Έτρεχαν κρατώντας ο ένας τα χέρια του άλλου ,μέσα από τις κρυφές καταπακτές που οδηγούσαν στην έξοδο...
Μερικές ώρες πρίν....
Τίναξε τα μαλλιά της καθώς ανέβηκε πάνω απτην αγκαλιά του...τα χείλη της έψαξαν τα δικά του τραβώντας τα σε ένα μαγικό ταξίδι..
<< Γυναίκα ξημέρωσε!!!θα είσαι κουρασμένη...
Έσυρε απαλά τα χέρια της στο στέρνο του χαμογελώντας του ζωηρά..
<≤ δεν κουράζομαι...Πέρασαν μέσα από τα κελιά κρατώντας στα χέρια τους ένα μικρο φανάρι...
Την τουμπαρε ανεβαίνοντας πάνω της ..τα μάτια τους ενώθηκαν όπως και τα κορμιά! Τους ,τα πόδια τους μπλέχτηκαν σαν ένα..
<< Τζέιμς;ποιος είναι ο σωστός δρόμος?
<< Έχω μελετήσει αυτούς τους υπόγειους δρόμους,θα χρειαστεί να πάμε δεξια..Τα μάτια του είχαν κλείσει μα δεν κοιμόταν,ένα απαλό χαμόγελο είχε χαραχτεί στα χείλη του κάνοντας ολόκληρο το κορμί του να έχει συσπάσεις,εκείνη γύρισε και τον κοίταξε με περιέργεια..
<< Τζειμς; Κοιμάσαι;
<<Οχι
Άνοιξε απαλά τα μάτια του χαϊδεύοντας με το χέρι του το πηγούνι της..
<< Τι σκέφτεσαι;
<< Εσένα..
Τα μάγουλα της κοκκίνισαν πέφτοντας στην αγκαλιά του..
<< Θα με συγχωρούσες παρά τα όσα έκανα;
Του είπε και η φωνή της έσπασε.
<< Παρά τα όσα έκανες; Που με αγάπησες μα σε άφησα να φύγεις; Να σε συγχωρήσω που μεγάλωσες μόνη σου δίχως χρήματα ένα παιδί; Που του είπες πως ο πατέρας του ήταν ένας νεκρός άγγελος και όχι ένας άθλιος άντρας; Να σε συγχωρήσω που μου έμαθες τι θα πει αγάπη;
την έκανε να ξεχάσει τον λόγο για τον οποίο είχε τύψεις,την έκανε να νιώσει πως δεν είχε λάθος απέναντι του αλλά κάτι σωστό..
<< Δεν ήσουν άθλιος άντρας, πραγματικό άγγελος είδα μέσα από εσένα..
<< Μέσα από εμένα είδες όλα όσα γέννησες..
<< Τι διαφορετικό είχα εγώ από όλες τις άλλες γυναίκες;
Το χαμόγελο του της έκοψε την ανάσα..
<< Ένιωσα τρελός δίπλα σου, υπάρχουν άνθρωποι με τρομαχτική κανονικότητα,η ζωή μου ήταν ένα καταραμένο σπαθί,δίπλα σου ένιωσα τρέλα,πέταξα το σπαθί ,εθιστικό είπα το άγγιγμα της ,και το δοκίμασα,ποτέ δεν σκέφτηκα να σε αφήσω να φύγεις,η τελευταία μου επιλογή ήταν να σε σώσω για να έρθω να σε βρω Παλι,το καράβι μου ναυαγισμένο έπεσε στον πάτο της θάλασσας,η πληγές γέμισαν αλάτι ενώ η ψυχή θάνατο,ούτε το νερό δεν μπορούσε να με κρατήσει,με έριξε σε ένα άγονο χώμα όταν τα χέρια ενός γερασμένου άντρα με τράβηξαν στην κορυφή,ήταν ο καλύτερος σύμβουλος του βασιλιά,τα μάτια του ειδαν και άκουσαν πολλά ,ποτέ δεν τον εμπιστεύτηκα μα σαν ξένος του ήμουν ευγνώμων,,
<≤ Τζέιμς μου;
Γύρισε στο μέρος της με ένα παραδομένο βλέμμα
<< Μμμ.
<< Θέλω να σου πω μια ιστορία...μια φορά και έναν καιρό πριν πολλά χρόνια ήμουν εγώ και μόνο εγώ, κλεισμένη ανάμεσα σε καλόγριες που είχα σαν μάνες,ήμουν εγώ απέναντι στον λόγο του θεού, Κυριακή μάθημα στην εκκλησία δευτέρα τρόπους τρίτη γραφή, Τετάρτη καθαρισμό της εκκλησιάς,και το πρόγραμμα πήγαινε με τους ίδιους ρυθμούς, ήμουν παιδί,δεν είχαν χρόνο για να παίξω ,μα δεν με πείραξε ήθελα μονάχα να είμαι ένα σωστό παιδί,δεν με χτύπησαν ποτέ,δεν μου είπαν να σκοτώσω ποτέ ,δεν έζησα όπως εσύ,μα ήμουν κάτι βγαλμένο μέσα από εσένα,ήμουν ένα θλιμμένο παιδί που κοίταζε την βροχή και τον ήλιο να πέφτει και ευχόταν λίγο ακόμη φώς,,ποιος θα εμενε να μου μιλάει όταν με σκότωνε η νύχτα; φοβόμουν και έκλαιγα μέχρι να δω τον ήλιο να λάμπει μια ακόμη φορά,ήμουν ένα λυπημένο ποίημα από έναν άγνωστο ποιητή, φοβόμουν πως πάντα έκανα κάτι λάθος και πως οι άνθρωποι έπρατταν σωστά ώσπου εκεί στο κατώφλι της εκκλησίας μια όμορφη Κυριακή που διάβαζα ένα χριστιανικό δίδαγμα,ένας άντρας με πλησίασε λέγοντας μου "τι κάνεις μόνη σου;, απάντησα ακριβώς όπως και τώρα," διαβάζω κύριε.
"" Σου έχουν πει πως τα παιδιά δεν πρέπει να μένουν ποτέ μόνα; Θυμάμαι πως ένιωσα φόβο διότι ο άντρας ήταν τρομαχτικός,ξανθα μακριά μαλλιά άγνωστο θολό πρόσωπο,έβγαλε ένα μαχαίρι στην απόχρωση του χρυσού.φοβηθηκα ξανά..μα έκλεισα τα μάτια,δεν μπορούσα να τρέξω,θα με έπιανε ήταν ποιο δυνατός από εμένα," μην με πειράξετε κύριε,θα πονέσω..
" Θα σε σκοτώσω..." Όχι κύριε μην με σκοτώσετε,φοβάμαι τον θάνατο...κανείς δεν με ακούει εμένα,ετσι και πέρασε το μαχαίρι του στην παιδική μου κοιλιά,έβλεπα το αιμα να στολίζει το χριστιανικό μου βιβλίο και το μόνο που σκέφτηκα ήταν να το καθαρίσω,να είμαι καλή,να μην λερωθούν οι σελίδες, το μαχαίρι έμεινε μέσα μου,ο πόνος ήταν τόσο δυνατός που μου έκοβε σε κάθε δευτερόλεπτο την ανάσα,ούρλιαξα περιμένοντας κάποιον να μου πάρει τον πόνο,κανείς δεν μπορούσε,έζησε σε ένα ιατρείο τρεις μήνες με τον κίνδυνο να χάσω την δυνατότητα να περπατάω,και την δυνατότητα να γίνω μια μέρα μάνα..απτό πρώτο γλύτωσα εύκολα, απτό δεύτερο έζησα μέχρι τώρα για να το μάθω, μέχρι τώρα που μου χάρισες έναν γιο,μπορεί να μην ήμουν στρατιώτης όπως εσύ μα έζησε μια ζωή με τον φόβο ότι δεν θα μπορούσα να αγγίξω το παιδί μου,
Της φίλησε απαλά το κεφάλι τραβώντας την έντονα στην αγκαλιά του...Ένα απαλό φως τους έδειξε τον δρόμο για την έξοδο...της φίλησε απαλά το κεφάλι κρατώντας την σφιχτά από τους ώμους..
<< Από εδώ θα γυρίσεις στον γιο μας,δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να καταλάβουν ότι είμαστε μαζί ,θα καλύψω κάθε ίχνος σου και ύστερα θα έρθω να σε βρω,γύρνα στο παιδί μας..
Η Ασία έκανε κάτι που ποτέ της δεν είχε κάνει με τόσο τόλμη,τον τράβηξε με δύναμη απτά ρούχα συγκρουοντας τον πάνω στο κορμί της , φιλώντας με δύναμη τα χείλη του ...
<≤ σαγαπαω..
<< Ξέρω πώς πέρασες πολλά ,μαζί μου θα ξεχάσεις τι θα πει πόνος..
<< Μαζί σου δεν θυμάμαι τι θα πει πόνος..
Τα χαμόγελα τους ενώθηκαν σπρώχνοντας την προς την εξοδο διαφυγής...
Μόλις εκείνη βγήκε τρέχοντας μέσα από το δάσος μια ξαφνική φωνή έκανε τον Τζέιμς να παγώσει στην θέση του..
<< Βοήθησες την κρατούμενη να το σκάσει?
Ο Τζέιμς γύρισε αργά τραβώντας με απότομη κίνηση το μαχαίρι του απτην ζωνη πετώντας το στην καρδιά του άντρα με ακρίβεια στον στόχο...
<< Ας με συγχωρήσει ο Θεός μα δεν είχα άλλη επιλογή..
Είπε καθώς άρχισε να σέρνει αργά το πτώμα πριν κάποιος άλλος καταλάβει το τι ειχε γίνει...
VOCÊ ESTÁ LENDO
VIKINGS - εισαι δικιά μου
Romanceτο αίμα κυλούσε απτής φλέβες της ίδιας μας της γης, χιλιάδες αστέρια έλαμψαν στον ουρανό καθώς νεκρή πολεμιστές μας οδηγούνταν στην βαλχαλα στην μεγαλύτερη κατοικία μέσα στο Άσγκαρντ,που για τους χριστιανούς σήμαινε παράδεισος,εκεί που η ψυχές έβρισ...