Συναντηθήκαμε ακριβώς δύο ώρες αργότερα στην πύλη και ξεκινήσαμε χωρίς καθυστερήσεις.
Καθώς βγαίναμε από τα σύνορα και διασχίζαμε το δάσος αφουγκραζόμασταν προσεκτικά για τυχόν λασπάνθρωπους ή άλλα επικίνδυνα πλάσματα όπως ανθρώπους ας πούμε. Ξέρω ακούγεται περίεργο αλλά οι άνθρωποι δεν συμπαθούν τα μαγικά πλάσματα σαν εμάς και παρ' ότι δεν τους έχουμε βλάψει ποτέ ηθελημένα επιμένουν να μας κυνηγούν αντί να μας βοηθούν και να τους το ανταποδίδουμε.
Κοιτάζω έναν γύρο το όμορφο τοπίο. Ένα μεγάλο καταπράσινο λιβάδι και λίγο πιο πίσω το δάσος που τόσο καλά κρύβει εδώ και αιώνες το βασίλειο που τώρα ονομάζω δικό μου.
Γουρλώνω τα μάτια καθώς κάτι σαν τεράστιος αετός με σώμα αλόγου και πουπουλένια φτερά κατεβαίνει στο έδαφος κοντά μας. Τον παρατηρώ καθώς πλησιάσει πλάσματα παρόμοια με τον ίδιο που διαφέρουν όμως στα χρώματα. Καφετιά, κόκκινα, γαλαζωπά, όλα τα χρώματα και οι αποχρώσεις μοιάζουν να έχουν συγκεντρωθεί σε τούτο το ηλιοφώτιστο μέρος με τη μορφή αυτών των περίεργων και φαινομενικά άκακων πλασμάτων.
"Δεν έχεις ξαναδεί γρύπες ε;", η Νάγια γυρίζει και με κοιτά με τα σαγηνευτικά της μάτια.
Γνέφω αρνητικά και στρέφω και πάλι το κεφάλι μου προς τα αετόμορφα θηρία που, καθώς τα προσπερνάμε, σηκώνουν τα κεφάλια τους και μας παρατηρούν με τα μικρά χαντρένια μάτια τους. Δεν μπορώ να ελέγξω ένα ελαφρύ τρέμουλο συνοδευόμενο από ένα αίσθημα φόβου ανάμεικτο με θαυμασμό και περιέργεια.
"Αν δεν τους ενοχλήσεις δεν θα σε πειράξουν", η Νάγια κοιτά τους γρύπες που κάνουν κύκλους στον ουρανό, χτυπώντας ράθυμα τα φτερά τους και αφήνοντας τον άνεμο να τους παρασέρνει. "Είναι πλάσματα που οι λασπάνθρωποι δεν μπορούν να μολύνουν γι' αυτό και δεν τους κυνηγούν. Δεν πλησιάζουν στις πόλεις γιατί η μολυσμένη ατμόσφαιρα και η έλλειψη ζώων για κυνήγι τους αρρωσταίνει. Κανείς δεν μπορεί να τους καβαλικέψει ή να τους δαμάσει, όποιος το προσπαθεί, ακόμα και χιλιάδες λασπάνθρωποι μαζί, βρίσκει τραγικό θάνατο. Κανείς δεν τα βάζει με τις δυνάμεις των αιθέρων."
Κούνησα το κεφάλι μου για να της δείξω ότι κατάλαβα και έστρεψα ακόμα μια φορά το βλέμμα μου προς το μέρος τους.
"Είναι όμορφα", ψιθύρισα αναφερόμενη στα τερατόμορφα πλάσματα.
"Είναι. Αρκεί να μην τα ενοχλήσεις."
Η Νάγια ξεκίνησε να περπατά σιωπηλή.Διασχίσαμε την κοιλάδα και μπήκαμε μέσα σε ένα αλσάκι με ιτιές, καστανιές, οξιές και άλλα δέντρα που δεν αναγνώριζα. Ήταν ήρεμα εκεί. Σταματήσαμε για να ξαποστάσουμε λιγάκι δίπλα στο ρυάκι που κελάρυζε πέφτιοντας μέσα από μια βραχώδη πλαγιά και συνέχιζε να τρέχει το ατέλειωτο ταξίδι του γεμάτο ξεραμένα, φθινοπωρινά φύλλα.
Έκατσα πάνω σε ένα βραχάκι κοντά στην όχθη αφού πρώτα το καθάρισα από μερικά βρύα. Άφησα έναν γαλήνιο αναστεναγμό και κάρφωσα το κενό μου βλέμμα στο γάργαρο, κρυστάλλινο νερό.
Καθώς οι άλλες έστηναν κάτι σαν πρόχειρο καταυλισμό άκουσα έναν ήχο που προερχόταν από τους θάμνους δίπλα μου. Τινάχτηκα αι γύμνωσα τους κυνόδοντές μου. Έπειτα πλησίασα προσεκτικά και τους παραμέρισα.
Έμεινα να κοιτάζω έκπληκτη ένα θαλασσί γρυπάκι με κίτρινο σκληρό ράμφος και γαμψά νύχια. Τα διπλωμένα γαλανά φτερά του έκαναν αντίθεση με τα άσπρα πούπουλα που βρίσκονταν συγκεντρωμένα στην περιοχή του λαιμού και του στήθους του. Η μακριά μπλε ουρά του κουνιόταν χαρούμενα πέρα-δώθε ανεμίζοντας κάτι υπολείμματα φτερών. Στάθηκα στις φτέρνες μου και λυγίζοντας τα γόνατά μου άπλωσα το χέρι μου και το χάιδεψα γλυκά. Εκείνο έκρωξε ευχαριστημένο και τρίφτηκε πάνω μου κουνώντας παράλληλα την ουρίτσα του. Με κοίταξε με τα κιτρινόμαυρα μάτια του. Λαμπύριζαν όμορφα στο μισοσκόταδο του δάσους. Καθώς οι ανταύγειες του φωτός έπεφταν πάνω του το έκαναν να μοιάζει σαν να προερχόταν από όνειρο.
"Φύγε από 'κει!" άκουσα μια φωνή από πίσω μου.
Τινάχτηκα και αντίκρισα τη Νάγια συνοδευόμενη από την Νεφέλη να κοιτάζουν απειλητικά τον μικρό γρύπα.
Μπήκα μπροστά του και τον κάλυψα με το σώμα μου για να τον προστατεύσω από τυχόν πυρά.
"Απλά ήθελε χάδια", δικαιολογήθηκα. "Δεν θα μου έκανε κακό. Φαίνεται να είναι μόνος του έτσι κι αλλιώς."
"Ναι κι αν ξεπεταχτεί τώρα από πουθενά η μανούλα του θα σου πω εγώ." έκανε η Νάγια κοιτάζοντας το μικρό πλάσμα με δυσπιστία.
"Έχει δίκιο η Νάγια!" πετάχτηκε κι η Νεφέλη κάνοντάς με να ρολλάρω τα μάτια μου από τη σύγχυση.
"Α τώρα την υποστηρίζουμε ε;"
Δεν μπόρεσα να συγκρατήσω τον ειρωνικό μου τόνο εγώ.
"Θάλεια για το δικό σου καλό το λέμε!" φώναξε κάνοντας παράλληλα έντονες χειρονομίες στον αέρα.
Με τράβηξε από το μπράτσο και με οδήγησε πίσω στον καταυλισμό. Ο Ίλας είχε κιόλας ξεστήσει τα πράγματα και ήταν έτοιμος να ξεκινήσουμε.
Λίγο πριν συνεχίσουμε τον δρόμο μας γύρισα να κοιτάξω το μικρό πλασματάκι μα είχε χαθεί.
Αναστέναξα, αυτή τη φορά θλιμμένα, και προχώρησα πίσω από τους άλλους.Συνεχίσαμε το ατέλειωτο περπάτημά μας μέσα από βάλτους με τεράστια κουνούπια και μικρές ζούγκλες με χρυσοπόρφυρες τίγρεις που γρύλιζαν απειλητικά σε κάθε μας βήμα.
Όταν νύχτωσε σταματήσαμε για να στήσουμε τις σκηνές μας και να κοιμηθούμε. Εγώ πεινούσα οπότε κάθισα έξω μαζί με τους άλλους και άνοιξα το κόκκινο σακίδιο που είχα κουβαλήσει μαζί μου για να φάω ένα σάντουϊτς με φιστικοβούτυρο, μαρμελάδα δαμάσκηνο και πατέ πάπιας που είχα φυλάξει σε περίπτωση ανάγκης. Ναι γενικά μου άρεσαν ιδιαίτερα τα περίεργα σάντουϊτς οπότε τώρα που είχα τα υλικά και την πολυτέλεια έφτιαχνα συνέχεια με όλο και περισσότερους τρελούς συνδυασμούς. Απλά το συγκεκριμένο τύχαινε να είναι να είναι το προσωπικό μου αγαπημένο.
Όπως φαίνεται όμως είχε αρέσει ιδιαίτερα και στον μικρό γρύπα ο οποίος με κάποιο τρόπο είχε χωθεί μέσα στο σακίδιο και τώρα έγλειφε με τη μακριά φιδίσια γλώσσα του το ράμφος του που ήταν γεμάτο μαβί μαρμελάδα.
Συγκράτησα ένα γελάκι και τον κοίταξα αυστηρά.
"Αυτό ήταν το φαΐ μου το ξες;" έκανα με δήθεν επικριτικό τόνο. Η Νεφέλη, η Νάγια και ο Ίλας γύρισαν και οι τρεις και κοίταξαν πρώτα εμένα με κάποια απορία και μετά τον γρύπα στην τσάντα μου.
"Μόνος του ήρθε", σήκωσα τους ώμους μου καθώς έπαιρνα ένα σάντουϊτς με ντομάτα, τόνο και μαγιονέζα.
"Υποθέτω ότι δεν μπορούμε να σε εμποδίσουμε από το να τον κρατήσεις, έτσι δεν είναι;" Ο Ίλας μου χάρισε ένα από τα ζαχαρένια του χαμόγελα.
"Φυσικά και όχι", απάντησα με μια κάποια γλυκύτητα κι αμέσως μετά πρόσθεσα. "Από δω ο Τζάστιν."
"Ο ποιος;" η Νάγια γούρλωσε τα μάτια. "Πες μου ότι του έδωσες και όνομα."
"Έλεοοοοος", η Νεφέλη χτύπησε το μέτωπό της με την παλάμη της. "Το αμέσως επόμενη βήμα είναι να τον πεις Bieber."
"Μπαααα", κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά. "Δεν μ'αρέσει ο Bieber. Ο Timberlake όμως κάτι κάνει." πρόσθεσα με ένα πονηρό χαμογελάκι στο τέλος.
Η Νάγια στριφογύρισε τα μάτια της και αναστέναξε παραδομένη.
"Τι να πω, αφού τόσο τον θες κράτα τον. Αν όμως έρθει κάνας συγγενής εσύ τον αναλαμβάνεις."
"Ό,τι πεις αφεντικό!" έκανα έναν στρατιωτικό χαιρετισμό και της έκλεισα το μάτι.
Έπειτα αφοσιώθηκα στον Τζάστιν.
ESTÁS LEYENDO
Moonlight🌙
Vampiros"Θάλεια είσαι διαφορετική. Δεν είσαι όπως όλος ο κόσμος. Είσαι προορισμένη να τον σώσεις." "Το μόνο πράγμα για το οποίο είμαι προορισμένη είναι να σε ξεχάσω Ρέιγκαν..." Ζώντας μία κατεστραμμένη ζωή, σε διαλυμένη οικογένεια, με κατακερματισμένο παρελ...