κεφάλαιο 18

4.7K 596 15
                                    

Τους είδα μπροστά μου και πάγωσα στην θέση μου. Δυο φουσκωτοί και ένας μεγαλύτερης ηλικίας στην μέση. Τι στο διάβολο... αναρωτήθηκα σιωπηλά, μα αμέσως μου ήρθαν στο μυαλό τα λόγια του Λούκας... Κρύος ιδρώτας κύλησε στο μέτωπό μου και έκανα ένα βήμα πίσω. "Μην κάνεις καμιά χαζομάρα Λιβ" είπε ο μεγαλύτερος της παρέας προχωρώντας λίγα βήματα μπροστά. Ήξερε το όνομά μου... την είχα άσχημα... είχε ψάξει αρκετά για μένα. "Μας έστειλε ο Νικ... Θα μας δώσεις αυτό που θέλει, και μετά είσαι ελεύθερη κορίτσι μου" τον άκουσα να λέει και έσμιξα τα μάτια μου. Τι λέει γαμώτο... Τον έστειλε ο Νικ; "Τι θέλει ο Νικ;" ρώτησα δυνατά κι ένα στραβό χαμόγελο απλώθηκε στο πρόσωπό του. "Ξέρεις τι θέλει... Μην το ζορίζουμε... Δως μας αυτό που του πήρες και μετά σου είπα είσαι ελεύθερη να συνεχίσεις την ζωή σου" απάντησε μα ήμουν σίγουρη ότι στην ζώνη του είχε ένα καλογυαλισμένο όπλο, το οποίο δεν θα δίσταζε να χρησιμοποιήσει. Ήμουν σίγουρη ότι δεν τον είχε στείλει ο Νικ... όπως ήμουν σίγουρη ότι θα ήμουν νεκρή μόλις του το έδινα.

Το βλέμμα μου ήταν καρφωμένο πάνω τους, σταθερό και έντονο, μα ο φόβος που ένιωθα εκείνη την στιγμή με έπνιγε σαν θηλιά στο λαιμό. "Λιβ..." έκανε εκείνος προειδοποιητικά κάνοντας άλλο ένα βήμα μπροστά. "Οκ.. οκ..." είπα προσπαθώντας να κερδίσω λίγο χρόνο. "Θα στο δώσω.. θα στο δώσω..." του είπα και έβαλα το χέρι στην τσέπη του μπουφάν μου βγάζοντας το πορτοφόλι έξω. Το μυαλό μου έψαχνε για μια διέξοδο... έναν τρόπο να ξεφύγω από τους άνδρες μπροστά μου. Τα μάτια του τύπου έπεσαν στο χέρι μου... και καρφώθηκαν στο πορτοφόλι. Πήρα μια βαθιά ανάσα... και το πέταξα με όλη μου την δύναμη. Δεν έμεινα να δω που προσγειώθηκε... γύρισα την πλάτη μου και τρέχοντας κατευθύνθηκα προς την βεράντα. Το μόνο που μου ήρθε στο μυαλό ήταν οι σκάλες κινδύνου που βρισκόταν στα αριστερά της εισόδου που είχα κρύψει το πολύπαθο πορτοφόλι. Άκουγα πίσω τις φωνές και τις απειλές τους, και έδιναν φτερά στα πόδια μου. Στάθηκα πάνω από την έξοδο κινδύνου και τα μάτια μου άνοιξαν από την έκπληξη με τα χάλια της. Τα σκαλιά σκουριασμένα, και σε πολλά σημεία, έλειπαν ολόκληρα κομμάτια. 'Σκατά' μονολόγησα, μα δεν είχα επιλογή, ειδικά όταν άκουσα την παλιά σιδερένια πόρτα να ανοίγει πίσω μου. Με μια κίνηση, πάτησα στα σκαλιά, προσπαθώντας να μην αφήνω το βάρος μου πάνω τους. Κατέβαινα με φόρα όταν κοίταξα ψηλά και είδα τον έναν από τους φουσκωτούς να κατεβαίνει αγνοώντας την κακή κατάσταση της σκάλας. Γαμώτο σκέφτηκα σιωπηλά... με το βάρος του, εύκολα θα την διέλυε και θα μας σκότωνε και τους δύο εαν πέφταμε από τέτοιο ύψος.

Στο δρόμοTahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon