28. Αμπαρωμένη καρδιά

281 44 9
                                    

Καθόμουν στο μοναδικό μπαρ που υπήρχε στο χωριό και έπινα ένα κοκτέιλ ή μάλλον καλύτερα είχα πιει αρκετά κοκτέιλ. Ήμουν εκνευρισμένη μαζί του. Μετά από εκείνο το τριήμερο, δεν είχε εμφανιστεί ούτε μία φορά.

Είχε περάσει η πρώτη εβδομάδα και δεν έβλεπα ίχνος του. Τι συνέβη ξαφνικά; Του πέρασε ο ενθουσιασμός και το πάθος; Μήπως τώρα που το έμαθαν οι δικοί του, αποφάσισε ότι δεν θα ξεστρατίσει από το δρόμο της ηθικής; Ή μήπως με βαρέθηκε και βρήκε αλλού το πάθος, άλλωστε εδώ και μερικές μέρες, ζει μαζί τους μια νεαρή κοπέλα, με την οποία κάνει συνεχώς παρέα, σύμφωνα με την Παλόμα.

Θα μπορούσε τουλάχιστον να πει μια κουβέντα και να το λήξει σωστά. Με εκνεύριζε και με πείραζε εκείνη η απότομη αλλαγή στον χαρακτήρα του. Για το λόγο αυτό, ήρθα να πνίξω το δίκιο μου στο ποτό.

Καθώς έπινα τα ποτά μου, έμεινα προ εκπλήξεως, όταν τον αντίκρισα να μπαίνει στο μπαρ μαζί με μια γυναίκα. Πρέπει να ήταν η νέα του «σχέση». Φαινόταν ντόπια, βέρα Ισπανίδα από τα χρώματά της, ενώ φαινόταν να έχει ένα φρέσκο και καθωσπρέπει αέρα να την περιβάλλει, όπως και η Λεάνδρα.

Ώστε αυτού του τύπου οι γυναίκες ήταν κατάλληλες για μια σοβαρή σχέση. Με τέτοιες γυναίκες μπορούσε μόνο να κυκλοφορεί δημόσια. Γυναίκες σαν εμένα, ήταν καλές μονάχα για κρυφές και παράνομες σχέσεις!

Ξαφνικά το ποτό ήταν πικρό στο στόμα μου. Ένιωσα την καρδιά μου να πονάει, όπως θα πονούσε με οποιαδήποτε άλλη τελειωμένη σχέση. Το είχα υποψιαστεί. Το ήξερα αλλά το αγνοούσα. Τον είχα ερωτευτεί. Ήταν γεγονός. Δεν το είχα ξανανιώσει και παρόλα αυτά, το κατάλαβα αμέσως μόλις το ένιωσα.

Κάθε τόσο έριχνα το βλέμμα μου προς το μέρος τους και τους κοιτούσα που μιλούσαν και κοιτάζονταν με ενδιαφέρον. Εκείνος, πέρα από μια φορά που έτυχε να διασταυρωθούν τα βλέμματά μας, δεν γύρισε να με κοιτάξει ξανά.

-«Βαλεντίν!!! Καιρό έχω να σε δω!!!» αντήχησε στα αυτιά μου η φωνή του Μάρτιν Αλβάρεζ. Την επόμενη στιγμή, κάθισε στο τραπέζι μου με ένα εύθυμο και πονηρό χαμόγελο και ένα αστραφτερό βλέμμα.

-«Νόμιζα ότι με αποφεύγεις και για αυτό δεν έρχεσαι πια προς το χωριό.» απάντησε κοιτώντας με παραπονεμένο ύφος.

-«Και γιατί να σε αποφεύγω; Έχω μάθει να αντιμετωπίζω τη ζωή πρόσωπο με πρόσωπο.» αποκρίθηκα.

-«Έχεις πιει λίγο παραπάνω.» αποκρίθηκε.

-«Δικαίωμά μου!!!» αποκρίθηκα ξανά και παρήγγειλε και εκείνος ένα ποτό για τον ίδιο.

Το αγρίμιWhere stories live. Discover now