Άνοιξε τα μάτια της βλέποντας την μεριά δίπλα της κενή,τότε άπλωσε το χέρι της χαϊδεύοντας απαλα το μαξιλάρι του αφήνοντας το μυαλό της να της θυμίσει..
<< Γυναίκα ο πόνος είναι ένα κομμάτι της ζωής μας ,για ζήσεις πονάς ,έτσι έλεγα πάντα στον εαυτό μου, ώσπου έμαθα πως πονάς εσύ τοτε δεν άντεξα...
.. χαμογέλασε απαλά μυρίζοντας το μαξιλάρι για αρκετή ώρα ώσπου το άρωμα του έμεινε πάνω της...
<< Γιατί να μείνω δίπλα σε έναν άκαρδο βάρβαρο;που με έφερε σε αυτό το πλοίο κλέβοντας με από την οικογένεια μου;
<< Γιατί αυτός ο βάρβαρος πεθαίνει για σένα..
<< Λες ψέματα...
<< Λέω;..
Η ανάμνηση από όταν έπεσε στο νερό αστραψε στο μυαλό της σαν ταινία, πέθαινε για εκείνη,όντως πέθαινε...
<< Ασία;
Εκείνη γύρισε ξαφνιασμένη αντικρίζοντας τα ζωηρά του μάτια..
<< Τζέιμς;
<< Μην φοβάσαι απόψε είμαι εδώ..
<< Επειδή όλοι πιστεύουν πως είσαι άντρας μου;
<< Επειδή έχω την ανάγκη να σε δω να χαμογελάς,είμαι εδώ μπορείς να κοιμηθείς...
Τα μάτια της γέμισαν δάκρυα σφίγγοντας το σεντόνι στο χέρι της..
<< Σου έχω πει ποτέ πως μοιάζεις στον ήλιο?λατρεύω να σε κοιτάζω....
Σηκώθηκε πάνω γεμάτη ιδρώτα προσπαθώντας να μην θυμάται της στιγμές αυτές,κάτι μέσα της πονούσε από έρωτα...
<< Δώσε μου το χέρι σου γυναίκα...
Εκείνη δίχως δεύτερη σκέψη του έτεινε το χέρι της μένοντας σιωπηλή..
<< Βλέπεις;τα σημαδια μας είναι οι χάρτες της καρδιάς μας ,το χέρι σου πάντα θα σε οδηγεί σε εμένα...
Το δάκρυ της έπεσε γεμάτο συναισθήματα στο κόκκινο της μάγουλο...
Ο Τζέιμς απτην άλλη κρατώντας τα καρφιά στα χέρια του κάρφωνε με όση δύναμη είχε της σανίδες του πλοίου και ύστερα μάζευε τα πανιά και καθάριζε το κατάστρωμα,έκανε ότι μπορούσε ώστε να μην είναι ασήμαντος ανάμεσα σε τόσους άντρες, κουβαλούσε τα βαρέλια με το ποτό και άναβε την φωτιά του μαγειρείου, ύστερα σήκωνε τα βαριά φορτία βάζοντας τα πίσω στο κελάρι και έκοβε κρέας για ολόκληρο το πλήρωμα,ο καπετάνιος γεμάτος χαρά και ευγνωμοσύνη του έσφιξε το χέρι λέγοντας πως ήταν καιρός να ξεκουραστεί,ο Τζέιμς όμως δεν είχε μάθει να ξεκουράζεται,
<< Πες μου τι χρειάζεται επισκευή
<< Ίσως κάποια ξύλα στο κελαρι
<< Άφησε το πάνω μου καπετάνιε.
Κατέβηκε στο κελάρι καρφώνοντας τα ξύλα που είχαν ανοίξει από διάφορες κακοκαιρίες και ύστερα κάθισε μια στιγμή κοιτάζοντας τα ζεστά κεριά γύρο του να σβήνουν αργά αργά... αναμνήσεις κατέκλυσαν το μυαλό του...
<< Δεν χρειάζεται να σβήσεις το φως πατέρα..
<< Φοβάσαι;
<< Είμαι θλιμμένος χρειάζομαι φως
<< Φοβάσαι;
<< Πατέρα χρειάζομαι φως
<< Μην είσαι δειλός..
<< Πατέρα πνιγομαι!!!!!
<< Μάθε να κολυμπας..
<< Πατέρα πνιγομαι δεν αναπνέω..
<< Μάθε να ζεις..
<< Πατέρα πεινάω..
<< Κυνήγησε για να φας..
<≤ πατέρα νιώθω μονός..
<< Μάθε να είσαι σκληρός..
≤< πατέρα καταστρεφομαι..
, << Υπερβάλλεις.
<< Σώσε με πατέρα..
<< Σώσε μόνος τον εαυτό σου..
<< ΠΟΝΑΩ..
<< Γίνε άντρας..
<< ΕΙΜΑΙ ΆΝΤΡΑΣ.
<< ΕΊΣΑΙ ΠΑΙΔΊ ΕΝΑ ΑΝΌΗΤΟ ΠΑΙΔΊ..
,<< Πατέρα μην με εγκαταλείπεις..
BẠN ĐANG ĐỌC
VIKINGS - εισαι δικιά μου
Romanceτο αίμα κυλούσε απτής φλέβες της ίδιας μας της γης, χιλιάδες αστέρια έλαμψαν στον ουρανό καθώς νεκρή πολεμιστές μας οδηγούνταν στην βαλχαλα στην μεγαλύτερη κατοικία μέσα στο Άσγκαρντ,που για τους χριστιανούς σήμαινε παράδεισος,εκεί που η ψυχές έβρισ...