Ασειλο Λαμπεθ, Λονδινο, 1868.
Η βροχη ειχε αρχισει για τα καλα, οσο ενας μαυροντιμενος κυριος παλευε με τον ανεμο για την ομπρελα του.
Απ'την ακρη του πεζοδρομειου φανηκε ο Τζεϊκομπ που περνουσε μεσα απ'την καταιγηδα σαν να μην τον ενοιαζε αν βραχει...
-Κυριε Φραη! Σας εμπιστευομε οτι ειχατε μια παραγογηκη συναντηση με τον κυριο Οουεν; Ειπε ο Δαρβινος αφοινωντας την ομπρελα του στο ελεος του ανεμου.
-Ο, ναι, ειχαμε μια υπεροχη κοβεντουλα! Ειπε ο Τζεϊκομπ χαμογελοντας.
Ανακαλυψα οτι ο αντρας πισω απ'το καταπραϊντηκο συροπι του Σταρρικ ειναι ο Τζον Ελλιοτσον.
-Ο Δρ. Ελλιοτσον. Δεν εχω ακουσει αυτο το ονομα εδω και καιρο... Ηταν ενας εξερετικος καρδυολογος, μεχρι που εγινε εμονικος με την φρενολογια και τον υπνοτισμο. Του κατεστρεψε την καριερα... Ειπε ο Δαρβινος με λυπη.
Ο Τζεϊκομπ ομως, για την ακρειβια δεν καταλαβε σχεδον καμια λεξη στην προταση...
-Λιπον πως θα διεισδησουμε;! Ειπε ο Δαρβινος, επιστρεφοντας στο παλιο ενθουσιοδη εαυτο του.
-Ο, με ολον τον σεβασμο, κυριε Δαρβινε, πιστευω πως ειναι καλυτερα να διεισδησω μονος. Ετσι κι αλλιος "δεν θελουμε να τραβηξουμε ανεπιθημητη προσοχη"... Απαντησε ο Τζεϊκομπ, επαναλαμβανοντας τα λογια που του ειχε πει ο Δαρβινος πριν λιγες μερες.
-Ακουγεται πολυ... Σοφο! Καλη τυχη αγορι μου! Ειπε ο Δαρβινος και χτηπησε ενθαριντηκα τον Τζεϊκομπ στον ωμο.
Ο, κυριε Φραη! Αν ποτε βρειτε λιγο ελευθερο χρονο, καλεστε με. Γυρισε και ειπε αλλη μια φωρα.
Υστερα ο Δαρβινος γυρισε και εφυγε σφιριζωντας, διχως να δινει συμασια στην βροχη...
Ο Τζεϊκομπ προχορησε στο προαυλιο του Ασειλου, πλησιασε τον τυχο κι αρχισε να σκαρφαλωνει, μεχρι να φτασει στην στεγη.
Εκει, εκανε τον γυρο της οροφης ψαχνοντας για ενα ανοιχτο παραθυρο, ή μια ξεκλειδωτη πορτα.
Ειδε φως να βγαινει απ'την μια πλευρα του τυχου και μολις κατεβηκε λιγο για να δει, ανακαλυψε το πολυποθιτο ανοιχτο παραθυρο που εψανε.
-Που θα βρω τον γιατρο; Ειπε μολις βρεθηκε μεσα στα στεγνα.
Απο μακρια ακουγονταν μια αντρικη φωνη που ο Τζεϊκομπ συμπερανε οτι ανοικε στον Ελλιοτσον, αφου ηταν ο μονος γιατρος στο Ασειλο...
Ακολουθοντας τον ηχο, ο Τζεϊκομπ βρεθηκε μπροστα σε ενα εσωτερικο παραθυρο, που εβλεπε σε μια αμφιθεατρικη αιθουσα που ηταν γεματη με εκπαιδευομενους γιατρους και στο κεντρο της υπηρχε ενα φοριο με, πιθανον ενα φρενοβλαβη πανω και εναν γιατρο, με μακρια γενιαδα, σαν του κυριου Δαρβινου, απο πανω του να κανει επιδιξη στους εκπαιδευομενους. Ο Ελλιοτσον...
Ο γιατρος κρατουσε κατι που φανοικε στον Τζεϊκομπ σαν ανοιχτιρι για μπουκαλια, το οποιο ο Ελλιοτσον εστριβε ολο και πιο βαθια στο κρανιο του ασθενη, σαν να προσπαθουσε να του ξεβιδωσει τον εγκεφαλο!
Οι κραβιες πονου του ασθενη, προκαλουσαν φρικη και ανατριχιλα στον Τζεϊκομπ και τους εκπαιδευομενου, ενω ο Ελλιοτσον παρεμενε ανεκφραστος και προσιλομενος στο εργο του...
Αυτο γεμισε τον Τζεϊκομπ και με κατι αλλο... Μισος.
Ο αντρας συνεχισε να ουρλιαζει και το σωμα του συνεχισε να συσπαται, μεχρι που καποια στιγμη σταματησε... Ηταν νεκρος...
-Οπως μολις παρατηρησατε, η ασκηση πολις πιεσης καμια φωρα μπορει να αποφερη... απροβλεπτα αποτελεσματα... Ειπε ο Ελλιοτσον βγαζοντας του εργαλιο απο το κρανιο του νεκρου...
Δυστυχος φαινεται οτι κατεστρεψα το οργανο... Συνεχισε χωρις κανενα συναισθιμα στο προσωπο του.
Πλησιασε το συστιμα ενδωεπικοινονιας στον τυχο, τραβηξε το κορδονι για να το ενεργοποιησει και μετα μιλησε στο χονι.
-Στειλτε πανω ενα πτωμα. Ειπε.
-Αμεσος κυριε Ελλιοτσον. Βγηκε η απαντηση μεσα απο το χονι, αλλα πριν η επικοινονια διακοπει ο Τζεϊκομπ μπορεσαι να ακουσει κραβγιες να βγαινουν απ'το χονι.
"Στειλτε πανω ενα πτωμα" αρα πρεπει να υπαρχει ενας λιγοτερο επικυνδινος τροπος να πλησιασει τον Ελλιοτσον και αυτος ο τροπος ηταν υπογειος.
-Πως να το κανω; Μονολογησε.
Ο Τζεϊκομπ γυρισε για να βρει εναν τροπο να κατεβει κατω, αλλα ακουσε κι αλλες φωνες.
-Δεν με νοιαζει η ηθικη σου! Και νιαζομαι ακομα λιγοτερο για τους καταραμενους ασθενεις σου! Τωρα δωσε μου τα κλειδια σου!
Ο Τζεϊκομπ ακολουθησε για αλλη μια φωρα τον ηχο. Κρειμενος πισω απο μια στροφη, μπορεσε να δει εναν απο τους φυλακες του Ασειλου να μιλαει σε μια κατατρομαγμενη νοσοκομα.
Η νοσοκομα εβγαλε απροθυμα τα κλειδια της απο την τσεπη της κι ο φυλακας της τα αρπαξε.
-Τι κανεις; Ρωτησε εκεινη κλαψουριζοντας.
-Δεν ακουσες; Απολιεσαι! Τωρα δεινε του! Της ειπε και εφυγε.
Η νοσοκομα αρχισε να φωναζει και να κλαψουριζει, προσπαθοντας να ανοιξει την πορτα, ανεπιτυχος.
Ο Τζεϊκομπ βγηκε απ'την κρειψονα του και την πλησιασε...
-Τι συνβαινει;
-Νεαρε βοηθεια! Πρεπει να μιλησω με την δεσποινιδα Ναϊτενγκελ αμεσως! Ενας απ'τους φουσκοτους εκλεψε το κλειδι μου και δεν υπαρχει κανενα αλλο εδω γυρο! Δεν μπορω να βγω εξω απο δω!
-Εκλεψε το κλειδι σου; Μην πας πουθενα. Μπορει να μπορω να κανω κατι.
-Ο, ενταξει. Ευχαριστω, κυριε. Λιπον, ξερετε που θα με βρειτε, κυριε. Πηγενεται τωρα, κυριε, θα περιμενω εδω. Ειπε αυτη τρεμοντας.
Ο Τζεϊκομπ της γυρισε την πλατη και προχορησε προς την κατευθινση που ειδε τον φυλακα να φευγει πριν λιγο...
Τον βρηκε μεσα σε ενα δωματιο να τακτοποιει κατι χαρτια, κρατοντας ακομη τα κλειδια στο χερι του. Τον πλησιασε αργα κα τον καρφωσε με την λεπιδα του στον λαιμο, πριν προλαβει να βγαλει αχνα. Αρπαξε τα κλειδια πριν καν το σωμα του αγγιξει το πατωμα και επεστρεψε στο μερος που ειχε αφοισει την νοσοκομα.
Χωρις να πει τιποτα ξεκλειδωσε την πορτα και την ανοιξε, ωστε η νοσοκομα να μπορει να βγει.
–Εχετε την ευγνωμοσινη μου κυριε. Θα ενοιμερωσω την δεσποινιδα Ναϊτενγκελ οτι δεν θα δουλεψω σε αυτο το Ασειλο ποτε ξανα. Ειπε και με μια μικρη υποκλειση εφυγε.
Τωρα ο Τζεϊκομπ μπορουσε να επιστρεψει στην αναζητηση του για το υπογειο...
Στον δευτερο οροφο, υπιρχε ενας αεραγογος, για καποιο λογο ξεκλειδοτος, που θα επετρεπε στον Τζεϊκομπ να περασει απο την αλλη πλευρα του τυχου. Ο Τζεϊκομπ γληστρισε μεσα απ'τον αεραγογο και βρεθηκε στην αλλη πλευρα του τυχου.
Κοιταξε γυρο του. Οι τυχοι πλεον καλυπτωταν απο πλακακι και οχι απο ταπετζαρια, ο χωρος ηταν γεματος με νοσοκομιακα κρεβατια, τραπεζια με δοκιμαστικους σολινες πανω του και δεκαδες σχεδιαγραματα του ανθρωποινου σωματος, κορνιζομενα στους τυχους...
Ακουσε κραβγιες απο καπου μακρια, τις ακολουθησε...
Σε μια αιθουσα περα απο εναν λαβιρινθο απο διαδρομους, δυο γιατροι εφαρμοζαν μια, πιθανοτατα πυραματικη, θεραπεια με ηλεκτρισμο σε εναν ασθενη, ο οποιος ουρλιαζε απ'τον πονο.
Μαλλον δηκες του ηταν οι κραβγιες που ειχε ακουσει ο Τζεϊκομπ απ'το συστιμα ενδωεπικοινονιας...
Ο Τζεϊκομπ προχορησε αθοριβα στους δυο βασανιστες και τους καρφωσε τ'αυτοχρονα, ριχνοντας τους νεκρους και δεινοντας ενα τελος στο μαρτιριο του ασθενη.
Πισω απ'το κρεβατι του ασθενη υπειρχε μια σκαλα που κατεβαινε προς τα κατω.
Ο Τζεϊκομπ την κατεβηκε ελπιζοντας να τον οδηγησει στο υπογειο...
Οσο κατεβαινε, ο χωρος γυρο του γυνοντας ολο και πιο σκοτινος και περπατουσε με το ενα χερι του παρατεταμενο για να ελεγχει που παει...
Σιγα, σιγα το φως δυναμωσε και ο Τζεϊκομπ βρεθηκε σε μια σκοτινη αιθουσα, με νοσοκομεικα κρεβατια γεματα με φρεσκα πτωματα.
Ο Τζεϊκομπ σκεφτηκε οτι δεν θελει να ξερει απο που προερχονταν αυτα τα πτωματα.
Ενα συρσιμο απο παπουτσια που ερχονταν προς το μερος του ακουστηκε.
Κρυφτηκε πισω απο τον τυχο της σκαλας και ειδε εναν φυλακα να ερχεται προς αυτην την κατεφθηνση.
Ο Τζεϊκομπ τραβηχτηκε προς τις σκιες και περιμενε τον φυλακα να πλησιασει. Πραγματι, ο φυλακας πλησιασε ακομα πιο πολυ και Τζεϊκομπ με ενα τιναγμα του χεριου του καταφερε να τον καρφωσει κατω απ'το σαγονι.
Αφου σιγουρευτηκε οτι δεν υπιρχαν αλλοι φυλακες εκει κατω, συνεχισε το δρομο του, μεχρι που εφτασε σε ενα δωματιο οπου ενας νεαρος γιατρος ετοιμαζε το πτωμα που ειχε ζητησει ο Δρ. Ελλιοτσον.
Οταν ο γιατρος εφυγε απ'το δωματιο για λιγο, ο Τζεϊκομπ πλησιασε σιγα το πτωμα, το πηρε στα χερια του και το μετεφερε σε μια ντουλαπα, οπου και το εκρειψε. Επειτα ακουσε τον γιατρο να ερχεται παλυ πισω, οποτε ετρεξε, ξαπλωσε στο νεκρικο κρεβατι και απλωσε το νεκροσεντονο απο πανω του, χωρις ομως να καλυψει τις μποτες του...
Ο νεαρος γιατρος επεστρεψε πανω στην ωρα, πηρε θεση πισω απ'το φοριο, πανω απ'το κεφαλι του Τζεϊκομπ και αρχισε να σμπροχνει το φοριο...
Ο Τζεϊκομπ σε ολη την διαδρομη προσπαθησε να ειναι οσο πιο ακινητος μπορουσε και να κραταει την ανασα του, μεχρι που ακουσε τον γιατρο να λεει...
–Εδω ειναι, γιατρε. Αναφερομενος στο πτωμα.
Ο Ελλιοτσον εκανε ενα νευμα με το κεφαλι του και ο νεαρος γιατρος εφυγε...
–Θα συνεχισουμε το πυραμα μας σε λιγο. Ειπε και συνεχισε.
Σε λιγο, θα συγκρινουμε τους εγκαιφαλους τον δυο δυγματων μας. Και μιας και τα δυο δυγματα μας ειχαν κλειση προς την βιεη συμπεριφορα, θα παρατιρησουμε καποιες ομοιοτιτες σε συγκεκριμενα συμεια του εγκεφαλου τους... Τα πτωμα τα δεν εχουν μποτες!
Ακουγοντας αυτα τα λογια ο Τζεϊκομπ, πεταχτηκε απ'το φοριο και καρφωσε τον Ελλιοτσον στον λαιμο!
Το αιμα του παγωσε στον αερα ενω εμπαιναν κι δυο στο λευκο δωματιο...
Ο Τζεϊκομπ επιασε το σωμα του Ελλιοτσον και το ακουμπησε αργα στο πατωμα...
–Επιτελους τελιωσε... Και παλυ, το μονο που μπορω να σκεφτω ειναι η αρχη... Ενα καλυτερο αυριο, ξεχασμενο με το αιμα των οραματιστων. Ειπε ο Ελλιοτσον με απογοιτευση.
–Το μονο που βλεπω ειναι το αιμα ενος τρελου. Ειπε ο Τζεϊκομπ με την αϊδια ζωγραφισμενη στο προσωπο του.
–Αληθεια πιστευεις οτι δολοφονωντας εναν γερο, θα σταματησεις τον Μεγαλο Αρχιτεκτονα της ανθρωποτιτας; Ο Κροφορντ Σταρρικ εχει ενα δωξασμενο σχεδιο για το ανθρωπινο ειδος!
–Τα σχεδια φτιαχνονται για να χαλαναι. Ειπε ο Τζεϊκομπ με ενα ελαφρι χαμογελο.
–Εισαι ενα παιδι... Ενα παιδι που πιστευει οτι μπορει να λυσει ολα τα προβληματα του κοσμου με ενα τιναγμα της λεπιδας του. Εχεις ποτε αναροτηθει τις συνεπιες των πραξεων σου, Τζεϊκομπ Φραη; Ή μηπος ο πατερας σου δεν σου διδαξε τιποτα; Ειπε με περιφρωνηση και ξεψυχησε.
Ο Τζεϊκομπ πηρε μια στιγμη και σκεφτηκε τον πατερα. Παντα η Ηβη ηταν η αγαπημενη του, παντα τον συγκρινε με κεινη, νομιζε πως οταν πεθαινε θα ηταν πια ελευθερος απ'αυτην την ασταματιτη συγκριση, αλλα εκανε λαθος. Τωρα, ακομα κι οι ανθρωποι που σκοτωνει εχουν λογο σε αυτο...
Εδιωξε την σκεψη, εβγαλε το μαντηλι του απο την τσεπη του και το περασε πανω απ'τον λαιμο του Ελλιοτσον, αφοινοντας το να γινει κοκκινο.
Σηκωθηκε και αρχισε να περπατα μακρια, οταν ακουσε τις κραβγιες των εκπαιδευομενων αρχισε να τρεχει, ξεροντας οτι ειχε βγει απ'το λευκο δωματιο...
Θα εβγαινε οπως μπηκε. Απ'το παραθυρο στον δευτερο οροφο.
Μεχρι το κτιριο να τεθει σε συναγερμο, ο Τζεϊκομπ εβγαινε απ'το προαυλιο του Ασειλου...
KAMU SEDANG MEMBACA
Assassin's Creed Syndicate
Fiksi SejarahΛονδινο, 19ος αιωνας. Οσο μπορω να θυμιθω, παντα ηθελα να γινω κομματι του Λονδινου. Κομματι της μεγαλυτερης πολη στον κοσμο στην μεγαλυτερη στιγμη της. Αν το εχετε σκεφτει ποτε αυτο, τοτε ειστε εντελος ηληθιοι. Επιστημη, προοδος, τεχνολογια, ειναι...