Κεφαλαιο 3

558 49 0
                                    

Γούρλωσα τα μάτια μου και ένιωσα κάτι σαν ηλεκτρισμό να διαπερνά το σώμα μου. Όταν κατάφερα να δω καθαρά και πάλι βρισκόμουν πλέον απέναντι από το καλύβι, μέσα στην δεντρόφυτη κοιλάδα. Κανένα ίχνος της τάξης, των συμμαθητών μου ή του Ρέιγκαν. Τότε ένα φριχτό τρίξιμο ακούστηκε και η πόρτα της ξύλινης ετοιμόρροπης κατασκευής άνοιξε αποκαλύπτοντας ένα μαύρο εσωτερικό, σαν πίσσα.
Έκανα μερικά βήματα και μπήκα μέσα δειλά. Ξαφνικά, κάτι σαν παράσταση ξεκίνησε να παίζεται μπροστά μου κι εγώ μεταμορφώθηκα σε ένα είδος πνεύματος, μάλλον για να μην μπορώ να παρεμβαίνω σ' αυτά που συνέβαιναν.
Ένας άντρας μπήκε στο καλύβι κρατώντας ένα μωρό αγκαλιά. Το μωρό, ένα κοριτσάκι που έκλαιγε δυνατά, ήταν φασκιωμένο πρόχειρα σε κάτι πετσέτες.
Ξάφνου συνειδητοποίησα κάτι. Το μωρό ήμουν εγώ! Δεν ξέρω πώς το ήξερα, απλά το ήξερα και αυτό με φρίκαρε ακόμα περισσότερο.
Ο άντρας, έγειρε πάνω από το χείλος του πηγαδιού και τότε πέταξε το μωρό μέσα.
Ούρλιαξα όμως δεν φάνηκε να με άκουσε. Βγήκε από την καλύβα και έκλεισε πίσω του την πόρτα.
Η εικόνα άλλαξε όμως εγώ ένιωθα ακόμα μουδιασμένη και τρομαγμένη. Τώρα βρισκόμουν κοντά στον πάτο του πηγαδιού. Ανησύχησα νομίζοντας ότι θα έβλεπα το μωρό διαμελισμένο και γεμάτο αίματα στο πάτωμα όμως έμεινα άφωνη καθώς το είδα να αιωρείται τυλιγμένο μέσα σε μια άσπρη λάμψη, στον αέρα. Τώρα δεν έκλαιγε, γελούσε. Και βλέποντας τον παρελθοντικό μου εαυτό να γελάει τρισευτυχισμένος, άρχισα να γελάω κι εγώ. Γελούσα με την καρδιά μου, χαρούμενη που δεν μου είχε συμβεί κάτι κακό ώσπου η εικόνα ξαναάλλαξε.
Τώρα βρισκόμουν μέσα σε ένα παλάτι, στην αίθουσα του θρόνου. Είχα και πάλι αέρινη μορφή και παρακολουθούσα αθέατη τον διάλογο που εκτυλισσόταν μπροστά μου.
Παρ' όλ' αυτά, οι φιγούρες ήταν που μου τράβηξαν την προσοχή. Ένας βασιλιάς και ένα κορίτσι που έμοιαζε στην ηλικία μου. Κανείς από τους δύο δεν ήταν όμως φυσιολογικός. Πάγωσα μόλις είδα τα μάτια του κοριτσιού. Ήταν κατακίτρινα με φιδίσιες κόρες. Έμοιαζαν τρομακτικά έτσι όπως έλαμπαν στο σκοτάδι. Παρατήρησα και του βασιλιά. Ήταν ολόιδια.
Τα σώματα και των δύο ήταν καλυμμένα σχεδόν ολοκληρωτικά με καφετί πυκνό τρίχωμα ενώ τα αυτιά τους ήταν μυτερά και επιμηκυσμένα στην πάνω τους πλευρά. Όλα τους τα δόντια ήταν μακριά και κοφτερά, ίδια στιλέτα ενώ τα νύχια τους θύμιζαν καλοακονισμένα μαχαίρια, έτοιμα να κατασπαράξουν την λεία τους.
Ο βασιλιάς είχε σγουρά καφέ μαλλιά που βρίσκονταν πατικωμένα κάτω από την ολόχρυση κορόνα του με τα πετράδια. Ήταν σχετικά μεγάλος σε ηλικία γύρω στα πενήντα πέντε με εξήντα. Το δέρμα του ήταν ζαρωμένο κάτω από το τρίχωμα και ο ίδιος φάνταζε γέρος, αδύναμος και κουρασμένος. Ήταν κοντούλης και ισχνός σαν πευκοβελόνα μα απέπνεε μια αύρα σεβασμού και βασιλικού κύρους.
Από την άλλη, το κορίτσι είχε σκούρα καφέ μαλλιά, σχεδόν μαύρα τα οποία του έφταναν μέχρι τους γοφούς, έτσι όπως ήταν σκυμμένη μπροστά στα πόδια του άρχοντα. Τα μάτια της ήταν πρησμένα και κόκκινα πράγμα που σήμαινε ότι έκλαιγε πριν λίγο. Ήταν ψηλή και γεροδεμένη, με ηλιοκαμένο δέρμα και γυμνασμένα μπράτσα. Ήταν ντυμένη απλά και καθημερινά σαν μια απολύτως συνηθισμένη έφηβη.
Τότε ήταν που συνειδητοποίησα ότι στεκόμουν λίγα μέτρα πιο πέρα από δύο λυκανθρώπους, πλάσματα μυθικά που δεν πίστευα πώς υπήρχαν. Μα και πάλι. Αυτό ήταν απλά ένα όνειρο, σωστά; Κι όμως έμοιαζε τόσο αληθινό!
"Μπορούσα να την είχα σώσει" ψέλλισε το κορίτσι με ραγισμένη βαθιά φωνή. "Χρειαζόμουν μονάχα χρόνο. Θα την άλλαζα, θα την έκανα σαν εμάς!"
"Η υπομονή δεν είναι το δυνατό μου σημείο Ερμιόνη και το ξέρεις πολύ καλά αυτό! Το κορίτσι θα κατεστρεφε την αυτοκρατορία μας σου το ξανάπα. Θα σε 'χω από κοντά και θα ελέγχω τις κινήσεις σου, είσαι βέβαια λυκάνθρωπος σαν εμένα αλλά είσαι και πολύ δυνατή. Ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να συμβεί" έγρουξε ο βασιλιάς με την τραχιά γεροντική φωνή του.
"Είμαι σαν εσένα άρχοντά μου από πολύ μικρή ηλικία. Δεν υπάρχει περίπτωση να αλλάξω. Αυτή είναι η μόνιμη μορφή μου."
"Όπως και να 'χει θα βρω και τη μικρή. Και τότε δεν την γλιτώνει. Θα την κάνω σαν εμάς. Η μητέρα σας δεν έχει προλάβει να τη θρέψει κι αυτή. Ή τουλάχιστον έτσι ελπίζω. Αν όμως είναι ακόμα ουδέτερη τότε μπορώ να την μεταμορφώσω πιο εύκολα. Αν όχι..."
Δεν αποτέλειωσε την πρότασή του κι όμως εγώ κατάλαβα τι ήθελε να πει. Ό,τι κι αν ήταν αυτό που συζητήσουν δεν ήταν καλό. Και αν σύμφωνα με τον βασιλιά το κορίτσι δεν ήταν σαν αυτούς θα το σκότωνε.
Η Ερμιόνη ρίγησε.
"Μάλιστα άρχοντά μου" έκανε και υποκλίθηκε.
Έπειτα το όραμα ξεθώριασε.

Moonlight🌙Wo Geschichten leben. Entdecke jetzt