Στις έξι πάρα πέντε παρκάρω έξω από έναν πολύ γνωστό οίκο της Νέας Υόρκης παίρνω την τσάντα μου και βγαίνω από το αμάξι κλειδώνοντάς το. Φοράω ένα χαμόγελο στο πρόσωπό μου και προχωράω προς την είσοδο. Δεν είχα διάθεση να έρθω ειδικά όσο σκέφτομαι πως η αναφορά μου βρίσκετε αυτή την στιγμή στα χέρια του Άλεξ ίσως θα έπρεπε να την είχα μελετήσει κι' άλλο αλλά, του πατέρας μου του είχε αρέσει δεν ξέρω πως θα είναι ο Άλεξ σαν διευθυντής αλλά ελπίζω πως δεν θα επηρεάσει τα επαγγελματικά μας ότι συμβαίνει μεταξύ μας αν και μπορώ να συμβαίνει μόνο στο δικό μου μυαλό καθώς ο Άλεξ και μέλλον διευθυντής μου δεν μου δίνει καν σημασία πλέον.
Μπαίνω μέσα στο οίκο μόδας και μένω με το στόμα ανοιχτώ. Υπάρχουν παντού επώνυμες μάρκες με ρούχα, τσάντες, παπούτσια αλλά και αξεσουάρ. Βλέπω την μητέρα μου να κάθετε σε έναν καναπέ ενώ συζητάει με κάποια γυναίκα <<Μαμά>> λέω καθώς τις πλησιάζω <<Άννα ήρθες επιτέλους>> λέει η μητέρα μου και σηκώνετε από το καναπέ μαζί με την άλλη γυναίκα <<Από εδώ να σου συστήσω την Αλεξάνδρα είναι υπεύθυνη του οίκου από εδώ η κόρη μου>> λέει καθώς μας συστήνει απλώνω το χέρι μου και την χαιρετάω <<χαίρομαι πολύ που σε γνωρίζω Άννα παρακαλώ κάθισε>> λέει καθώς κάθετε πάλι δίπλα στην μητέρα μου ενώ εγώ κάθομαι σε μια πολυθρόνα απέναντι τους. Η Αλεξάνδρα πρέπει να είναι γύρω στα 45 με 50 το πολύ είναι γλυκιά και πολύ ευγενική με ένα χαμόγελο ζωγραφισμένο στα χείλη της όπως πρέπει να είναι δηλαδή κάποια η οποία εργάζεται σε έναν τέτοιο χώρο. Άραγε σκέφτομαι το χαμόγελό της να είναι αυθεντικό ή είναι το επαγγελματικό χαμόγελο σαν και αυτό που έχω εγώ αυτή την στιγμή στα χείλη μου αν και δεν νομίζω ή Αλεξάνδρα να πηδιόταν πριν έναν μήνα περίπου με το μελλοντικό της αφεντικό και τώρα να μην ξέρει πως να διαχειριστεί την κατάσταση.
<<Λοιπόν Άννα πες μου τι θα ήθελες να φορέσεις εκείνη την ημέρα;>> με ρωτάει γλυκά στρέφοντας την προσοχή της σε εμένα <<Δεν ξέρω ακριβώς σίγουρα όχι κάτι σκούρο θα ήθελα κάτι σε ανοιχτώ χρώμα>> της λέω <<Ωραία τι λέτε να ξεκινήσουμε Άντζελα>> φωνάζει και μια κοπέλα που ήταν στο γραφείο μας πλησιάζει <<Φέρε στις κυρίες να πιούνε κάτι και βοήθησέ με να φέρουμε κάποια φορέματα>> της λέει γλυκά και σηκώνετε πηγαίνοντας προς το εσωτερικό του χώρου η Άντζελα μας φέρνει έναν δίσκο με δυο ποτήρια πάνω του τα οποία περιείχαν σαμπάνια, τα ακουμπάει απαλά στο τραπεζάκι και πηγαίνει και αυτή προς το χώρο που πήγε η Αλεξάνδρα πριν. <<Άννα χαίρομαι πολύ που δέχτηκες να έρθουμε μαζί για ψώνια>> λέει η μητέρα μου <<Και εγώ μαμά θεωρώ σημαντική την γνώμη σου>> της λέω χαμογελαστά <<Άννα είσαι καλά σε βλέπω κάπως>> λέει καθώς με παρατηρεί εξονυχιστικά <<Μια χαρά απλά όσο πλησιάζουν οι μέρες που θα φύγει ο μπαμπάς θέλει όλα να είναι στην εντέλεια και έχουμε πολύ δουλειά>> της λέω κάπως σφιγμένα το οποίο όντως ισχύει <<Μην ανησυχείς αγάπη μου είσαι πολύ καλή σε αυτό που κάνεις και ο Άλεξ απ' ότι μου είπε ο πατέρας σου που θα αναλάβει είναι εξαιρετικός στην δουλειά του και ωραίο παιδί>> λέει υπογραμμίζοντάς τις τελευταίες λέξεις. Όχι και εσύ μαμά ήμαρτον και που να ήξερες δηλαδή πως δεν χρειάζεται να μου τον προξενέψεις, έχω ήδη πιαστεί στα δίχτυα του και είτε θα γλυτώσω είτε θα πάω στον πάτο της θάλασσας.
KAMU SEDANG MEMBACA
Σκοτεινή επιθυμία
RomansaΗ Άννα Σουάν είναι μια εικοσιεπτάχρονη πετυχημένη διευθυντήρια μάρκετινγκ στην εταιρία του πατέρα της, στην ίδια που δουλεύει και ο Αλεξάντερ Άντριου ένας σέξι πετυχημένος στην δουλεία του άντρας, που στα τριάντα του χρόνια έχει κτίσει μια επιτυχημ...