Είναι νωρίς το πρωί όταν τα μάτια του ανοίγουν από έναν ανήσυχο ύπνο. Ο Τζόνι βρίσκει την κοπέλα του κουλουριασμένη δίπλα του όταν ξυπνάει, κάτω απ'τα σκεπάσματα του μικρού κρεβατιού του που με δυσκολία τους χωράει και τους δύο. Η Μπέτυ είναι ήδη ξύπνια.Αφήνει μια ζεστή, ανήσυχη ανάσα μέσα απ'τα μικροσκοπικά, τρυπημένα ( η κοπέλα έχει piercings όπου είναι δυνατόν να μπει σκουλαρίκι ) ρουθούνια της, που πιέζονται ενάντια στο ευπρόσδεκτο στήθος του αγοριού της, μυρίζοντας το οικείο, απροσδιόριστο άρωμα του. Αλήθεια, δεν μυρίζει κάπως συγκεκριμένα. Μυρίζει απλά... Τζόνι. Και αυτό, τη στιγμή εκείνη, είναι παραπάνω από καθησυχαστικό για την Μπέτυ.
«Είσαι καλύτερα τώρα;» η τραχιά αλλά καλοπροαίρετη χροιά της φωνής του ακούγεται σιγανή, καθώς τα χείλη του βρίσκονται πάνω στο κεφάλι της, χαμένα ανάμεσα στους ακατάστατους τόνους κόκκινων βαμμένων μαλλιών που επιπλέουν παντού γύρω τους στο κρεβάτι του.
Ζούσε μόνος του εδώ και χρόνια, αλλά η μοναξιά έμοιαζε να χάνεται λιγάκι, και οι κρύοι, άδειοι τοίχοι ζεσταίνονταν ελάχιστα όταν η Μπέτυ βρισκόταν εκεί.
Η τελευταία, προτιμάει να βουλιάξει το πρόσωπό της ακόμα βαθύτερα στην καμπύλη του λαιμού του, παρά να απαντήσει στην ερώτησή του. «Μπέτυ.» ο Τζόνι επιμένει, ακόμα πιο μαλακά τώρα, περνώντας τα παγωμένα χέρια του μέσα απ'τα ταλαιπωρημένα μαλλιά της ( η τρίχα καίγεται όταν βαφτεί παραπάνω από πέντε φορές τον ίδιο μήνα ).«Μίλα μου, Μπέτυ.».
Η κοπέλα του αφήνει ένα σιγανό, απειροελάχιστο ήχο, χωρίς να κουνηθεί απ'την ξαπλωμένη θέση της ακριβώς από πάνω του. Κάτι λέει ‐ ή, μάλλον, προσπαθεί να πει, και η ανάσα της γαργαλάει το ευαίσθητο δέρμα του λαιμού του Τζόνι σε κάθε τρεμάμενη λέξη.
Το αγόρι της δεν καταλαβαίνει τα πάντα, αλλά μπορεί να ξεχωρίσει ένα πονεμένο "θέλω την αδελφή μου πίσω". Και, με αυτή την απλή πρόταση, οι παλάμες του αρχίζουν να ιδρώνουν ανεξέλεγκτα, η ανάσα του γίνεται, ξαφνικά, πιο κοφτή, και το στόμα του στεγνό, σαν να βρίσκεται χαμένος στην ξηρή έρημο για μήνες, χρόνια.
Η κοπέλα του ήρθε κλαμένη στο σπίτι του μερικές ώρες προτού ξημερώσει, σπαράζοντας για την αγαπημένη, μικρή αδελφή της που 'το έσκασε απ'το σπίτι' το προηγούμενο βράδυ. Και, τι άλλο μπορούσε να κάνει ο Τζόνι, απ'το να καταπιεί τις πικρές τύψεις που στέκονταν στην άκρη του λαιμού του και να τη διαβεβαιώσει ότι όλα θα πάνε καλά. Η Μπέτυ δεν ξέρει τίποτα για το σχέδιο του πατέρα της. Και, σύμφωνα με τον ίδιο, καλύτερα τα πράγματα να μείνουν έτσι για λίγο καιρό. Ο Τόνι δεν συμφωνεί με αυτό, αλλά δεν μπορεί να κάνει και κάτι άλλο. Ο Γιώργος Καραβάνας πάντα τον τρόμαζε όσο τίποτα, όσο κανείς άλλος.
ESTÁS LEYENDO
Η Λάθος Κόκκινη
Romance«Δεν εχει πλακα; Νιωθω σαν τη Μουλαν!» «Ναι, μονο που η Μουλαν δεν ντυθηκε σαν αγορι για να ξεφυγει απ'τη γαμημενη αστυνομια, ουτε την κυνηγουσε η Μαφια επειδη ο απαγωγεας της ληστεψε ολοκληρο τον τραπεζικο λογαριασμο τους και τωρα τρεχει μακρια μαζ...