά, με τα μάτια της να έχουν βουρκώσει από την συγκίνηση. Ο Τζεμάλ βγάζει τα γυαλιά του, έτοιμος να μιλήσει ξανά.
«η ιστορία της Σεχραζάτ και του Ονούρ τελείωσε άδοξα για τους αθεράπευτα ρομαντικούς τουλάχιστον. Γιατί όλοι αγαπάμε το λεγόμενο happy end, ειδικά στα μυθιστορήματα...»
Το βλέμμα του πλανιέται σε όλα τα πρόσωπα, ώσπου καταλήγει ξανά στο δικό της. Το χαμόγελο δεν έχει φύγει από τα χείλη της. Αυτό δίνει δύναμη στον Τζεμάλ να συνεχίσει.
«όμως το νόημα της ιστορίας, δεν ήταν να μείνουν μαζί οι πρωταγωνιστές μας, αλλά να καταλάβουμε τα συναισθήματα τους, τις συμπεριφορές τους, ακόμα και τις πράξεις τους. Η Σεχραζάτ επέλεξε να είναι ελεύθερη, μακριά από τους δυο άντρες που ερωτεύτηκε»
Λέει, ρίχνοντας μία ακόμη ματιά στα πεινασμένα μάτια του κόσμου. Κάποια φλας από το βάθος αστράφτουν, απαθανατίζοντας τον συγγραφέα.
«αυτά ήθελα να πω. Σας ευχαριστώ όλους που παραβρεθήκατε στην παρουσίαση του βιβλίου μου. Καλή σας συνέχεια»
Λέει καθώς σηκώνεται από την θέση του για να πλησιάσει την γυναίκα του.
«πως ήμουν;»
Ρωτάει μόλις φτάνει κοντά της. Εκείνη σηκώνεται από την θέση της, διορθώνοντας το σακάκι του.
«υπέροχος, όπως πάντα»
«δεν φάνηκε ότι είχα άγχος, έτσι;»
Λέει, κάνοντας την να γελάσει.
«αφού ήσουν τέλειος σου λέω, γιατί δεν με πιστεύεις;»
Ρωτάει, παριστάνοντας την θυμωμένη. Εκείνος γελάει και μετά αφήνει ένα απαλό φιλί στο στόμα της.
«σε πιστεύω ματάκια μου, σε πιστεύω»
Η Ντιλέκ χώνεται στην αγκαλιά του, ακουμπώντας το μάγουλο της στο στήθος του.
«πάντως ήταν κρίμα που δεν τους έβαλες μαζί στο τέλος»
Ο Τζεμάλ γελάει, κάνοντας αυτό τον ήχο να ταξιδέψει βαθιά μέσα στην ψυχή της Ντιλέκ.
«η Σεχραζάτ επέλεξε την ελευθερία Ντιλέκ μου. Αν έμενε με τον Ονούρ, ουσιαστικά θα έκλεινε και πάλι τον εαυτό της μέσα σε ένα κλουβί»
«μα η αγάπη δεν μπορεί να είναι φυλακή»
Πετάει κάπως απότομα η Ντιλέκ καθώς σηκώνει το κεφάλι για να τον κοιτάξει κατά πρόσωπο. Ο Τζεμάλ σπρώχνει μερικές τούφες πίσω από τα αυτιά της, χαμογελώντας της γλυκά.
«όταν δεν έχεις νιώσει αυτό το συναίσθημα, τότε ναι, μπορεί να γίνει φυλακή»
Αποκρίνεται σιγανά. Η Ντιλέκ αφήνει έναν μεγάλο αναστεναγμό να ξεφύγει από τα χείλη της, καθώς ο Τζεμάλ την φιλάει στο μέτωπο.
«εσύ θα με άφηνες να φύγω;»
Τον ρωτάει.
«νομίζω πως ναι»
Απαντάει, πειράζοντας την.
«έλα, τώρα μιλάω σοβαρά. Θα με άφηνες να φύγω;»
Ρωτάει, κοιτώντας τον σαν μικρό παιδί μέσα στα μάτια. Ο Τζεμάλ χαϊδεύει τρυφερά το μάγουλο της.
«μόνο αν το είχες ανάγκη. Αλλά το σίγουρο είναι ότι μετά από αυτό... δεν θα μπορούσα να ζήσω με τον ίδιο τρόπο. Γιατί τώρα έχω συνηθίσει την παρουσία σου στην ζωή μου Ντιλέκ, και αν φύγεις... θα είναι σαν να μην ζω»
Ψιθυρίζει, κάνοντας την γυναίκα του να χαμογελάσει πλατιά. Τα μέτωπα τους ενώνονται, με την ευτυχία να χαράζεται πλέον φανερά στα πρόσωπα τους.
«σ'αγαπώ»
Του εξομολογείται, έχοντας ένα γλυκό χαμόγελο στα χείλη της. Ο Τζεμάλ την κοιτάζει και δεν μπορεί να την χορτάσει. Επτά χρόνια παντρεμένοι, κι όμως! δεν είχε περάσει μέρα χωρίς να την αναζητά, χωρίς να την λατρεύει.
«εγώ σ'αγαπώ πιο πολύ»
«όχι, κύριε Τζεμάλ, εγώ σ'αγαπώ πιο πολύ»
Του αντιγυρίζει, τοποθετώντας τον δείκτη της στο στήθος του. Εκείνος γελάει, φιλώντας επανειλημμένα και σε διάφορα σημεία το πρόσωπο της. Εκείνη του γελάει τόσο ξέγνοιαστα. Δεν τους ένοιαζε τίποτα και κανείς. Ήταν οι δυο τους μέσα σε ένα δικό τους παράλληλο σύμπαν, σε μια δική τους φούσκα. Άλλωστε τώρα μοιράζονταν και μια στιγμή ανακούφισης. Ο Τζεμάλ είχε παιδευτεί για πολλούς μήνες με αυτό το μυθιστόρημα, αλλά πάντοτε η Ντιλέκ βρισκόταν δίπλα του. Κάθε βράδυ εκείνος έγραφε στον φορητό υπολογιστή του, ενώ η εκείνη κούρνιαζε στην πολυθρόνα δίπλα του, με τα γαλανά της ματιά να τον κοιτάζουν με θαυμασμό.
«ξέρεις, όταν έγραφα για την Σεχραζάτ, σκεφτόμουν πάντα εσένα. Το πρόσωπο σου, τα μάτια σου, τον χαρακτήρα σου...»
Όντως, η Σεχραζάτ είχε δημιουργηθεί στο μυαλό του με την εικόνα της γυναίκας του. Την λάτρευε, και έτσι αποφάσισε να την πλάσει με τις λέξεις του. Εκείνη τον φιλάει στην γωνία των χειλιών του, με το χαμόγελο να μην φεύγει στιγμή από το πρόσωπο της.
«το ξέρω. Αλλά δεν μου άρεσε το τέλος τους. Περίμενα κάτι πιο... ρομαντικό»
Ο Τζεμάλ χαϊδεύει το μάγουλο της, έχοντας ένα μικρό χαμόγελο στα χείλη του.
«σου είπα κάτι, η Σεχραζάτ έπρεπε να βρει την ελευθερία της μέσα από την ίδια. Οπότε δεν υπήρχε άλλος δρόμος από το να φύγει μακριά από τον Ονούρ»
«κι αν προσπαθούσαν; κι αν έμεναν μαζί;»
Ο Τζεμάλ κουνάει καρτερικά το κεφάλι του.
«το τέλος της Σεχραζάτ και του Ονούρ ήτανε δίκαιο, κατά την δική μου άποψη»
«και το δικό μας τέλος; πως το προβλέπεις;»
Τον ρωτάει σχεδόν παραπονιάρικα. Εκείνος την τυλίγει στην αγκαλιά του, ενώνοντας ξανά το μέτωπο του με το δικό της.
«η δική μας ιστορία δεν μπορεί να έχει τέλος»
«ναι, αλλά-»
Κάνει να μιλήσει, αλλά ο Τζεμάλ της δίνει ένα ξεγυρισμένο φιλί στο στόμα, κάνοντας την να σωπάσει. Μόλις τραβιέται, βλέπει την Ντιλέκ να έχει μείνει με τα μάτια κλειστά και τα χείλη μισάνοιχτα. Η εικόνα αυτή τον κάνει να χαμογελάσει με ικανοποίηση.
«θυμήσου! μόνο μαζί σου ταξιδεύω»
Της υπενθυμίζει και εκείνη δαγκώνει συνεσταλμένα το κάτω χείλος της.
«κι εγώ, μόνο μαζί σου»
Αποκρίνεται, πριν τα χείλη τους γίνουν πάλι ένα.

Τέλος.

Ίσως και να μην σας άρεσε το τέλος της Σεχραζάτ και του Ονούρ, αλλά ήθελα να επισημάνω ότι η Σεχραζάτ ουσιαστικά δεν ένιωσε ποτέ ανεξάρτητη στη ζωή της, οπότε αυτό είχε περισσότερο ανάγκη και όχι απλά κάποιον να την αγαπήσει. Με λίγα λόγια, αν δεν μάθουμε να αγαπάμε εμείς οι ίδιοι τον εαυτό μας, δεν θα το κάνει κανένας άλλος. Το έχω ξαναπεί, και ίσως να μην συμφωνείτε όλοι μαζί μου, αλλά μερικές φορές η αγάπη δεν είναι αρκετά δυνατή για να κρατήσει δύο ανθρώπους. Θα χαρώ πολύ να διαβάσω τις απόψεις σας στα σχόλια, η ακόμη και σε κάποιο προσωπικό μήνυμα :)
Αυτά είχα να πω, ελπίζω να σας άρεσε η ιστορία, και ελπίζω να τα πούμε σύντομα σε κάποια άλλη!!! Ευχαριστώ και πάλι για την στήριξη σας, και καλές γιορτές!!! :)

Μη φοβάσαι τη φωτιάWhere stories live. Discover now