Νιώθω ήδη την κούραση να βαραίνει τα βλέφαρά μου. Ο σοφός μάγος μας είπε πώς ακριβώς να πάμε στον πυρήνα και η διαδρομή είναι δύσκολη και επίπονη. Η Νάγια και η Νεφέλη δεν φαίνονται κουρασμένες όμως εγώ και ο Ίλας είμαστε ψόφιοι. Οι τρεις οδηγοί μας μάς δείχνουν τον δρόμο και φαίνονται σίγουροι για τις κατευθύνσεις τις οποίες παίρνουν.
Σέρνω λίγο ακόμα τα πόδια μου πάνω στην ξηρή και άγονη έκταση της ερήμου και κοιτώ κάτω, προς το φαράγγι. Χιλιόμετρα μακριά μας και κάτω από τα πόδια μας κελαρύζει πόσιμο, καθαρό νερό όμως είναι πολύ μακριά για να μπορέσουμε να προμηθευτούμε λίγο. Έτσι κι αλλιώς στις προμήθειές μας κάνουμε κράτη οπότε δεν μπορούμε να πίνουμε ή να τρώμε όσο θέλουμε. Κυρίως το γεγονός ότι πρέπει να περιορίζομαι σε ένα μονάχα σακουλάκι αίματος την ημέρα, μιας και εδώ δεν υπάρχουν θηράματα για να κυνηγήσουμε, με σκοτώνει. Έχω συνηθίσει να πίνω τουλάχιστον το αντίστοιχο τριών σακουλιών με αίμα την ημέρα. Νιώθω την ενέργειά μου να πέφτει όλο και χαμηλότερα και σκοντάφτω σε μια σκονισμένη πέτρα που εξέχει από το έδαφος. Σωριάζομαι κάτω και βήχω για να διώξω τη σκόνη από τους πνεύμονές μου.
Η Ισμαήλ σπεύδει να με σηκώσει. Φαίνεται πως η ίδια έχει συνηθίσει τις κακοτοπιές γι' αυτό και αντέχει τόσο πολύ.
"Είσαι καλά;" ρωτάει γεμάτη αγωνία κι εγώ γνέφω θετικά, αν και αυτό δεν είναι πλήρως αληθές.
Με στήνει στα πόδια μου και με στηρίζει καθώς περπατάμε όλο και πιο βαθιά στην έρημο. Δεν θα κρύψω το γεγονός ότι φοβάμαι μη χαθούμε.
Αναπνέω από τη μύτη αλλά όχι πολύ μεγάλες ανάσες γιατί θα πνιγώ από την άμμο. Ελπίζω μονάχα να μην πιάσει κάνας δυνατός αέρας κι έχουμε αμμοθύελλα γιατί μετά άντε να συμμαζεύουμε τα κομμάτια της ομάδας.
Δεν μιλάμε πολύ, η ζέστη μας κάνει αντικοινωνικούς και η κούραση γκρινιάρηδες και ανυπόφορους.
Ο ιδρώτας συσσωρεύεται παντού, ακόμα και στα σημεία που ούτε καν φανταζόμουν ότι μπορούσα να ίδρωσω.
Κούραση, κούραση, κούραση, η μόνη λέξη που στριφογυρίζει σαν σβούρα στο μυαλό μου επί ώρες.
"Θα φτάσουμε." Ψιθυρίζει η Νεφέλη καθησυχαστικά στο αυτί μου κι εγώ τινάζομαι μέχρι να συνειδητοποιήσω ότι δεν απειλούμαι και να αρκεστώ στο να κουνήσω το κεφάλι μου και να συνεχίσω να προχωράω ίσια και σταθερά, όπως κάνω ήδη.
Αντέχεις Θάλεια, αντέχεις.Μας πήρε τρεις μέρες να διασχίσουμε την έρημο αλλά άξιζε τον κόπο μιας και πλέον πορευόμασταν κατά μήκος ενός τεράστιου δάσους με πυκνά φυλλώματα και περίεργα πλάσματα που έπαιζαν κρυφτό στους κορμούς τους.
Τα κοίταζα χαμογελώντας και τότε ένιωσα την παρουσία του Ίλας από πίσω μου. Οι άλλοι είχαν προχωρήσει πιο μπροστά οπότε εκείνος πέρασε ανενόχλητος τα χέρια του γύρω από τη μέση μου και με φίλησε απαλά στον λαιμό. Άφησα μια βαθιά ανάσα να μου ξεφύγει και σχεδόν ένιωσα το χαμόγελό του.
"Σ' άρεσε;" Η φωνή του αργή και νωχελική, με τσιτώνει χειρότερα από τα αγγίγματά του.
"Σκάσε" ψιθυρίζω μα έπειτα προσθέτω: "χαλάς τη στιγμή ηλίθιε."
Γελάει. Το γέλιο του είναι σαν να τρέχει νερό, τόσο δροσιστικό στις κουρασμένες μου αισθήσεις, τόσο απροσδιόριστο, τόσο...ελεύθερο.
Με γυρίζει μαλακά προς το μέρος του και με φιλάει αργά. Δεν μου αρέσει η γεύση των χειλιών του μα δεν δίνω σημασία και συνεχίζω να ανταποκρίνομαι. Περνά τα χέρια του πιο πάνω στην πλάτη μου και αρχίζει να χαϊδεύει τη ράχη μου με αργόσυρτες κυκλικές κινήσεις. Ρίχνω το κεφάλι μου πίσω και αφήνω τον λαιμό μου εκτεθειμένο σε 'κείνον.
"Άγρια σε βρίσκω." Μουρμουρίζει και μου δαγκώνει κτητικά το αυτί.
"Ρε αγόρι μου, απλά βούλωσέ το και κάνε με να περάσω καλά, οκει;"
Γνέφει συμφωνώντας και συνεχίζει να με εξερευνεί, χωρίς όμως να τολμά τίποτα θαρραλέο, φοβούμενος προφανώς τις αντιδράσεις μου.
"Δεν με ξέρει" σκέφτομαι. "Και ούτε κι εγώ τον ξέρω, γιατί το κάνουμε αυτό, τι συμβαίνει;"
Τραβιέμαι και του κάνω νόημα να προχωρήσουμε πίσω από τους άλλους. Κατσουφιάζει και με κοιτά σκυθρωπός αλλά με ακολουθεί χωρίς να σχολιάσει.
Ανασαίνω βαριά τον καθαρό αέρα του δάσους και δαγκώνω το κάτω χείλος μου. Πόσο ηλίθια είμαι;
Επειδή ο Ρέιγκαν με πλήγωσε πρέπει να πληγώσω κι εγώ τώρα τον Ίλας; Όμως δεν θέλω να απολογηθώ, απλά έκανα ό,τι σκεφτόμουν, ό,τι πίστευα σωστό.
Η Ίσμαηλ ήρθε δίπλα μου.
"Είσαι εντάξει;" Με ρώτησε όλο αγωνία. Διέκρινα μια σκιά να καλύπτει το σκούρο βλέμμα της.
"Τι παίζει με σένα και τον δαίμονα;"
Η ερώτηση ήρθε φυσικά στο στόμα μου και δεν πρόλαβα καν να τη φιλτράρω.
Με κοίταξε έκπληκτη για λίγο μα μπόρεσε να περιορίσει αισθητά το γούρλωμα των ματιών της.
"Εεε τον Κόλιν; Τίποτα μωρέ απλά φίλοι είμαστε."
"Ναι" μουρμούρισα. "Κι εγώ με τον Ρέιγκαν κολλητοί."
"Τι;"
"Τι;" Την κοίταξα κάνοντας την ανήξερη.
"Αχ ρε Θάλεια." Η φωνή της ένας απλός ψίθυρος. "Αρέσουμε ο ένας στον άλλον. Αλλά δεν πρόκειται να το παραδεχτούμε ποτέ."
"Μα γιατί; Είστε τέλειοι μαζί."
Γέλασε.
"Σ' ευχαριστώ. Αλλά δεν νομίζω να προχωρήσει. Είμαστε πολύ ντροπαλοί και απλά διστάζουμε."
"Είστε πολύ ηλίθιοι και απλά κλασομεντιάζετε. Ποτέ δεν ξέρεις πότε θα είναι η τελευταία σας ευκαιρία."
Κούνησε το κεφάλι.
"Ίσως και να 'χεις δίκιο. Όταν γυρίσουμε...όταν γυρισουμε θα του τα πω όλα."
"Έτσι μπράβο." Χαμογέλασα.
Αυτό που δεν ήξερα όμως ήταν ότι αυτή η ευκαιρία δεν θα ερχόταν ποτέ για την Ίσμαηλ. Γιατί ποτέ δεν θα μάθεις να ελέγχεις το αναπόφευκτο.-----------------------------------------------------------
Επέστρεψα μετά από έναν μήνα ναιιιιιι.
Συγγνώμη άργησα τόσο, το Λύκειο με έχει πάρει από κάτω και με βαράει ανελέητα. Εκτός των άλλων έχω τις προπονήσεις και την Κυριακή δίνω προφίσιενσι κι ο Θεός βοηθός.
Κάνω το καλύτερο που μπορώ να γράφω αλλά να ξέρετε τα κεφάλαια θα αργούν λίγο. Αλλά αυτή η ιστορία θα τελειώσει, γι' αυτό να 'στε σίγουροι.
Πολλά φιλιά❤
Βι🌺
YOU ARE READING
Moonlight🌙
Vampire"Θάλεια είσαι διαφορετική. Δεν είσαι όπως όλος ο κόσμος. Είσαι προορισμένη να τον σώσεις." "Το μόνο πράγμα για το οποίο είμαι προορισμένη είναι να σε ξεχάσω Ρέιγκαν..." Ζώντας μία κατεστραμμένη ζωή, σε διαλυμένη οικογένεια, με κατακερματισμένο παρελ...