Κεφάλαιο 7

256 23 6
                                    

Στριφογύρισε ανήσυχα στο κρεβάτι της για πολλοστή φορά. Ήταν ένα δύσκολο βράδυ, δεν καταλάβαινε γιατί ο ύπνος της είχε ταραχτεί τόσο πολύ... Πάλευε να κοιμηθεί ώρες τώρα. Θυμόταν που και που εκείνες τις στιγμές που η μητέρα της την έπαιρνε και την άφηνε απαλά στο κρεβάτι της και στη συνέχεια, καθόταν δίπλα στο κεφάλι της μέχρι να κοιμηθεί. Αυτό γινόταν μετά από κάποιο τρομακτικό όνειρο που έβλεπε. Σηκωνόταν στις μύτες, περπατούσε ήσυχα και αθόρυβα προς το δωμάτιο των γονιών της και έπειτα, στριμώχνονταν στην αγκαλιά της μαμάς της και τσουπ. Αμέσως την έπαιρνε ο ύπνος. Όμως, αυτό πλέον φάνταζε μία ωραία ανάμνηση, δεν μπορούσε να συμβεί. Πλέον, ζούσε μόνη της σε ένα άδειο μικρό, μα χουχουλιάρικο, διαμέρισμα, εδώ και πέντε χρόνια. 

Όσο περνούσε η ώρα και δυσκολευόταν να κοιμηθεί, τόσο πιο πολύ μετάνιωνε την απόφασή της να πάει στο Mainhattan, το προηγούμενο βράδυ. Ήθελε να πάει εκεί για να χαλαρώσει αλλά και να του δείξει ότι δεν τον υπολόγιζε πλέον, δεν την ενδιέφερε πλέον η ύπαρξη του. Ήθελε απλά να πάει, να φλερτάρει, να δεχτεί όλα τα ποτά που θα την κερνούσαν οι επίδοξοι γκόμενοι και στην συνέχεια να έφευγε από εκεί κυρία. Και το έκανε. Μπορεί στην αρχή να θόλωσε από ζήλια και θυμό, όταν τον είδε να πλησιάζει μία κοπέλα μικρότερης ηλικίας, πολύ μικρότερης ηλικίας, όμως δεν θα του έκανε την χάρη να του δείξει πόσο έξαλλη ήταν.

Άλλαξε και πάλι πλευρό συνειδητοποιώντας πως σήμερα θα συναντούσε, μετά από πολύ καιρό, την μητέρα της. Θα ερχόταν από το σπίτι, θα μιλούσαν και μετά είχε σκοπό να της προτείνει να μαγειρέψουν, να βάλουν μία καλή ταινία να δουν και ίσως κοιμόταν και σπίτι της. Χρόνια είχαν να έρθουν τόσο κοντά η μία στην άλλη. Ήθελε να αναπληρώσει τον χαμένο χρόνο. Ωστόσο, όλη αυτή η κατάσταση μόνο πανικό της προκαλούσε. Ήθελε απλά να κρυφτεί κάτω από τα σκεπάσματα, να μυρίσει αυτήν την υπέροχη μυρωδιά της λεβάντας και να αποκοιμηθεί. Τουλάχιστον αυτό θα γινόταν εξωτερικά, γιατί εσωτερικά... Ήθελε απλά να κρυφτεί από όλους και από όλα. Δεν άντεχε.

Έχωσε τα χέρια της κάτω από το μαξιλάρι και άφησε ένα μακρόσυρτο, σιγανό βογκητό. Το κεφάλι της πήγαινε να σπάσει. Ούτε που θυμόταν πόσο είχε πιει. Το σεντόνι κάτω από το μαξιλάρι ήταν υπερβολικά δροσερό. Ποτέ άλλοτε δεν ήταν τόσο δροσερό, πράγμα που την θορύβησε. Για μια στιγμή πήγε να νιώσει ασφαλής και τώρα...

Κάτι δεν πήγαινε καλά. Η μυρωδιά αυτή δεν θύμιζε σε καμία περίπτωση τα σεντόνια της με το άρωμα λεβάντας. Χρησιμοποιούσε το μαλακτικό πλύσης που συνήθιζε να χρησιμοποιεί και η μητέρα της, μα τώρα σε καμία περίπτωση δεν ήταν αυτό. Επομένως για ποιον λόγο τα σεντόνια της τώρα μύριζαν... Τριαντάφυλλο;

Σε μία στιγμή απελπισίας, άρχισε να παλεύει με το πάπλωμα και τα σεντόνια. Κράτησε κλειστά τα μάτια της στην προσπάθεια της να συγκεντρωθεί και να θυμηθεί τα χθεσινά γεγονότα με την σειρά που έγιναν. Είχε πάει στο γνωστό μαγαζί, είχε πιει, δεν ήρθε σε καμία επαφή μαζί του, αντιθέτως, φασώθηκε με έναν τυπά, είχε φλερτάρει με κάτι άλλους, αλλά μέχρι εκεί. Κανείς δεν την γύρισε σπίτι. Πήγε μόνη της μέχρι τον όροφο της, με χίλια ζόρια αφού ένιωθε κομμάτια, μπήκε μέσα στο διαμέρισμα της, ξεντύθηκε - με μεγάλο κόπο – και αφού έμεινε με τα εσώρουχα, έπεσε ξερή στο κρεβάτι. Αυτή ήταν η νύχτα που θυμόταν. Δεν γινόταν να κάνει κάποιο λάθος.

Όσο περνούσε η ώρα, τόσο πιο πολύ αισθανόταν την ανάσα της να βγαίνει με χίλια ζόρια. Δεν μπορούσε να καταλάβει τι συνέβαινε. Όλο αυτό φάνταζε πολύ γελοίο στα μάτια της, αλλά και πολύ τρομακτικό. Σιχτίριζε από μέσα της που δεν είχε την επιλογή να πάει να κοιμηθεί σε κάποια φίλη της. Έκανε μία προσπάθεια να πιάσει το κινητό της από το κομοδίνο της, εκεί που το είχε αφήσει το προηγούμενο βράδυ, αλλά τζάμπα κόπος. Κουνήθηκε λίγο πιο πάνω στο κρεβάτι και τέντωσε και πάλι το χέρι της, αλλά και πάλι τίποτα. Τεντώθηκε λίγο περισσότερο για να πιάσει το κινητό της. Το κομοδίνο δεν βρισκόταν πολύ μακριά από το κρεβάτι της. Τεντώθηκε πάλι, μα αυτή τη φορά, το χέρι της συγκρούστηκε με ένα κρύο, παγωμένο τούβλο. Πάγωσε για λίγο... Ο τοίχος της δεν ήταν τούβλη...

Σήκωσε αμέσως το κεφάλι της από το μαξιλάρι και άνοιξε απότομα τα μάτια της, πανικοβλημένη και ταυτόχρονα νευριασμένη. Μα το μόνο που μπόρεσε να κάνει, ήταν να σχηματίσει ένα Ο με το στόμα της. Δεν είχε φωνή, είχε χάσει αυτή τη δυνατότητα από το σοκ που υπέστη. Το στήθος της άρχισε να ανεβοκατεβαίνει με γρήγορο ρυθμό. Πλέον δεν μπορούσε να ελέγξει την πανικοβλημένη ανάσα της. Η Ναταλία είχε πέσει για ύπνο στο ζεστό κρεβατάκι της, στο σπίτι της και είχε ξυπνήσει σε ένα άθλιο κρεβάτι, σε ένα δωμάτιο.

WhatTheWaterGiveMe

All This LoveTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang