Κεφάλαιο 40

243 11 3
                                    

"Τι στην ευχή..." Η Νεφέλη είχε αποτυπώσει σε τρεις λέξεις όλα όσα ένιωσα το δευτερόλεπτο που διάβηκα το κατώφλι της κολάσεως.
Ρημαγμένα κτήρια και πέτρες πεσμένες παντού, ο μισός κρατήρας είχε υποστεί άσχημες κατολισθήσεις.
Λασπάνθρωποι έρχονταν κιόλας καταπάνω μας κι εμείς νιώθαμε πιο ευάλωτοι από ποτέ.
"Παιδιά πρέπει να τρέξουμε!" Φώναξε ο Κόλιν στο μπροστά μέρος τη παράταξης.
Αν δεν τρέχαμε δεν υπήρχε περίπτωση να φτάσουμε στον πυρήνα. Θα πεθαίναμε στην προσπάθεια.

Και αυτό ακριβώς κάναμε.
Τρέξαμε.
Πετσόκοβα ό,τι μπορούσα καθώς περνούσα ταχύτατα δίπλα από τα τέρατα που δεν είχαν το πλεονέκτημα της ταχύτητας.

Ο πυρήνας οφείλω να ομολογήσω ότι ήταν ό,τι πιο καυτό είχα νιώσει στη ζωή μου.
Και με το καυτό δεν εννοώ ωραίο. Εννοώ τέρμα ζεστό.
Μεμιάς πέταξα κάτω τη ζακέτα μου και βόγκηξα απ' τη ζέστη.
Και τότε άκουσα το ουρλιαχτό.

Στην αρχή δεν ήμουν σίγουρη τι ακριβώς συνέβαινε.
Όταν όμως η ομάδα παραμέρισε για να προστατέψει το πεσμένο μέλος από τις επιθέσεις, τότε μόνο μπόρεσα να δω την Ίσμαηλ να βρίσκεται γονατισμένη στο έδαφος, με το κεφάλι του Κόλιν στα χέρια της.
"Άγγιξε τον πυρήνα." Ψιθύρισε η Νεφέλη αποκρούοντας με τους δυνατούς της κυνόδοντες μια αιφνιδιαστική επίθεση.
Το σώμα του Κόλιν ήταν σχεδόν αποτεφρωμένο, μαύρο και χωρίς φανερά χαρακτηριστικά.
Εγκαύματα κάλυπταν όσα κομμάτια του δέρματός του είχαν μείνει σχετικά άθικτα και τα μαλλιά του ήταν καψαλισμένα και σχεδόν ανύπαρκτα.
"Όχι Κόλιν, όχι, σε παρακαλώ, όχι, όχι, όχιιιι..."
Οι κραυγές της Ίσμα πνίγηκαν από λυγμούς και κατάρες προς τους εχθρούς μας.
"Σ'αγαπώ, Κόλιν, μη φύγεις, μη με αφήνεις."
Έτρεξα δίπλα της και την ανάγκασα να με κοιτάξει.
"Έφυγε Ίσμα. Έγινε παρανάλωμα του πυρός. Σε αγαπούσε. Μην καταστραφείς για εκείνον, δεν θα το ήθελε. Εκεί ψηλά που είναι τώρα θέλει μόνο να πάρεις εκδίκηση για τον θάνατό του και να τον αγαπάς. Γι' αυτό σήκω και σώσε τον κόσμο για χάρη του."
Έγνεψε. Τι άλλο μπορούσε να κάνει εξάλλου.
Σηκώθηκε.
Δεν την είχα ξαναδεί έτσι. Τόσο...Τόσο κενή. Τόσο ήρεμα εξαγριωμένη.
"Θα μου το πληρώσετε!" Ούρλιαξε στα τέρατα. "Όλοι σας!"
Τα επόμενα λεπτά είναι ελαφρώς θολά στη μνήμη μου.
Το μόνο που θυμάμαι με βεβαιότητα είναι την Ίσμα να καίει το σύμπαν.
Με το ζόρι καλυφτήκαμε από την οργή της.
Σε λίγα δεύτερα είχε καθαρίσει τη γύρω περίμετρο και επιτίθονταν στους υπόλοιπους.
Εγώ βρήκα την ευκαιρία και πλησίασα τον πυρήνα.
Δεν έπρεπε να τον αγγίξω. Έπρεπε να βρω έναν τρόπο να τον καταστρέψω.
"Θάλεια! Πρόσεχε!" Η Νεφέλη με πέταξε στο πλάι πέφτοντας πάνω μου.
Η Ίσμαηλ κατέστρεφε τον πυρήνα. Ολομόναχη.
Είχε στρέψει την οργή της στο κέντρο εκείνης της σπηλιάς και γκρέμιζε το σύμπαν.
Ούρλιαζε κάτι ακατάληπτο αλλά ήξερα ότι είχε να κάνει με εκείνον.
Κομμάτια άρχισαν να πέφτουν από την μεγάλη πύρινη σφαίρα.
Το έδαφος σείστηκε.
Λάβα έτρεξε από το κέντρο του πυρήνα και οι λασπάνθρωποι που έρχονταν για ενισχύσεις άρχισαν να ουρλιάζουν από πόνο.
"Τους καταστρέφει." Ψιθύρισε ο Ίλας.
Πράγματι, οι εχθροί μας έλιωναν και απορροφούνταν από το σκληρό, πορώδες έδαφος.
Η Νάγια τινάχτηκε έγκαιρα και τράβηξε την Ίσμα πίσω μαζί της.
Την κάλυψε με το σώμα της καθώς κομμάτια πέτρας και λάβα τινάζονταν προς όλες τις κατευθύνσεις.
Την άκουσα να πνίγει ένα ουρλιαχτό καθώς ένα κομμάτι πετρώματος διαπερνούσε το πόδι της.
Άκουγα τις κραυγές των πλασμάτων και των φίλων μου να αναμειγνύονται και μπερδευόμουν όλο και περισσότερο.
Είχα κρυφτεί μαζί με τον Ίλας πίσω από έναν βράχο.
Δηλαδή είχαν τελειώσει όλα; Και οι 'νεκροί';
Αυτοί που είχαν αλλάξει σε λασπανθρώπους;
Πού ήταν αυτοί;

Moonlight🌙Où les histoires vivent. Découvrez maintenant