Η καλή μέρα λένε φαίνεται από το πρωί. Για μένα δεν ήταν. Τα κόκαλά μου με έχουν πεθάνει και το στομάχι μου διαμαρτύρεται εδώ και ώρες. Σίγουρα κάποιο κρυολόγημα με γυροφέρνει μαζί με την πείνα... Ο Χειμώνας αυτή τη χρονιά φαίνεται ατελείωτος. Τα χιόνια ακόμα να λιώσουν, και ώρες ώρες μου φαίνεται ότι πιο πολύ κρύο κάνει μέσα στο σπίτι μου παρά έξω. Σήμερα πρέπει οπωσδήποτε να βγω, παρά το τσουχτερό κρύο. Σηκώθηκα με κόπο, ντύθηκα φορώντας ένα χοντρό πουλόβερ, τζιν, μπότες και από πάνω το ένα και μοναδικό μου χοντρό μπουφάν.
Βγήκα στους δρόμους την ώρα που η κίνηση βρισκόταν στο αποκορύφωμά της. Ο κόσμος περπατούσε βιαστικά, σκυμμένο κεφάλι, ανάσες που αχνοφαίνονταν στην παγωνιά της μέρας. Τα μάτια μου τα είχα ορθάνοιχτα για να βρω το πρώτο μου θύμα. Αυτόν που έμελε εκείνη τη μέρα να γίνει ο εφιάλτης μου.
Περπατούσα έξω από το Εμπαιρ Στειτ Μπίλντιγκ, και ο κόσμος μου προκαλούσε αφόρητο πονοκέφαλο. Μπήκα στην πρώτη καφετέρια και πήρα ένα ζεστό τσάι, κι ένα κρουασάν. Τα χέρια μου... τα σωθικά ζεστάθηκαν, και σχεδόν αμέσως ένιωσα λίγο καλύτερα. Καταβρόχθισα το κρουασάν και το στομάχι μου ηρέμησε για λίγο. Χρήματα άλλα δεν είχα, οπότε η ανάγκη μου να βρεθεί το επόμενό μου θύμα ήταν μεγάλη. Βγαίνοντας από το μαγαζί λίγα λεπτά αργότερα, τα μάτια μου έπεσαν σε έναν άνδρα που μόλις είχε βγει από μεγαλοπρεπέστατο κτίριο απέναντί μου. Κατέβασα αμέσως το βλέμμα μου και σήκωσα την κουκούλα μου ώστε να κρύβει τουλάχιστον το μισό μου πρόσωπο. Τον κοίταξα με την άκρη του ματιού μου, ακριβό παλτό, κουστούμι από μέσα, χαρτοφύλακας στο χέρι. Σίγουρα ο τύπος είχε αρκετό χρήμα, και δεν θα του έλειπαν αυτά που θα του έπαιρνα εγώ. Τον έβλεπα να έρχεται προς το μέρος μου και η αδρεναλίνη μου ανέβαινε στα ύψη. Θα έλεγε κανείς, πως μετά από τόσο καιρό εξάσκησης, θα έπρεπε να είχα συνηθίσει, αλλά όχι. Κάθε φορά, η καρδιά μου ανέβαζε παλμούς και η ανάσα μου έβγαινε βαριά...
Τον είχα ακριβώς μπροστά μου, κατευθυνόμουν σχεδόν καταπάνω του όταν σήκωσε το χέρι του για να δει την ώρα και το ρολόι γυάλισε κάτω από τον μουντό καιρό. "Συγνώμη" μουρμούρισα καθώς έπεφτα πάνω του και κόλλησα το βλέμμα μου στο δικό του. Με ρούφηξε... τα μάτια του σαν καθρέπτες... είδα τον φόβο των δικών μου ματιών και η καρδιά μου έχασε ένα χτύπο ξαφνικά. Μα έπρεπε να συνέλθω γρήγορα και παίξω το παιχνίδι μου εάν ήθελα να βγάλω κάτι καλό. "Τζορτζ!" είπα δυνατά και το χαμόγελο άνθισε στο πρόσωπό μου. Έβαλα βιαστικά το ένα μου χέρι στο στήθος του, το άλλο στο χέρι του και προσποιήθηκα ότι τον ήξερα. Με κοίταξε σμίγοντας τα μάτια του και χαμογέλασε στραβά. "Δεν είμαι ο Τζορτζ" είπε κοιτώντας με έντονα, και το βλέμμα μου έπιασε πίσω του μια κίνηση που δεν μου άρεσε καθόλου. Δύο φουσκωτοί ερχόταν προς το μέρος μας, με ύφος όχι και πολύ χαρούμενο. Τα χέρια μου, γρήγορα, και με επιδέξιες κινήσεις άρπαξαν ότι βρήκαν στις εσωτερικές του τσέπες, και τα απομάκρυνα από πάνω του. "Α!" αναφώνησα έκπληκτη "θα έβαζα το χέρι μου στην φωτιά ότι είσαι ένας γνωστός μου!" του είπα χαμογελαστή "μην το βάλεις..." μου απάντησε βιαστικά "θα καείς..." συμπλήρωσε και έκανε νόημα στους άνδρες του να σταθούν πίσω του, με ένα νεύμα του κεφαλιού του.
Ξαναγύρισε τα μάτια του πάνω μου, και με έκανε να ανατριχιάσω. Ναι... ήταν γοητευτικός άνδρας, και οποιαδήποτε γυναίκα θα το καταλάβαινε και θα το παραδεχόταν, όχι μόνο εγώ που δεν είχα ιδέα για την ράτσα τους. "Πως σε λένε;" με ρώτησε ξαφνικά, την ώρα που ετοιμαζόμουν να του ζητήσω συγνώμη και να εξαφανιστώ από μπροστά του. "Άννα" βγήκε το όνομα της μητέρας μου από τα χείλη μου, μα βάζοντας το χέρι μου στην τσέπη του μπουφάν μου ένιωσα τα κλοπιμαία και συνήλθα στο λεπτό. "Συγνώμη για την αναστάτωση! Καλημέρα!" του φώναξα απότομα και τον προσπέρασα βιαστικά. "Άννα!" τον άκουσα να μου φωνάζει αλλά δεν σταμάτησα, επιτάχυνα το βήμα μου και προσπάθησα να ανακατευτώ με τον κόσμο. Δεν ξέρω ποια δύναμη με έβαλε να κοιτάξω πίσω μου... δεν ξέρω... μα τον είδα να σηκώνει το χέρι για να δει την ώρα, και μπόρεσα να διακρίνω την έκπληξή του όταν ανακάλυψε ότι το ρολόι έλειπε από την θέση του. Άφησε τον χαρτοφύλακα σε έναν από τους φουσκωτούς, και έφερε τα χέρια στις τσέπες του παλτού του. Μπορούσε εύκολα να διακρίνω τον τρόμο του. Πολύ εύκολα. Μου φάνηκε τόσο περίεργο για μια στιγμή... μα δεν πρόλαβε το μυαλό μου να κάνει άλλη σκέψη. Σήκωσε το κεφάλι και τα βλέμματά μας κλείδωσαν.