τριάντα εννιά

2.6K 352 97
                                    

Πυκνός καπνός από ψησταριές και έντονη μυρωδιά ξεροψημένου κρέατος που μαγειρεύεται αργά πάνω σε σχάρες γεμίζει τον βραδινό ουρανό του Άργους, που είναι καθαρός, χωρίς σημάδια επερχόμενης κακοκαιρίας.

Η Ραφαέλα προχωράει ανάμεσα σε όλον αυτόν τον κόσμο που έχει επισκεφτεί την κωμόπολη για το ετήσιο πανηγύρι κάποιου σημαντικού Αγίου ( του οποίου το όνομα η Ραφαέλα ξέχασε την ίδια στιγμή που το άκουσε ) και σκέφτεται πόσο τυχερή είναι που έφτασε στο μέρος την πιο κατάλληλη στιγμή!

Μασουλώντας τα μισοσπασμένα κρακεράκια που συλλέγουν τα χέρια της συνεχώς απ'τις τσέπες του τζιν σορτς της και κουνώντας το κεφάλι της στο ρυθμό της δυνατής παραδοσιακής μουσικής που αντηχεί παντού στο δρόμο, ακολουθεί την ουρά ανθρώπων μέσα στο παζάρι, ανάμεσα σε αμέτρητους, περίτεχνα στολισμένους πάγκους. Το βλέμμα της περιπλανιέται σε χιλιάδες διαφορετικά κοσμήματα, ασημικά και άλλα μπιχλιμπίδια, αλλά και σε ρούχα, εξωτικά υφάσματα και, φυσικά, μοσχομυριστό φαγητό.

Το στόμα της υγραίνεται κάθε φορά που προσπερνάει έναν πωλητή με ξυλάκια βουτηγμένα σε παχύ μαλλί της γριάς, ή μία από εκείνες τις ψησταριές με καλαμπόκια που περιτριγυρίζονται πάντα από κόσμο. Αλλά, οι τσέπες της περιέχουν μονάχα κράκερ και, κάτι της λέει ότι χρειάζεται λεφτά για να μπορέσει να φάει από έναν τέτοιο πάγκο ( οπότε, και τα κρακεράκια καλά είναι ).

Τα μάτια της παραμένουν ορθάνοιχτα και το σαγόνι της απέχει μονάχα εκατοστά απ'το να ακουμπήσει το πάτωμα στο θέαμα της γιορτινής ατμόσφαιρας γύρω της, των ενθουσιασμένων ανθρώπων και των παιδιών που τρέχουν με φόρα προς τους πάγκους με τα παιχνίδια. Τα πάντα μέσα στο 'πανηγύρι' της φαίνονται τόσο ζεστά, τόσο χαρμόσυνα, που σχεδόν ξεχνάει ότι βρίσκεται σε μία ξένη πόλη τελείως μόνη.

Δεν έχει βρεθεί ποτέ σε κάτι τέτοιο, σε κάτι τόσο διασκεδαστικό.

Ο μόνος λόγος για τον οποίο της επιτρεπόταν να βγει απ'το σπίτι της μέχρι τώρα ήταν για να περπατήσει με τη μητέρα της μέχρι τη μικρή βιοτεχνία στον απέναντι δρόμο, να δουλέψει για λίγο εκεί και, στο τέλος της ημέρας, να γυρίσει πίσω, απ'τον ίδιο, πάντα, δρόμο. Σπάνια την άφηνε ο πατριός της να πατήσει έξω απ'την πόρτα του σπιτιού όταν δεν υπήρχε ιδιαίτερα σημαντικός λόγος - ακόμα και όταν πήγαινε σχολείο, η αδελφή της είχε αυστηρές εντολές να την μεταφέρει μέχρι την πόρτα και να την παραλαμβάνει από εκεί στο σχόλασμα. Αυτός ήταν ένας απ'τους κυρίους λόγους που ποτέ δεν είχε την ευκαιρία να κάνει φίλους - εκτός της Μπέτης. Κανείς δεν ήθελε να κάνει παρέα με ένα κορίτσι που δεν είχε πάει ποτέ στο σινεμά...

Η Λάθος Κόκκινη Where stories live. Discover now