6.Το τίποτα τελικά πονάει...

368 29 3
                                    

...που είσαι στο μυαλό μου;...

Τον κοιτάω λίγο ακόμα. Είναι τόσο όμορφος. Ακόμα και αυτήν την κακια συνήθεια την κάνει να φαίνεται τόσο ωραία. Σταματάω να τον κοιτάω και κάθομαι στον μικρό καναπέ που έχουμε στην βεράντα.
Ο χαρακτηριστικος ήχος μυνηματων ακούγεται από το κινητό μου. Μπαίνω στο δωμάτιο και παίρνω το κινητό μου στα χέρια. Ανοίγω το μυνημα και είναι από έναν άγνωστο αριθμό για μένα. Αλλά δεν άργησα να καταλάβω ποιος είναι.
Άγνωστος:
Κατεβα κάτω.

Εγω:όχι φύγε.

Αλεξης:
Κατεβα για λίγο.
Σε παρακαλώ.

Ο Αλέξης; Να παρακαλεί κάποιον; Βγαίνω στην βεράντα και τον κοιτάζω. Μου κάνει νόημα ότι με παρακαλεί. Ένταξη δεν χάνω κάτι να μάθω τι θέλει.
Βάζω ένα τζιν μόνο και παίρνω μια ζακέτα από πάνω, βάζω παπούτσια και βγαίνω από το δωμάτιο μου υσηχα για να μν ξυπνήσω και τους γονείς μου. Κλείνω την πόρτα υσηχα και πάω προς τον Αλέξη.
Με βλέπει και πετάει το τσιγάρο του κάτω.
Αλ:ευχαριστώ.
Α:τιποτα. Πεσμου λίγο γρήγορα τι θες γιατί πρέπει να φυγω. Λέω αδιάφορα.
Αλ:Ανέβα;
Α:όπα κάτσε τι ανεβα; πεσμου τι θες και με φωναξες.
Αλ:ελα θέλω να σε πάω κάπου.
Δεν λέω κάτι. Ανεβαίνω και ανεβαίνει και αυτός μετά από μένα.
Αλ:πάρτο. Μου λέει και μου δίνει το κράνος του.
Α:οχι εσύ δεν έχεις.
Αλ:δεν πειράζει. Εσύ το χρειάζεσαι.
Παίρνω το κράνος αφού δεν θα μπορούσα να του αλλάξω γνώμη. Το βάζω και τον πιάνω από την μέση. Είναι αρκετά συγχησμενος. Δεν ξέρω γιατί. Δεν αργεί όμως να χαλαρώσει. Χαλάρωσε με το άγγιγμα μου; Κάτι δεν πάει καλά εδω...

Τρέχει αρκετά γρήγορα αλλά δεν με ενοχλεί. Μου αρέσει η ταχύτητα. Πηγαίνει από έναν άγνωστο προορισμό για μένα. Φτάνουμε σε μια γειτονιά που είναι αρκετά έξω από το κέντρο.
Αλ:κατεβα. Μου λέει και κατεβαίνω βγάζοντας το κράνος.
Κατεβαίνει και αυτός και παίρνει το κράνος από τα χέρια μου αφήνοντας το στο τιμόνι.
Αλ:ελα μαζί μου. Μου λέει και μου πιάνει το χέρι. Τι γίνεται εδώ; Αλλά και εγώ το έδωσα και τον κράτησα και σφιχτά. Δεν είμαι καλά το ξέρω.
Α:που πάμε;
Αλ:θα δεις.
Ανεβαίνουμε κάτι σκαλιά κάτι βλακειες που είχε εκεί πέρα το μέρος και βγαίνουμε σε μια ταράτσα. Τι δουλειά έχουμε εδώ πέρα;
Α:γιατι με έφερες εδώ; Τι είναι εδώ περα;
Αλ:κάτσε. Είναι ένα μέρος που το ήξερα μόνο εγώ μέχρι μισή ώρα πριν. Ερχομαι όταν θέλω να ηρεμήσω.
Δεν λέω κάτι κοιτάω λίγο γύρω μου και μετά μπροστά μου. Η θέα είναι τόσο ωραία από εδώ!
Α:και εμένα γιατί με έφερες εδω;
Αλ:ήθελα να το ξέρεις. Μην πεις τίποτα άλλο απλά κάτσε. Κάτσε λίγο μαζί μου.
Δεν είπα κάτι. Δεν χρειάζονταν. Απλα τελικά...ο Αλέξης δεν είναι αυτό που φαίνεται. Είναι αλλιώς. Δεν ξέρω τι τον έφερε σε αυτήν την συμπεριφορά. Δεν ξέρω και αν θέλω να μάθω.
Τον νοιάζομαι. Αυτό δεν σημαίνει κάτι απλά...Θέλω να κάνουμε παρέα. Θέλω να με εμπιστεύεται.
Αλ:Ανδριάνα;
Α:ναι;
Αλ:μπορείς να με πάρεις μια αγκαλιά. Μια. Δεν θα σου ζητήσω τίποτα άλλο.
Α:εμ ναι..
Λέω και τον αγκαλιαζω. Τώρα δείχνει σαν ένα μικρό παιδί. Αβοηθητο. Έτσι είναι πιο ωραίος ο Αλέξης. Αλλά είμαι σίγουρη πως αύριο θα είναι ο μαλακας που είναι πάντα. Οπότε απόλαυσε το Ανδριάνα.
Αλ:σαγαπω γαμωτο! Λέει και με σφίγγει περισσότερο κοντά του. Αλλά τι είπε μόλις τώρα;
Α:Αλέξη τι λες; λέω χωρίς να απομακρυνθω.
Αλ:Σαγαπω γαμωτο σαγαπω Ανδριάνα. Λέει και με φιλάει για δεύτερη φορά αυτήν την φορά. Εγώ όμως τι κανω; κάθομαι; φευγω; Το μόνο που ξέρω είναι πως θέλω να σκεφτώ.
Α:Αλέξη...Λέω προσπαθώντας να τον απομακρύνω.
Αλ:σσςςς...Μην μιλάς. Λέει και συνεχίζει να με φιλάει. Βάζω τα χερια μου στον λαιμό του και ανταποδίδω.
Μετά σταματάμε και δύο για να πάρουμε μια ανάσα.
Α:Αλέξη θέλω να με πας σπίτι.
Αλ:θες να φύγεις σωστά;! Φύγε και εσύ! Φύγετε ολοι! Τι λέει; Γιατί έγινε έτσι τώρα; Μια χαρά ειμασταν έπριν.
Α:Ρε Αλέξη τι σε έπιασε και μου μιλάς έτσι τώρα;!
Δεν μου απαντάει με κοιτάει. Περνάει τα χέρια του στο κεφάλι του και με ξανακοιταει.
Αλ:ελα να σε πάω σπίτι.
Λέει πιο ήρεμα και προχωράει μπροστά αφήνοντας με μόνη μου πίσω. Τι διπολικος άνθρωπος! Την μια μου μιλάει γλυκά και ωραία και την άλλη θέλω να τον χτυπήσω. Πως με τρελενει ρε φιλε;!

I never forget you//Ποτέ δεν σε ξέχασα Dove le storie prendono vita. Scoprilo ora