0.3

1.8K 102 1
                                    

Η Αμπιγκέιλ είχε την πλάτη της γυρισμένη όταν εκείνος μπήκε στην κουζίνα. Έκοβε μερικά φρούτα για να φτιάξει ένα εκείνα τα σούπερ-υγιεινά smoothie που πάντα έκανε για πρωινό. Τα μαλλιά της ήταν πιασμένα σε μια χαλαρή αλογοουρά, μερικές μαύρες τρίχες να πέφτουν πάνω στο μέτωπό της. Φορούσε μια ανοιχτή καφέ πλεκτή ζακέτα και μαύρο παντελόνι, και πολύ ψηλά μαύρα τακούνια. Ήταν επιχειρηματίας μέχρι το κόκαλο. Και δεν θα γινόταν να είναι περισσότερο διαφορετική από το κορίτσι καθισμένο στο τραπέζι της κουζίνας, δίπλα της. Η Αδελαΐδα κρατούσε ένα μπολ με δημητριακά κοντά στο στόμα της, λαίμαργα καταπίνοντας το περιεχόμενό του. Τα μακριά της πόδια ήταν τραβηγμένα κάτω από το μεγάλο μαύρο μπλουζάκι της και τα ξανθά μαλλιά της κατέβαιναν την πλάτη της σαν υγρός χρυσός. Έμοιαζε τόσο νέα. Ακριβώς όπως το παιδί που ήταν.

Το βλέμμα της αθωότητας κράτησε τρία δευτερόλεπτα.

Μόλις άφησε το μπολ στο τραπέζι και σκούπισε το γάλα που λέρωνε το άνω χείλος της, κοίταξε πάνω και είδε τον Χάρι να στέκεται στην πόρτα.

"Κοίτα, ζει"χαμογέλασε πλάγια, και η Αμπιγκέιλ γύρισε να δει. 

"Α, είσαι ξύπνιος. Δεν ήθελα να σε σηκώσω, έμοιαζες τόσο γαλήνιος"η Αμπιγκέιλ είπε και χαμογέλασε. Εκείνος ήξερε πως έλεγε ψέματα· δεν τον είχε ξυπνήσει γιατί ήθελε να κοιμάται μέχρι να φύγουν απ'το σπίτι, αλλά ήταν ευγενικό εκ μέρους της που προσπάθησε να το καλύψει. "Δεν νομίζω πως έχεις γνωρίσει την κόρη μου την Αδελαΐδα."έδειξε το κορίτσι δίπλα της, και χαμογέλασε. Ω, ναι, είχαν γνωριστεί, αλλά ευχόταν στον Θεό η Αδελαΐδα να μην το ανέφερε. 

"Όχι δεν έχουμε γνωριστεί"είπε. Αποφάσισε να μη το αφήσει πάνω στην Αδελαΐδα να αποφασίσει αν η μάνα της έπρεπε να το μάθει. Μπορούσε να το νιώσει, παρά απλώς να το δει ότι εκείνη σήκωνε το φρύδι της. Γιατί δεν ήθελε εκείνος να μάθει η μητέρα της πως γνωρίστηκαν; Αν το σκεφτόταν, μπορούσε να καταλάβει γιατί. Αν η μητέρα της μάθαινε πως είχαν γνωριστεί στα μεσάνυχτα, ενώ εκείνος φορούσε μόνο το μποξεράκι του, θα γινόταν καχύποπτη. 

Η Αδελαΐδα σηκώθηκε από την καρέκλα της, ενημερώνοντας πως θα πάει να ντυθεί. Και για περίπου τέσσερα δευτερόλεπτα, όλα ήταν φυσιολογικά, αλλά μόλις έφτασε στην πόρτα που στεκόταν ο Χάρι, σταμάτησε. Θα μπορούσε να ορκιστεί πως ένιωσε τη γη να σταματά να γυρίζει όταν κοίταξε μέσα στα μπλε, μπλε μάτια της. Δεν γινόταν να είναι από αυτόν τον κόσμο, έπρεπε να έρχεται από κάποιο είδος Kάτω Κόσμου. Ένα μέρος στο οποίο χούλντρες* και γοργόνες παρασύρουν άντρες στον θάνατό τους, και αυτή τη στιγμή δεν ήταν σίγουρος αν τον πείραζε κάτι τέτοιο.

 (*note μεταφράστριας: Στην Σκανδιναβική λαϊκή παράδοση η Χούλντρα είναι ένα σαγηνευτικό πλάσμα του δάσους. Αν την δεις από μπροστά είναι μια εκπληκτικά όμορφη, συχνά γυμνή γυναίκα με μακρυά καστανοκόκκινα μαλλιά, αλλά αν τη δεις από πίσω είναι κούφια σαν τον κορμό γέρικου δέντρου.)

Αυτή η στιγμή δεν κράτησε πάνω από τρία δευτερόλεπτα, αλλά ένα μέρος των εαυτών τους έμεινε εκεί, απλώς να κοιτάνε ο ένας τον άλλο, για πάντα.

Τον προσπέρασε, το μικρό χέρι της απαλά άγγιξε χαμηλά την κοιλιά του, ένα ζεστό αεράκι στη χειμερινή χώρα των θαυμάτων που ήταν η ζωή του. Και μετά έφυγε, χάθηκε στις σκάλες και μετά πίσω από μια κλειστή πόρτα. Εκτός οπτικού πεδίου, αλλά σίγουρα όχι εκτός των σκέψεών του. 

"Επιτέλους."η Αμπιγκέιλ αναστέναξε. "Αυτό το κορίτσι πιάνει τόσο πολύ χώρο, νιώθω σαν ποτέ να μη μπορώ μα αναπνεύσω ελεύθερα όταν είναι εδώ". Τα λόγια της τον σόκαραν, το πώς μπορούσε να το πει αυτό για την ίδια της την κόρη, δεν υποτίθεται πως θα έπρεπε να την αγαπάει παραπάνω από την ίδια της ζωή; Έσμιξε τα φρύδια του και την κοίταξε περίεργα. 

"Ω, μη με κοιτάζεις έτσι. Την αγαπάω, αλλά μερικές φορές με εκνευρίζει."Γέλασε για να το ξεχάσουν και ακούμπησε στον πάγκο της κουζίνας. "Απλώς μην της πεις πως το πα."

Ένα πράγμα που ο Χάρι δεν θα καταλάβαινε ποτέ για αυτή τη γυναίκα, ήταν η επιθυμία της να φαίνεται σαν μια σκληρή βασίλισσα του πάγου χωρίς καθόλου συναισθήματα. 

"Έλα εδώ"άνοιξε τα χέρια της και αυτός περπάτησε μέσα τους, νιώθοντας τα χέρια της να χαϊδεύουν την πλάτη του καθώς την αγκάλιαζε. Υπήρχε κάτι ιδιαίτερο στο να αγκαλιάζει την Αμπιγκέιλ. Ήταν σαν να ήταν ταυτόχρονα σκληρή και μαλακή, σαν αν υπήρχε κάτι μέσα της που έβαζε τα δυνατά της για να προστατέψει. Γι' αυτό αγαπούσε να την αγκαλιάζει, ήταν η μόνη φορά που έπαιρνε μια ματιά από την μαλακή της πλευρά. Την πλευρά που κάποτε ήταν η μόνη της. Την μεριά που έδειχνε τόση εμπιστοσύνη ώστε να αφήσει ένα αγόρι να πάρει την παρθενιά της όταν ήταν μόνο δεκατριών χρονών. Και αυτή η μεριά είχε σχεδόν εξαφανιστεί εντελώς όταν έπρεπε να μεγαλώσει μόνη της ένα παιδί μόνο εννέα μήνες μετά από αυτό. 

Ήξερε την ιστορία. Ήξερε πόσο γενναία ήταν. Ήξερε γιατί ήταν όπως ήταν. Και αυτός ήταν ο λόγος που έμενε.

Τα χείλη της ήταν απαλά και σταθερά, κινούμενα σε παρόμοιο ρυθμό ταυτόχρονα με τα δικά του. Το να την φιλάει είχε γίνει ρουτίνα, σαν να κρεμάς το παλτό σου στον ίδιο καλόγερο κάθε μέρα, αλλά του άρεσε. Γιατί, όπως το να κρεμάς το παλτό σου είναι κάτι που κάνεις όταν είσαι σπίτι, το να τη φιλάει ήταν σαν να έρχεται σπίτι.

Την αγαπούσε; Ναι.

Ή τουλάχιστον ήλπιζε να το κάνει. 

Daddy Issues ||h.s.(Ελληνική Μετάφραση)Where stories live. Discover now