Εάν είχα καθρέπτη μπροστά μου σίγουρα το πρόσωπό μου θα ήταν τόσο παραμορφωμένο από τον τρόμο και την έκπληξη που θα ήταν αγνώριστο. Ένας άνδρας, τεραστίων διαστάσεων, στεκόταν μπροστά μου, στην μέση του σπιτιού μου κοιτάζοντάς με άγρια. "Τι στο διάβολο..." κατάφερα να ψελλίσω μετά το αρχικό σοκ. "Τι στα κομμάτια κάνεις εδώ;" φώναξε ο γίγαντας και η φωνή του με έκανε να ανατριχιάσω. Σηκώθηκα από το στρώμα, μα δεν είχε διαφορά... πάλι σαν μυρμήγκι ένιωθα μπροστά του. "Λέγε!" ούρλιαξε πάλι και αναπήδησα. "Εδώ μένω!" είπα καρφώνοντας το βλέμμα μου στο δικό του και ψήλωσα μερικούς πόντους με το θάρρος μου. Εκείνος γύρισε το κεφάλι του και κοίταξε εξεταστικά τον χώρο μου, μα γρήγορα η ματιά του κόλλησε πάλι άγρια πάνω μου "πόσο καιρό μένεις εδώ;" με ρώτησε ανασηκώνοντας το φρύδι. "Αρκετό για να ξέρω τι γίνεται κάθε βράδυ στο ισόγειο" του είπα ξερά και τον είδα να χλωμιάζει στιγμιαία. Μπίνγκο! Τώρα... ή θα με σκότωνε και θα πετούσε το πτώμα μου στα σκουπίδια ή θα με άφηνε στην ησυχία μου.
Τον είδα να σηκώνει το χέρι και να τρίβει απαλά το μέτωπό του, κοιτάζοντάς με από πάνω μέχρι κάτω. Μην κάνεις όρεξη πήγα να του πω αλλά με σταμάτησε η φωνή του. "Μην τολμήσεις να ανοίξεις το στόμα σου, γιατί..." "όσο μείνει το δικό σου στόμα κλειστό, θα μείνει και το δικό μου" τον διέκοψα, δεν θα μου έπαιρνε αυτός τον αέρα, κι ας ήξερα ότι με ένα χαστούκι θα με άφηνε λιπόθυμη. Τον είδα να παίρνει βαθιά ανάσα και να τείνει το χέρι του προς την μεριά μου. Σάστισα για μερικά δευτερόλεπτα, μα γρήγορα τα χέρια μας ενώθηκαν. "Συγνώμη για την πόρτα... θα στην φτιάξω" είπε απολογητικά ο γίγαντας κοιτώντας τα χάλια της. "Να μου την φτιάξεις" του είπα απότομα βλέποντάς την κατεστραμμένη. Δεν υπήρχε περίπτωση να μπορέσω να την φτιάξω μόνη μου, άλλωστε υπεύθυνος ήταν εκείνος. Κούνησε το κεφάλι καταφατικά, και έβαλε τα χέρια στις τσέπες της φόρμας του. Κοίταξε και πάλι τριγύρω "εδώ μένεις;" με ρώτησε κάνοντας με να στριφογυρίσω τα μάτια. "Πόσο χρονών είσαι;" ήταν η επόμενη κρίσιμη ερώτηση και ήθελα πραγματικά να τον χτυπήσω! "Αρκετά μεγάλη ώστε να μένω μόνη μου... μην ανησυχείς" του είπα ειρωνικά μα μάλλον δεν το κατάλαβε γιατί μου γύρισε την πλάτη και στάθηκε μπροστά στην τζαμαρία μου. Έσμιξα τα μάτια και τον σκάναρα από πίσω. Ψηλός... βασικά δεν το λες ψηλό, τον λες απλά γίγαντα για να είσαι μέσα. "Πως σε λένε;" με ρώτησε απότομα γυρνώντας σε μένα και με έπιασε στα πράσα να τον κοιτώ. "Λιβ" του είπα και ξαφνικά μια αμήχανη στιγμή απλώθηκε ανάμεσά μας. "Άλεξ" είπε απλά απλώνοντας και πάλι το χέρι του σε μένα. "Είσαι ο υπεύθυνος κάτω;" τον ρώτησα κάνοντάς του νόημα να καθίσει σε μια από τις δύο καρέκλες μου, κι ας μην ήμουν σίγουρη εάν θα άντεχε το βάρος του. "Ναι" αποκρίθηκε κοφτά "ήρθα σήμερα νωρίτερα για να βάλω καινούριους σάκους, και άκουσα το σφύριγμά σου" σχολίασε και συνέχισε "δεν είχα ιδέα ότι έμενε κάποιος εδώ" είπε σχεδόν ενοχλημένος. Εγώ απλά κούνησα το κεφάλι μου κι έμεινα σιωπηλή. "Κατεβαίνω μετά που φεύγετε και κάνω εξάσκηση στους σάκους σου" είπα ξαφνικά μετά την σιωπή μας. Με κοίταξε...ανασήκωσε ελαφρά το φρύδι... και ήταν η σειρά του να κουνήσει το κεφάλι. "Επίσης κλέβω ρεύμα από την γεννήτριά σου" είπα και παραλίγο τα μάτια του να πεταχτούν έξω. "Στο λέω απλά να το ξέρεις!" τον πρόλαβα και είδα το ύφος του να μαλακώνει. Δεν ξέρω τι είδε αλλά ξαφνικά ξέσπασε σε γέλια, τρανταχτά παρασέρνοντας κι εμένα πολύ γρήγορα.