69. Σπασμένα δεσμά

205 37 4
                                    

Στο χωριό, υπήρχαν δύο σχετικά μεγάλα πανδοχεία. Ήταν ανοιχτά όλο το χρόνο. Το καλοκαίρι δούλευαν για τους τουρίστες ενώ το χειμώνα δούλευαν για τους εργάτες που έρχονταν να δουλέψουν για τους οπωρώνες ενώ παράλληλα υπήρχαν και ελαιώνες μερικά χιλιόμετρα παραπέρα.

Είχα νοικιάσει μόνιμο δωμάτιο προκειμένου να μένω κοντά στο μέρος που δούλευα. Για την ακρίβεια, όλοι όσοι δούλευαν στον εκδοτικό οίκο Cazador έμεναν στα δύο εκείνα πανδοχεία. Στο ίδιο πανδοχείο με εμένα έμενε ο Ξαβιέ και ο Μάρκο, ενώ στο άλλο η Λάουρα, με τον Πασκουάλ και τον Μανουέλ. Είχαν αποφασίσει έτσι για να μοιραστούν τα έσοδα των δύο τοπικών επιχειρήσεων, όπως έλεγαν.

Είχα μόλις επιστρέψει από την διαμάχη μου με την Καμίλα. Το πρόσωπό μου ήταν ακόμη κόκκινο και πρησμένο. Πρέπει να είχε βάλει όλη της δύναμη. Ελπίζω να υποχωρούσε μέχρι τη Δευτέρα που θα πήγαινα στη δουλειά.

Ήμουν σε κακή διάθεση και εκνευρισμένη ενώ ταυτόχρονα έπρεπε να πάρω τηλέφωνο τον πατέρα και να τον προειδοποιήσω καθώς η Καμίλα θα πραγματοποιούσε τις απειλές της και θα μας έβαζε στόχο. Όμως δεν ήμουν έτοιμη να του μιλήσω ακόμη καθώς θα προσπαθούσε να με πείσει να την πλησιάσω ξανά.

Δεν ήθελα να είμαι άλλο φίλη μαζί της. Δεν ήθελα να υπηρετώ κανέναν. Ήθελα να είμαι ελεύθερη να κάνω τις επιλογές στη ζωή μου. Εξαιτίας της Καμίλα, είχα επίσης απαρνηθεί φίλους ενώ για όλους τους γνωστούς μας ήμουν μια αδυσώπητη σκύλα, το σκυλάκι της πριγκιπέσσας.

Κάθισα δίπλα στο παράθυρο που είχε θέα τη θάλασσα. Θα περίμενε κανείς να έχει υγρασία καθώς το μέρος βρισκόταν τόσο κοντά στη θάλασσα αλλά ήταν απλά υπέροχο. Αν έκλεινες τα μάτια και απαρνιόσουν κάθε πραγματικότητα, εκείνο το μέρος έμοιαζε αποκομμένο από τον έξω κόσμο. Μακριά από ευθύνες, μακριά από δολοπλοκίες και ασχήμια. Μόνο ουρανό και θάλασσα μπορούσες να αντικρίσεις.

Κοίταξα τον ουρανό. Είχαν μαζευτεί, ένα σωρό μαύρα σύννεφα. Μάλλον θα έβρεχε. Είχε σταματήσει για λίγες μέρες αλλά μάλλον θα ξεκινούσε ξανά. Όμως ο καιρός εκείνος ταίριαζε με την διάθεσή μου.

Το κινητό μου χτύπησε. Ο αριθμός ανήκε στη Σοφία Ντε Βάργκας την συγγραφέα που είχα αναλάβει. Το σήκωσα αν και δεν είχα όρεξη να μιλήσω σε κανέναν.

-«Πωλίνα, μήπως γνωρίζεις που μένει ο Μάρκο Μολίνα;» με ρώτησε και έμεινα έκπληκτη.

-«Μένει στο χωριό, στο πανδοχείο Estrella.» απάντησα.

Το αγρίμιDonde viven las historias. Descúbrelo ahora