"Θα σου κάνω το τραπέζι εγώ απόψε" μου είπε και με την άκρη του ματιού του προσπαθούσε να κόψει την αντίδρασή μου. "Κέρδισες το λότο Λούκας;" του αντιγύρισα με ειρωνεία μα τον είδα να γελάει στραβά. "Πούλησα το ρολόι την προηγούμενη εβδομάδα!" μου είπε και τα μάτια του άστραψαν. Η ιστορία με τον τύπο επέστρεψε αυτόματα στο μυαλό μου και σχεδόν μου χάλασε την διάθεση. "Μην μου πεις λεπτομέρειες σε παρακαλώ" του είπα αναστενάζοντας. Ήμουν σίγουρη οτι με είχε πιάσει κορόιδο και είχε βγάλει ΠΟΛΛΑ λεφτά απο εκείνο το καταραμένο ρολόι, αλλά δεν μίλησα.
Σε όλη την διαδρομή ο Λούκας χαζολογούσε, που με έκανε κι εμένα να γελάω, κι αν δεν προσπαθούσε συνεχώς να μου βάζει χέρι θα ήταν τέλεια η βραδιά. Λίγο πριν φτάσουμε στο εστιατόριο με θύμωσε τόσο, που το χέρι μου βρήκε αυτόματα θέση στο μάγουλό του. "Λιβ!" ούρλιαξε σχεδόν και ο κόσμος γύρω μας, μας κοίταξε στραβά. "Αν απλώσεις ξανά το χέρι σου πάνω μου θα στο δώσω να το φας!" του είπα έξαλλη, και ο Λούκας έτριψε με παράπονο το πονεμένο του πρόσωπο. Περάσαμε και οι δύο λίγη ώρα μέσα στην σιωπή ρίχνοντας ο ένας στον άλλο θυμωμένες ματιές, μα μόλις είδαμε την επιγραφή του ιταλικού εστιατορίου όταν στρίψαμε στην λεωφόρο Παρκ, ανασάναμε με ανακούφιση.
Μπήκαμε στο εστιατόριο και αφού ο Λούκας έδωσε το όνομά του, μας οδήγησαν στο πιο ακριανό τραπέζι που διέθετε το μαγαζί. Το επόμενο θα ήταν μέσα στην κουζίνα, τόσο καλά. Δεν διαμαρτυρήθηκα, παρόλο που ο τρελός συνοδός μου φαινόταν έτοιμος για φασαρία. Δεν περίμενα κάτι καλύτερο άλλωστε. Με το παρουσιαστικό του Λούκας και τα δικά μου πρόχειρα ρούχα, να πω την αλήθεια, ξαφνιάστηκα που μας έβαλαν μέσα καθώς οι ματιές που μας έριχναν τα γκαρσόνια μόνο θαυμασμό δεν δήλωναν. Δεν ένιωσα άσχημα... τα έχω συνηθίσει όλα αυτά τα βλέμματα... πλέον δεν μου έκαναν καμία απολύτως αίσθηση. Παρόλο που πάντα ήθελα να προσέχω να μην φαίνομαι άστεγη, απαραίτητο για την δουλειά μου, δεν τα κατάφερνα πάντα...
Κοιτάξαμε το μενού, και τα μάτια μας έγιναν ολοστρόγγυλα μόλις είδαμε τις τιμές. Ο Λούκας στραβοκατάπιε σίγουρα, γιατί άρχισε να πίνει νερό χωρίς σταματημό, μέχρι που άδειασε την κανάτα. Με τα χρήματα που έκανε το κάθε πιάτο σίγουρα εξασφάλιζα τροφή για τρεις μέρες, αλλά δεν μίλησα... Θα πλήρωνε ο Λούκας άλλωστε! Παραγγείλαμε και οι δύο τα φθηνότερα πιάτα και δεν πήραμε καθόλου ποτά. Το πόσο γέλασα με το ξινισμένο ύφος της κοπέλας που μας πήρε παραγγελία δεν λέγεται! Λίγη ώρα αργότερα εκεί που χάζευα τον κόσμο απολαμβάνοντας την μακαρονάδα μου, ο Λούκας μου άρπαξε το χέρι πάνω στο τραπέζι και το κράτησε σφιχτά Γύρισα και τον κοίταξα με απορία μα αμέσως το μετάνιωσα γιατί ήξερα τι θα ακολουθούσε. "Λιβ..." μου είπε σιγανά και εγώ συνέχισα να τρώγω τα μακαρόνια μου με το ένα χέρι αυτή τη φορά, και... πιστέψτε με ήταν ιδιαίτερα δύσκολο. "Λιβ!" επανέλαβε μέσα από τα σφιγμένα χείλη του εκνευρισμένος που δεν πήγαινε όπως ήθελε το σχέδιό του. Προσπάθησα να τραβήξω το χέρι μα το έσφιξε περισσότερο. Τον κοίταξα άγρια σμίγοντας τα φρύδια μου, μα δεν έκανε πίσω. Προσπάθησα πάλι με περισσότερη δύναμη και τότε έγινε η καταστροφή....