Απόλαυσα το φιλί του όσο τίποτα άλλο και ντρεπόμουν πολύ γιαυτό... ντρεπόμουν και θύμωνα... Θύμωνα γιατί πίστευα οτι το έκανε για να με χειραγωγήσει... για να πάρει αυτό που ήθελε... Η καρδιά μου όμως χτυπούσε δυνατά και το κορμί μου με πρόδιδε κάθε φορά που βρισκόταν κοντά μου, μα δεν είχα επιλογή. Τον έσπρωξα απαλά και η απογοήτευση φώλιασε στο βλέμμα του. "Ξεκουράσου μωρό μου... έχουμε καιρό για όλα τώρα..." μου είπε χαμογελώντας στραβά. Τι στο καλό εννοούσε;
"Νικ... θέλω τα ρούχα μου... που είναι;" τον ρώτησα ξαφνικά γιατί με έτρωγε να βάλω το δισκάκι σε κάποιο ασφαλές σημείο. "Τα έχει τακτοποιήσει η οικονόμος Άννα, μην σε ανησυχεί αυτό..." είπε κοφτά και η ανησυχία ρίζωσε μέσα μου. Πέρασε το χέρι του από το μάγουλό μου, και αφού με φίλησε στο μέτωπο σηκώθηκε. Προχώρησε μέχρι την πόρτα μου και μου έριξε μια γρήγορη ματιά πριν την κλείσει πίσω του.
Έμεινα μόνη στο δωμάτιο χαμένη στις σκέψεις μου... Βασικά το μόνο πράγμα που κυριαρχούσε στο μυαλό μου ήταν το φιλί του... το βλέμμα του και το δισκάκι. Με μπέρδευε.. με μπέρδευε όσο τίποτα η συμπεριφορά του... Γαμώτο.. και το δισκάκι τώρα που να είναι; Ανασηκώθηκα κοιτάζοντας γύρω μου τον χώρο μα δεν το έβλεπα πουθενά... Ήθελα να σηκωθώ, μα δεν εμπιστευόμουν ακόμα τα πόδια μου και έμεινα στο κρεβάτι..
Σχεδόν τέσσερις μέρες έμεινα ξαπλωμένη. Ο Νικ δεν πήγαινε στην δουλειά, καθόταν σπίτι να με προσέχει, κάνοντας την ζωή μου ανυπόφορη! Δεν με άφηνε να πάω πουθενά μόνη μου, και ακόμα και το φαγητό μου το έφερνε σε δίσκο στο δωμάτιό μου. Η Μάρα με τον Ίθαν με επισκέφτηκαν δύο φορές αλλά ντρεπόμουν τόσο πολύ να την αντικρίσω μετά απο αυτό που έγινε. Πραγματικά ήλπιζα να μην πλήρωνε τον θυμό του Νικ. "Λυπάμαι..." της είπα μια μέρα μα έδειχνε να μην καταλαβαίνει το λόγο που ζητούσα συγνώμη. Χαμογέλασε αχνά "μην στενοχωριέσαι... εγώ λυπάμαι που έγιναν όλα ... όπως έγιναν..." είπε διστακτικά μα μόλις είδε το ύφος μου άλλαξε βιαστικά κουβέντα. "Ο Νικ πήγε να τρελαθεί... Τον πήρα τηλέφωνο λέγοντάς του οτι δεν ήρθες στο ραντεβού, και βγήκε αμέσως στους δρόμους να σε ψάχνει..." μου είπε μα εγώ την κοίταξα με δυσπιστία. "Άννα.... κόντεψε να τρελαθεί... δεν τον έχω ξαναδεί έτσι... και με τρόμαξε το πόσο πολύ νοιάζεται για σένα... πόσο πολύ σ' αγαπάει..." συνέχισε και το κεφάλι μου άρχισε να γυρίζει... Δεν ήθελα να τα ακούω αυτά... δεν ήθελα... ήμουν κοντά στο να τα πιστέψω... ήμουν κοντά γιατί ήθελα... είχα ανάγκη να τα πιστέψω... Έκλεισα τα μάτια και ακούμπησα το κεφάλι μου στο μαξιλάρι. Η πόρτα άνοιξε και πρόλαβα να δω την ανήσυχη ματιά της Μάρας προς τον Νικ. Τι σκατά τρέχει... τι γίνεται; Ήθελα απαντήσεις... ήθελα απαντήσεις... Από πίσω πρόβαλε ο Ίθαν, ο οποίος στάθηκε δίπλα στην γυναίκα του βάζοντάς την στην αγκαλιά του. Φαινόταν να την αγαπάει αληθινά... όμως... τι στο καλό είναι όλες αυτές οι ματιές μεταξύ τους;