Κεφάλαιο 1

551 35 33
                                    

Αλέξανδρος

Περπατάω με επιβλητικό και σταθερό βήμα στον διάδρομο.

Από μικρός όταν έβλεπα τον πατέρα μου να γυρνάει από την δουλειά με το κουστούμι του, πάντα έδινα υπόσχεση στον εαυτό μου να γίνω σαν και αυτόν. Να ακολουθήσω τα χνάρια του.

Ποτέ δεν μας πίεσε με τον αδερφό μου για τίποτα. Ούτε αυτός ούτε η μαμά. Πάντα ήθελαν να είμαστε ελεύθεροι, να παίρνουμε τις αποφάσεις που εμείς θέλουμε. Είτε είναι σωστές είτε λάθος. Άλλωστε, κανείς δεν μπορεί να καθορίσει τί είναι σωστό και τί λάθος.

Όταν πήρα την απόφαση να μπω στο σώμα, το έκανα με όλη την καρδιά μου. Μόλις μπήκα, ο πατέρας με τον αδερφό μου, μού έλεγαν ότι καλύτερη απόφαση από το να μπω στο σώμα δεν θα υπήρχε. Πιστεύουν σε εμένα και εγώ με την σειρά μου πιστεύω πως είμαι άξιος και ικανός για να φοράω αυτή τη στολή. Πλέον δεν είμαι απλός πολίτης, πλέον προστατεύω τους πολίτες!

Είναι καθήκον μου.

Είναι το όνειρό μου.

«Καλημέρα Άλεξ.» ο Ιάσονας.

Αμέσως μετά τον μπαμπά, ήρθε και με αγκάλιασε στην τελετή ορκωμοσίας. Μόνο με την οικογένειά μου είμαι τόσο εκδηλωτικός. Μόνο. Είναι οι άνθρωποί μου. Είναι αυτοί, που αμέσως μετά από εμένα, πίστεψαν σε εμένα.

«Καλημέρα αδερφέ. Ο μπαμπάς;»

«Μέσα στο γραφείο του, σε περιμένει πως και πως.» μου είπε με ένα γελάκι.

Αμέσως κατευθύνομαι προς την αίθουσα που με περιμένει ο πατέρας. Ήταν ιδιαίτερα συγκινημένος όταν του ανακοίνωσα όταν θα γυρίσω Αθήνα.

Παρ' ότι ήταν ο άνθρωπος που με ώθησε στο να φύγω για δουλειά στο εξωτερικό, στην Αμερική, εγώ ποτέ δεν θέλησα να φύγω. Είχα και τους λόγους μου άλλωστε...

Φτάνοντας στην πόρτα διαβάζω την πλακέτα που βρίσκεται πάνω της. Φίλιππος Λύτρας - Διοικητής.

Μειδιάζω.

Χτυπάω πόρτα.

Ανοίγω.

«Ήρθες» δεν είναι ερώτηση. Είναι συνειδητοποίηση.

Φαίνεται ανακουφισμένος.

Κοίτα σύμπτωση...Και εγώ ανακούφιση αισθάνομαι.

Αμέσως πηγαίνω στην αγκαλιά του. Με αγκαλιάζει λες και φοβάται μην ξαναφύγω.

Απομακρυνόμαστε λίγο και κοιταζόμαστε στα μάτια. Τον καρφώνω στα μαύρα μάτια του και με καρφώνει στα λαδί δικά μου.

«Ήρθα» του χαμογελάω «για να μείνω» του κλείνω το μάτι.

Κατευθείαν ξεκινάει να γελάει. Μου είχε λείψει αυτό.

«Πήγες στο σπίτι;» με ρωτάει.

«Θα πάω μετά.»

«Της έχεις λείψει Αλέξανδρε» το ξέρω. 4 χρόνια έλειπα.

Και εμένα μου έχει λείψει.

«Ξέρει ότι γύρισα;»

«Όχι. Είναι σε αναμμένα κάρβουνα εδώ και μέρες» μου απαντάει με ένα γέλιο «Δεν υποφέρεται γιε μου. Δεν της φτάνει μόνο ο Ιάσονας» σειρά μου να γελάσω.

«Θα έρθω το βράδυ, στο τραπέζι.»

«Μόνος;» με ρωτάει ευθύς αμέσως.

«Πατέρα...»

«Καλά καλά. Σταματάω. Όταν είναι να έρθει, θα έρθει.» η ίδια καραμέλα. Επειδή ο Ιάσονας σοβαρεύτηκε σημαίνει ότι και εγώ πρέπει να κάνω το ίδιο...

«Λοιπόν; Που θα είναι το γραφείο μου;» αλλάζω θέμα συζήτησης.

«Η πόρτα δίπλα στο γραφείο του Ιάσονα.» μου λέει ενώ τον ακολουθώ «Αλλά γενικά απ' ότι μου λέει και η Μαρίνα» μου δείχνει την κοπέλα έξω από το γραφείο μου «είναι σχετικά ήρεμη μέρα σήμερα.»

Κοιτάζω την Μαρίνα.

Έχω μέρες να κάνω σεξ.


Χαιρετάω τον όμορφο κόσμο του wattpad. Η συγγραφή μιας ιστορίας φάνταζε ξένη και μακρινή για εμένα, αλλά βρε παιδιά δείξτε κατανόηση!

WhatTheWaterGiveMe

All This LoveTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang